Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ιαία

См. также в других словарях:

  • πλουτιαίος — ιαία, ον, Α πλούσιος, άφθονος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλοῦτος + ιαίος*] …   Dictionary of Greek

  • τραυματιαίος — ιαία, ον, Α τραυματισμένος, πληγωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < τραῦμα, τραύματος + κατάλ. ιαῖος*] …   Dictionary of Greek

  • Histiaea — HISTIAEA, æ, Gr. Ἱ%ιαία, ας, des Hyrieus Tochter, von welcher die Stadt Histiäa, in Euböa, den Namen hatte. Eustath. ad Hom. Il. Β. v. 537 …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • μηνιαίος — α, ο (ΑΜ μηνιαῑος, α, ον, Α θηλ. και μηνιαῑος) [μήν] 1. αυτός που συμβαίνει, γίνεται ή εμφανίζεται κάθε μήνα (α. «μηνιαίο περιοδικό» β. «περίοδον μηνιαίαν», Στράβ.) 2. αυτός που διαρκεί έναν μήνα ή αυτός που αντιστοιχεί σε έναν μήνα («μηνιαία… …   Dictionary of Greek

  • τριπαλαιστιαίος — και τριπαλαστιαῖος, ιαία. ον, ΜΑ, και τρισπαλαστιαῖος Μ τριπάλαιστος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριπάλαιστος + κατάλ. ιαῖος*] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»