-
1 δωμ'
δῶμαι, δέομαιlack: pres subj mp 1st sg (attic epic doric)δῶμαι, δέω 2lack: pres subj mid 1st sg (attic epic doric ionic)δῶμι, δίδωμιAër.aor subj act 1st sg (epic)δῶμι, δίδωμιAër.aor subj act 1st sg (epic)δῶμαι, δίδωμιAër.aor subj mid 1st sgδῶμα, δῶμαhouse: neut nom /voc /acc sg -
2 δῶμ'
δῶμαι, δέομαιlack: pres subj mp 1st sg (attic epic doric)δῶμαι, δέω 2lack: pres subj mid 1st sg (attic epic doric ionic)δῶμι, δίδωμιAër.aor subj act 1st sg (epic)δῶμι, δίδωμιAër.aor subj act 1st sg (epic)δῶμαι, δίδωμιAër.aor subj mid 1st sgδῶμα, δῶμαhouse: neut nom /voc /acc sg -
3 δώμησις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δώμησις
-
4 δωμάω
-
5 δώμημα
-
6 δωμήτωρ
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > δωμήτωρ
-
7 δῶμα
(δώματι, δῶμ(α); -άτων, -ασι(ν), - ατ(α).)1 house, homea of deities. ὕπατον εὐρυτίμου ποτὶ δῶμα Διὸς Olympos O. 1.42 “ πολυχρύσῳ ποτ' ἐν δώματι” the temple of Apollo at Delphi P. 4.53 ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι ( Ἡρακλέα sc.: i. e. among the homes of the gods) N. 1.71Ἄργος Ἥρας δῶμα θεοπρεπὲς ὑμνεῖτε N. 10.2
οἷς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς (τὸν Ἅιδην. Σ) I. 8.55 ]Κρόνιον δῶμ' ἀγλαο[ Πα. 7C. a. 6. pl. pro sing., “νῦν δ' εὐρυλείμων πότνιά σοι Λιβύα δέξεται εὐκλέα νύμφαν δώμασιν ἐν χρυσέοις” P. 9.56b of mortals. κᾶδος ὡσείτε φθιμένου δνοφερὸν ἐν δώμασι θηκάμενοι μίγα κωκυτῷ γυναικῶν in the palace of Agamemnon P. 4.113 ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀίδαν βασιλέες ἱεροὶ ἐντί before the palace of the kings of Cyrene P. 5.96 παρ' οἷς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας δώματ ἐσελθών the homes of the Hyperboreans P. 10.32ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.3
-
8 δῶμα
δῶμα, τό, das Haus, die Wohnung; entstanden aus δόμημα (?) oder aus δόμα (?); verwandt δέμω, δέμας, δόμος, δομέω, δῶ, das Latein. domus, Sanskrit. dam und damas. Von Homer an öfters bei Dichtern. Nicht selten plural. Homerisch anstatt des singular.: Odyss. 7, 102 vgl. mit vs. 93, Iliad. 1, 600 vgl. mit vs. 570, Odyss. 10, 287 vgl. mit vs. 276. Sowohl von Götterwohnungen als von Menschenwohnungen: Haus des Tydeus Iliad. 14, 121, des Odysseus Odyss. 2, 259, des Eumäus Odyss. 