Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κηρύσσω

См. также в других словарях:

  • κηρύσσω — και κηρύττω κήρυξα, κηρύχτηκα, κηρυγμένος 1. κάνω γνωστό στο πλήθος με τον κήρυκα, διαδηλώνω, λέγω κάτι δημόσια: Κήρυξε επιστράτευση. 2. κηρύσσω το λόγο του Θεού. 3. «κηρυγμένος εχθρός», φανερός εχθρός: Είναι κηρυγμένος εχθρός της δημοκρατίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κηρύσσω — κηρύσσω, κήρυξα βλ. πίν. 27 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • κηρύσσω — και κηρύττω (ΑΜ κηρύσσω, Α αττ. τ. κηρύττω, δωρ. τ. καρύσσω) [κήρυξ] 1. γνωστοποιώ μεγαλοφώνως κάτι στο πλήθος ως κήρυκας, καλώ, συγκαλώ («κέλευσε κηρύσσειν ἀγορήνδε κάρη κομόωντας Αχαιούς», Ομ. Ιλ.) 2. κάνω κάτι επίσημα γνωστό, δηλώνω, διαλαλώ,… …   Dictionary of Greek

  • κηρύσσω — κηρύ̱σσω , κηρύσσω to be a herald pres subj act 1st sg κηρύ̱σσω , κηρύσσω to be a herald pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρῦσσον — κηρύσσω to be a herald pres part act masc voc sg κηρύσσω to be a herald pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρῦττον — κηρύσσω to be a herald pres part act masc voc sg (attic) κηρύσσω to be a herald pres part act neut nom/voc/acc sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεκηρῦχθαι — κηρύσσω to be a herald perf inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρῦξαι — κηρύσσω to be a herald aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρῦξαν — κηρύσσω to be a herald aor part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρύξαντ' — κηρύ̱ξαντα , κηρύσσω to be a herald aor part act neut nom/voc/acc pl κηρύ̱ξαντα , κηρύσσω to be a herald aor part act masc acc sg κηρύ̱ξαντι , κηρύσσω to be a herald aor part act masc/neut dat sg κηρύ̱ξαντε , κηρύσσω to be a herald aor part act… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κηρύξουσ' — κηρύ̱ξουσα , κηρύσσω to be a herald fut part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic) κηρύ̱ξουσι , κηρύσσω to be a herald aor subj act 3rd pl (epic) κηρύ̱ξουσι , κηρύσσω to be a herald fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic)… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»