Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κεφᾰλ-ίς

См. также в других словарях:

  • κεφαλ(λ)ονίτικος — και κεφαλληνιακός, ή, ό [κεφαλ(λ)ονίτης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή προέρχεται από την Κεφαλ(λ)ονιά («κεφαλονίτικος χορός») …   Dictionary of Greek

  • Κεφαλ(λ)ονίτης — και Κεφαλλήν, και Κεφαλονιώτης, ο, θηλ. Κεφαλ(λ)ονίτισσα (ΑΜ Κεφαλλήν, ήνος, θηλ. Κεφαλληνίς, ίδος, Μ αρσ. και Κεφαλληνός και Κεφαλληνιός) αυτός που κατάγεται από την Κεφαλληνία ή ο κάτοικος τής Κεφαλληνίας …   Dictionary of Greek

  • κεφαλ(ο)- — α συνθετικό λέξεων τής Ελληνικής, το οποίο δηλώνει ότι το β συνθετικό: α) ανήκει ή αναφέρεται στο κεφάλι (κεφαλαλγής, κεφαλόδεσμος) β) μοιάζει με κεφάλι ή έχει το σχήμα κεφαλιού (κεφαλοτύρι) γ) είναι το ανώτατο σημείο, η κορυφή, ο αρχηγός… …   Dictionary of Greek

  • κομμοκεφαλιάζω — (Μ) αποκεφαλίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < κομμός (Ι) «κόψιμο» (< κόπτω) + κεφαλ ιάζω (< κεφάλι), πρβλ. πονο κεφαλ ιάζω, σπαζο κεφαλ ιάζω] …   Dictionary of Greek

  • καρούλα — η 1. εξόγκωμα στο κεφάλι από χτύπημα 2. φλύκταινα, φουσκάλα τού δέρματος με υγρό, που δημιουργείται από έγκαυμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < καρούλι + μεγεθ. κατάλ. α κατά το σχήμα κεφάλ ι: κεφάλ α] …   Dictionary of Greek

  • κεφαλονιψία — η και κεφαλόνιπτρον, το (Μ κεφαλονιψία και κεφαλόνιπτρον) μεσαιωνικό έθιμο στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, κατά το οποίο οι χριστιανοί μια μέρα τής Μεγάλης Τεσσαρακοστής, συνήθως την Κυριακή τών Βαΐων, έλουζαν το κεφάλι ή και όλο το σώμα τους.… …   Dictionary of Greek

  • ποδάρας — και ποδαράς, ο, θηλ. ποδαρού, Ν άτομο με πολύ μεγάλα πόδια ή πέλματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδάρα (πρβλ. κεφάλ ας: κεφάλ α)] …   Dictionary of Greek

  • προκοίλας — και προκοιλάς, ο, Ν αυτός που έχει προκοίλι. [ΕΤΥΜΟΛ. < προκοίλι + κατάλ. ας/ άς (πρβλ. κεφάλ ας/κεφαλ άς)] …   Dictionary of Greek

  • anthocephalous — anthocephalous, a. (ænθəʊˈsɛfələs) [f. Gr. ἄνθο ς flower + κεϕαλ ος comb. adj. form of κεϕαλ ή head + ous.] Having a flower like head. in Craig …   Useful english dictionary

  • Kefalotiry — Kefalotýri Kefalotýri Pays d’origine Grèce Lait de brebis modifier  …   Wikipédia en Français

  • Kefalotyri — Kefalotýri Kefalotýri Pays d’origine Grèce Lait de brebis modifier  …   Wikipédia en Français

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»