16, 78; vom Hause des Eumäus Odyss. 14, 381 ἤλυϑ' ἐμὸν πρὸς σταϑμόν· ἐγὼ δέ μιν ἀμφαγάπαζον, var. lect. Scholl. ἤλυϑ' ἐμὰ πρὸς δώματ'· ἐγώ. vgl. Odyss. 16, 66 ἤλυϑ' ἐμὸν πρὸς σταϑμόν, ἐγὼ δέ τοι ἐγγυαλί. ξω, vom Hause des Eumäus; Haus des Zeus Iliad. 1, 533, des Okeanos Iliad 14, 311, des Poseidon Iliad. 13, 21 Odyss 5, 381; Ὀλύμπια δώματ' ἔχοντες. die Götter, Odyss. 20, 79; ϑεοὶ Ὀλύμπια δώματ' ἔχοντες Iliad. 1, 18; οἱ δ' ἄλλοι οὔ σφιν πάρεσαν ϑεοί, ἀλλὰ ἕκηλοι σφοῖσιν ἐνὶ μεγάροισι καϑείατο, ἧχι ἑκάστῳ δώματα καλὰ τέτυκτο κατὰ πτύχας Οὐλύμποιο Iliad. 11, 77; δῶμ' 'Ἀίδαο, die Unterwelt, Iliad. 15, 251 Odyss. 12, 21. Auch Bezeichnung für das Hauptgemach des Huses, den Männersaal, wo die Gastmahle stattfinden: Iliad. 1, 600 Odyss. 17, 479. 20, 149. 21, 378. Bes. interessant Odyss. 22, 494 αὐτὰρ Ὀδυσ σεὺς εὖ διεϑείωσεν μέγαρον καὶ δῶμα καὶ αὐλήν: was ist hier δῶμα und was μέγαρον? Und Iliad. 6, 316 Ἕκτωρ δὲ πρὸς δώματ' Ἀλεξάνδροιο βεβήκει καλά, τά ῥ' αὐτὸς ἔτευξε σὺν ἀνδράσιν οἳ τότ' ἄριστοι ἦσαν ἐνὶ Τροίῃ ἐριβώλακι τέκτονες ἄνδρες, οἵ οἱ ἐποίησαν ϑάλαμον καὶ δῶμα καὶ αὐλήν ἐγγύϑι τε Πριάμοιο καὶ Ἕκτορος, ἐν πόλει ἄκρῃ. Katachrestisch heißt das Zelt des Achilleus δώματα Iliad. 24, 512, Scholl. Aristonic. δώματ': ἡ διπλῆ, ὅτι καταχρηστικῶς τὰς σκηνὰς οὕτως εἶπεν, vgl. Scholl. Aristonic. Iliad. 24, 572; Lehrs Aristarch. p. 152. Eben so, katachrestisch, heißt die Höhle der Kalypso δῶμα Odyss. 5. 208. 242. und δώματα Odyss. 5, 6. 1, 51, vgl. Sengebusch Aristonic. p. 32. – In Prosa Herodot. 2, 62 ἔν τινι νυκτὶ λύχνα καίουσι πάντες πολλὰ ὑπαίϑρια περὶ τὰ δώματα κύκλῳ. – Oefters Pindar und die Tragiker; ὦ δῶμ' Ἀΐδου καὶ Περσεφόνης, ὦ χϑόνι' Ἑρμῆ καὶ πότνι' Ἀρὰ. σεμναί τε ϑεῶν παῖδες Ἐρινύες, αἳ τοὺς ἀδίκως ϑνήσκοντας ὁρᾶτ', ἔλϑετ', ἀρήξατε Soph. El. 110; ὃς γᾶς ἐξέβα ϑαλάμων, Πλούτωνος δῶμα λιπὼν νέρτερον Eurip. Herc. fur. 808; von Tempeln, Soph. O. R. 71; vgl. Pind. P. 4, 95; denn die Tempel sind Wohnungen der Götter; – das Hauptzimmer, der Saal, wo sich die Männer versammeln, Callim. Cer. 64. – Uebertr., wie unser Haus, = Geschlecht, Λαβδάκεια Soph. O. R. 1226; öfter bei Tragg., z. B. Aesch. Ag. 1468; Eur. Hec. 624; dah. nennt Soph. O. R. 29 Theben Κάδμειον δῶμα. Vgl. auch δῶ u. δόμος.
