Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εὐμορφίαι

См. также в других словарях:

  • εὐμορφίαι — εὐμορφία beauty of form fem nom/voc pl εὐμορφίᾱͅ , εὐμορφία beauty of form fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐμορφίᾳ — εὐμορφίαι , εὐμορφία beauty of form fem nom/voc pl εὐμορφίᾱͅ , εὐμορφία beauty of form fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευμορφία — και ευμορφιά και ὀμορφιά, η (ΑΜ εὐμορφία, Μ και ἐμορφιά καὶ ὀμορφιά) [εύμορφος] 1. η ωραιότητα, το κάλλος (ιδιαίτερα τής μορφής) (α. «ὠλόμην ἐγὼ εὐμορφίᾳ πραθεῑσα», Ευρ. β. «στείλε μου πάλε να τά ιδώ μ όλη την ευμορφιά τους τής νιότης μου τα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»