Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

θέρμῐνος

См. также в других словарях:

  • θέρμινος — θέρμινος, ίνη, ον (Α) [θέρμος (I)] αυτός που κατασκευάζεται από λούπινα («θέρμινα ἄλευρα») …   Dictionary of Greek

  • θερμίνων — θέρμινος of lupines fem gen pl θέρμινος of lupines masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θέρμινον — θέρμινος of lupines masc acc sg θέρμινος of lupines neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θερμίνην — θέρμινος of lupines fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θερμίνου — θέρμινος of lupines masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θερμίνῳ — θέρμινος of lupines masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θέρμινοι — θέρμινος of lupines masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»