-
9 δῶμα
A house,πατρώϊον ἵκετο δ. Il.21.44
, etc.; mainly poet., but once in Hdt., 2.62 (pl.), and in late Prose (v. infr.), but never in [dialect] Att. Prose: also, chief room, hall, θάλαμον καὶ δ. καὶαὐλήν Il.6.316
, cf. Od.17.329, al.: hence, pl. for a single house, 2.259, freq. in Trag., A.Ag. 607, S.Tr. 332, E.Or. 301, etc.2 of the gods,ἀθάνατοι Ὀλύμπια δώματ' ἔχοντες Il.2.13
, etc.; κλυτὰ δ. βένθεσι λίμνης, of Poseidon, 13.21; freq. of Pluto, δῶμ' Ἀΐδαο the nether world, Od.12.21; ;Πλούτωνος δ. E.HF 808
(lyr.); of a temple, Pi.P.4.53, A.Eu. 242, etc.: pl., Hdt.2.62, S.OT71.3 δῶμα Καδμεῖον, i.e. Thebes, ib.29. -
10 ἀίσθω
ἀίσθω, Hom. zweimal, Il. 20, 403 αὐτὰρ ὁ ϑυμὸν ἄισϑε καὶ ἤρυγεν, ὡς ὅτε ταῦρος –. ἃς ἄρα τόν γ' ἐρυγόντα λέπ' ὀστέα ϑυμὸς ἀγήνωρ; 16, 468 ὁ δ' ἔβραχε ϑυμὸν ἀίσϑων, κὰδ δ' έπεσ' ἐν κονίῃσι μακών, απὸ δ' ἔπτατο ϑυμός. Hiernach kann ϑυμὸν ἄισϑε nicht heißen = er hauchte die Seele aus; wie Einige erklären. Man vgl. vielmehr 15, 252 ἐφἀμην νέκυας καὶ δῶμ' Ἀίδαο ἤματι τῷδ' ἴξεσϑαι, ἐπεἰ φίλον ἄιον ἦτορ, wo Ariston. Scholl. ἡ διπλῆ, ὅτι ἄιον ἀντὶ τοῠ ἐπῃσϑόμην, τοῦτο δέ ἐστι τῆς ψυχῆς μοῦ ήψατο. καὶ ἐν ἄλλοις (11, 532) »τοὶ δὲ πληγῆς ἀίοντες« ἐπαισϑόμενοι τῆς πληγῆς. Also ἀίσϑω = αἴσϑω, act. zu αἴσϑομαι, αἰσϑάνομαι; ϑυμὸν ἄισϑε = er fühlte sein Leben, durch die Verwundung, d. h. er zuckte zusammen, im innersten Leben getroffen. Apoll. Lex. Hom. 16, 16 ἀίσϑων αἰσϑόμενος· »ὁ δ' ἀνέβραχε ϑυμὸν ἀίσϑων«. – Opp. H. 5, 311.
-
11 ἐπι-στρωφάω
ἐπι-στρωφάω, nur praes., verstärktes ἐπιστρέφω, sich oft an einem Orte herumdrehen, befinden, ihn besuchen, ϑεοὶ ἐπιστρωφῶσι πόληας Od. 17, 486; ὅντε ϑαμειαὶ ἐπιστρωφῶσι μέριμναι H. h. Merc. 44; eben so im med., ἀνδρὸς τελείου δῶμ' ἐπιστρωφωμένου Aesch. Ag. 946, wie Eur. Med. 666; Τρώεσσι Qu. Sm. 3, 267.
-
12 ἑστιόω
ἑστιόω, einen Heerd, ein Haus gründen; δῶμ' ἑστιοῦται, das Haus wird gegründet, durch Kinder befestigt, Eur. Ion 1464.
