Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

θύεν

См. также в других словарях:

  • θῦεν — θύω 1 offer by burning imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) θύω 2 rage imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θύεν — θύ̱ε̄ν , θύω 1 offer by burning pres inf act (epic doric) θύ̱ε̄ν , θύω 2 rage pres inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κήυος — κήϋος, ΰα, ον (Α) επιγρ. πιθ. καθαρτικός ή καμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. Ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *qēu «καίω», στης οποίας τη συνεσταλμένη βαθμίδα *qәu ανάγεται το ρ. καίω. Μαρτυρείται στη φρ. θύεν... τρικτεύαν κηΰαν, στο περιβάλλον τής οποίας μπορεί να… …   Dictionary of Greek

  • τριττύα — και τρικτύα και τρίκτοια και τρίττοια και τρίκτευα και τρικτεύα και τρίττοα και τρίκτειρα, ἡ, Α θυσία τριών ζώων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τριττύς / τρικτύς, κατά τα θηλ. σε α (πρβλ. ὄστρυς: ὀστρύα). Οι τ. τρίττοια / τρίκτοια και τρίττοα είναι πιθανότατα δ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»