-
13 ἑστία
ἑστία, ἡ, ion. u. ep. ἱστίη, auch ἑστίη, Hes. O. 732, l. d., der Heerd des Hauses, der zugleich der Hausaltar ist, auf dem die Hausgötter standen, u. der insofern als heilig galt u. als unverletzlicher Zufluchtsort der Hülfeflehenden, vgl. Thuc. 1, 136; bei Hom. nur in der Od. in Schwurformeln, ἴστω νῦν Ζεὺς – ξενίη τε τράπεζα, ἱστίη τ' Ὀδυσῆος, ἣν ἀφικάνω, 14. 159. 17, 156. 10, 304. – Tragg., ἕως ἂν αἴϑῃ πῦρ ἐφ' ἑστίας ἐμῆς Αἴγισϑος Aesch. Ag. 1410; τίω δ' ἀϑέρμαντον ἑστίαν δόμων Ch. 620; Altar, μήλοισιν αἱμάσσοντες ἑστίας ϑεῶν Spt. 257, vgl. Eum. 272 Suppl. 367; μὰ τὴν πατρῴαν ἑστίαν Soph. El. 869; βούϑυτος O. C. 1491; Eur.; vgl. τὰς βασιληΐας ἱστίας ὀμνύναι Her. 4, 68; γᾶ ἑστία ϑεῶν Plat. Tim. Locr. 97 d, vgl. Legg. XII, 955 e; ἡ κοινὴ ἑστία, der Heerd des Staates, Versammlungshaus der Prytanen, Arist. pol. 6 eztr.; vgl. Pol. 29, 5, 6. 31, 9, 4; Inscr. 1193, das Prytaneum ἑστία τῆς πόλεως, Poll. 9, 40. – Uebh. das Haus, Wohnung, ἐς ἀφνεὰν μάκαιραν Ίέρωνος ἑστίαν Pind. Ol. 1, 11; ἑστίαν πατρῴαν P. 11, 13; τὰ μὲν κατ' οἴκους ἐφ' ἑστίας ἄχη Aesch. Ag. 415; ὦ σωτῆρες ἑστίας πατρός Ch. 262; οὐδ' ἀφ' ἑστίας συϑείς Pers. 849; ὦ πατρῷον ἑστίας βάϑρον Soph. Ai. 847, vgl. O. C. 639; ὅτου δῶμ' ἑστίαν τ' ἀφίξομαι Eur. Hec. 353; μυχοῖς ναίουσαν ἑστίας ἐμῆς Med. 397; διξὰς ἱστίας οἴκεε Her. 5, 40, der es auch für alle zum Hause Gehörenden gebraucht, die Familie, ὀγδώκοντα ἱστίαι ἐκδημέουσαι ἔτυχον 1, 177; ἄμοιρος ἑστίας Xen. Cyr. 7, 5, 56; Sp., wie Plut. Rom. 9; D. Sic. 20, 15. – Uebertr., Σελεύκειαν ἑστίαν ὑπάρχουσαν τῆς αὐτῶν δυναστείας, der Heerd, Mittelpunkt, Pol. 5, 58, 4; ἑστ. καὶ μητρόπολις D. Sic. 15, 90. – Nach E. M. auch das Mahl. – Sprichwörtl. ἀφ' ἑστίας ἄρχεσϑαι, vom eigenen Heerde, mit sich, mit der Hauptperson anfangen, Schol. Ar. Vesp. 842; Paroem. – Vgl. auch nom. pr. [ι ist bei Hom. lang, bei den Uebrigen kurz].
-
14 ἀναπίτναμι
a throw openχρὴ τοίνυν πύλας ὕμνων ἀναπιτνάμεν αὐταῖς O. 6.27
Αἴτναν, ἔνθ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2
b med., fall on one's back μῆτιν δ' ἀλώπηξ αἰετοῦ ἅ τ ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει (sc. Μέλισσος. ἔοικε δὲ διδάσκειν αὐτοῦ τὸ πάλαισμα ὡς χαμαὶ κειμένου καὶ τὸν μείζονα τέχνῃ νενικηκότος· καὶ γὰρ ἡ ἀλώπηξ ὑπτία τοῖς ποσὶν ἀμύνεται, τὰ μὲν συμβαλλομένη, τὰ δὲ ἀμύσσουσα. Σ.) I. 4.47 -
15 ἐς
ἐς, εἰς, ἐν (following noun governed, P. 4.44, P. 6.4, P. 9.55, I. 7.41 fr. 162, ?fr. 333a. 8.)1a to, towards, into.I generally, lit. & met.ἐς ἀφνεὰν ἱκομένους μάκαιραν Ἱέρωνος ἑστίαν O. 1.10
ἐκάλεσε πατὴρ τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον φίλαντε Σίπυλον O. 1.38
ὕδατος πυρὶ ζέοισαν εἰς ἀκμὰν μαχαίρᾳ τάμον (e Σ Mommsen: ἐπ codd.) O. 1.48ἐμὲ δ' ἐπὶ ταχυτάτων πόρευσον ἁρμάτων ἐς Ἆλιν O. 1.78
ῥοαὶ δ' ἐς ἄνδρας ἔβαν O. 2.34
ὁμόκλαρον ἐς ἀδελφεὸν ἄνθεα ἄγαγον O. 2.49
ἐς γαῖαν πορεύειν O. 3.25
ἐς ταύταν ἑορτὰν νίσεται O. 3.34
ἄγων ἐς φάος τόνδε δᾶμον ἀστῶν O. 5.14
φέρειν γῆρας εὔθυμον ἐς τελευτάν O. 5.22
ἦλθεν δ' Ἴαμος ἐς φάος O. 6.44
δεῦρο πάγκοινον ἐς χώραν ἴμεν O. 6.63
μαντεύσατο δ' ἐς θεὸν ἐλθών O. 7.31
πλόον εἶπε Λερναίας ἀπ' ἀκτᾶς εὐθὺν ἐς ἀμφιθάλασσον νομόν O. 7.33
ἐς Ἴστρον ἐλαύνων O. 8.47
[ βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει κοίλαν ἐς ἄγυιαν θνᾳσκόντων (v. l. πρός) O. 9.34]εἰς Ἀίδα σταθμὸν ἀνὴρ ἵκηται O. 10.92
ἀλλά νιν ὕβρις εἰς ἀυάταν ὑπεράφανον ὦρσεν P. 2.28
εὖναι δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον P. 2.35
εἰς Ἀίδα δόμον κατέβα P. 3.11
πέμψεν κασιγνήταν ἐς Λακέρειαν P. 3.34
ἤλυθεν ἐς λέχος P. 3.99
“ Ταίναρον εἰς ἱερὰν Εὔφαμος ἐλθὼν” P. 4.44ἐς εὐδείελον χθόνα μόλῃ P. 4.76
ἐς δ' Ἰαολκὸν ἐπεὶ κατέβα P. 4.188
ἐς δὲ κίνδυνον βαθὺν ἰέμενοι P. 4.207
ἐς Φᾶσιν δἔπειτεν ἤλυθον P. 4.211
ἀπόλεμον ἀγαγὼν ἐς πραπίδας εὐνομίαν P. 5.67
ὀμφαλὸν ἐριβρόμου χθονὸς ἐς νάιον προσοιχόμενοι P. 6.4
“ ἐπὶ λαὸν ἀγείραις νασιώταν ὄχθον ἐς ἀμφίπεδον” P. 9.55ναυσὶ δ' οὔτε πεζὸς ἰών κεν εὕροις ἐς Ψπερβορέων ἀγῶνα θαυμαστὰν ὁδόν P. 10.30
μόλεν Δανάας ποτὲ παῖς ἐς ἀνδρῶν μακάρων ὅμιλον P. 10.46
ἴτε σὺν Ἡρακλέος ἀριστογόνῳ ματρὶ πὰρ Μελίαν χρυσέων ἐς ἄδυτον τριπόδων θησαυρὸν (Tric.: εἰς codd.) P. 11.4θαητὰν ἐς αἴγλαν παῖς Διὸς μόλεν N. 1.35
ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν N. 1.42
καὶ ἐς Αἰθίοπας ἔπαλτο (sc. ὄνυμ' αὐτῶν) N. 6.49εἰς Ἐφύραν ἵκοντο N. 7.37
φίλον ἐς ἄνδρ' ἄγων κλέος ἐτήτυμον αἰνέσω N. 7.62
κωμάσομεν παρ' Ἀπόλλωνος Σικυωνόθε,Μοῖσαι, τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν, ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2
—3.καί ποτ' ἐς ἑπταπύλους Θήβας ἄγαγον στρατὸν ἀνδρῶν N. 9.18
φαινομέναν δ' ἄῤ ἐς ἄταν σπεῦδεν ὅμιλος ἱκέσθαι N. 9.21
ὁ δ' ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν i. e. into relationship with him N. 10.14εὖ μὲν Ἀρισταγόραν δέξαι τεὸν ἐς θάλαμον N. 11.3
σὺν Χάρισιν δ' ἔμολον Λάμπωνος υἱοῖς τάνδ ἐς εὔνομον πόλιν I. 5.22
τὸν (= Τελαμῶνα)χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε σύμμαχον ἐς Τροίαν I. 6.27
ἀνὰ δ' ἄγαγον ἐς φάος οἵαν μοῖραν ὕμνων I. 6.62
Ἄδραστον ἐξ ἀλαλᾶς ἄμπεμψας ἐς Ἄργος ἵππιον (Er. Schmid: εἰς codd.) I. 7.11ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν I. 7.45
σὲ δ' ἐς νᾶσον Οἰνοπίαν ἐνεγκὼν I. 8.21
“ ἰόντων δ' ἐς ἄφθιτον ἄντρον εὐθὺς Χίρωνος αὐτίκ ἀγγελίαι” I. 8.41ἐς Τροία[ν Pae. 6.75
μή μιν εὔφρον' ἐς οἶκον μήτ ἐπὶ γῆρας ἱξέμεν βίου Pae. 6.115
ἀγ]λαάν τ ἐς αὐλὰν Pae. 7.3
ἀγλαὸν ἐς φάος ἰόντες δίδυμοι παῖδες Pae. 12.15
]δ εἰς [Ἀ]χέροντα[ Πα. 22e. 9. μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν Παρθ. 2. 3. τεὸν δεῦτ' ἐς ἄλσος fr. 122. 18. δαιτίκλυτ[ον] πόλιν ἐς Ὀρχομενῶ διώξιππον ?fr. 333a. 8. up to,φαεννὸν ἐς αἰθέρα μιν πεμφθεῖσαν ἑᾷ κεφαλᾷ ἐξοπίσω γέρας ἔσσεσθαι O. 7.67
πίτναν τ' ἐς αἰθέρα χεῖρας ἁμᾶ ( εἰς coni. Er. Schmid) N. 5.11 ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 2. πιτνάντες θοὰν κλίμακ' οὐρανὸν ἐς αἰπύν fr. 162. down into,βαθὺν εἰς ὀχετὸν ἄτας ἵζοισαν ἑὰν πόλιν O. 10.37
πέτρας φοίνισσα κυλινδομένα φλὸξ ἐς βαθεῖαν φέρει πόντου πλάκα P. 1.24
τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.12
“χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44
πρόφασις ἀρετὰν ἐς αἰπὺν ἔβαλε σκότον fr. 228. into (a vehicle)τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4
ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον I. 2.2
II of journeying, uponἐς φανερὰν ὁδὸν ἔρχονται O. 6.73
ἐς πλόον ἀρχομένοις (v. l. ἐρχομένοις) P. 1.34ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41
III sc. δόμους, to the home ofεἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.34
b towards, in the direction ofδᾶμον γεραίρων τράποι σύμφωνον ἐς ἡσυχίαν P. 1.70
δαίμων δ' ἕτερος ἐς κακὸν τρέψαις P. 3.35
καλῶν μὲν ὦν μοῖράν τε τερπνῶν ἐς μέσον χρὴ παντὶ λαῷ δεικνύναι publicly fr. 42. 4. ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις, ὦ πότνια, πάγκοινον τέρας i. e. turn this omen into some manner of prosperity for Thebes Πα... εὖτ' ἂν ἴδω παίδων νεόγυιον ἐς ἥβαν look upon fr. 123. 12.c with a view to, with the object of, for “ φίλια δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι ἐς χάριν τέλλεται” O. 1.75ὁπᾷ τε κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν O. 10.12
εὐώνυμον ἐς δίκαν τρία ἔπεα διαρκέσει N. 7.48
νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.21
ἀλλ' Αἰακίδαν καλέων ἐς πλόον I. 6.36
Σκύριαι δ' ἐς ἄμελξιν γλάγεος αἶγες ἐξοχώταται fr. 106. 4.d with regard to, in reference toἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85
( αἶνον)ποτ' ἐς Ἀμφιάρηον φθέγξατ O. 6.13
]κυριώτερο[ λτ;εἰς σοφίας λόγον> (supp. Snell ex Aristide.) fr. 260. 7. ἄμαχοί ( τινες) εἰς σοφίαν (si quidem recte hoc frag. Pindaro tribuitur, certe alia erat forma verborum apud P.) ?fr. 353.e of time, for, during.ὄλβος οὐκ ἐς μακρὸν ἀνδρῶν ἔρχεται P. 3.105
τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν ἀτέκμαρτον προνοῆσαι P. 10.63
ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 5.f dub. & frag. “ δοιὰ βοῶν θερμὰ δ' εἰς ἀνθρακιὰν στέψαν” ( πρὸς coni. Schr.: δὶς Turyn) fr. 168. 2. ]μενος οὔ κεν ἐς ἀπλακ[ Pae. 18.6
]τ' ἐς αὐτὸν[ Δ. 4f. 6.2 ἐν, a Doric form of ἐς.a to, towardsΚρισαῖον λόφον ἄμειψεν ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ P. 5.38
δεῦτ' ἐν χορόν, Ὀλύμπιοι fr. 75. 1.b intoξεστὸν ὅταν δίφρον ἔν θ' ἅρματα πεισιχάλινα καταζευγνύῃ σθένος ἵππιον P. 2.11
μιν ἐν πέλ[α]γ[ο]ς ῥιφθεῖσαν (ἀν Π̆{S}, i. e. ἀνὰ: πέλ[α]γ[ο]ς Wil.: πελ[ά]γε[ι G-H.) Πα. 7B. 46.c dub., upon πέσε δ (sc. κῦμ' Ἀίδα) ἀδόκητον ἐν καὶ δοκέοντα (codd.: δοκέοντι Fennel, Lobel: cf. ἐν 8.) N. 7.31d in regard to δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν ἐγ γένος αὐτῷ (Wil.: ἐς γενεὰς codd.: ἐγγενὲς e Σ Ritterhuius: ἐς γένος Fulvius Orsinus) N. 4.68ἐν πάντα δὲ νόμον εὐθύγλωσσος ἀνὴρ προφέρει P. 2.86
θεοῦ δὲ δείξαντος ἀρχὰν ἕκαστον ἐν πρᾶγος fr. 108a. 2. -
16 θύρα
-
17 Κρόνιος
a son of Kronos Zeus,ὦ Κρόνιε παῖ Ῥέας O. 2.12
πατρί τε Κρονίῳ τιμάεντι fr. 140a. 64 (38). Pelops, ἐν βάσσαις Κρονίου Πέλοπος (v. Σ ad loc., & Πα. 22: Pelops was descended from a daughter of Pelops, but v. b infra) O. 3.23 ]Κρονίου Πέλοπος[ Pae. 22.7
Poseidon,Ποσειδάωνι Κρονίῳ O. 6.29
b of Kronos referring to the hill of Kronos at Olympia.Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμῶν τ' Ἀλφεὸν O. 5.17
Κρόνιον παρ' ὄχθον O. 9.3
pro subs.,παρ' εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον O. 1.111
ἵκοντο δ' ὑψηλοῖο πέτραν ἀλίβατον Κρονίου O. 6.64
Κρονίου πὰρ τεμένει N. 6.61
c fragg. ]Κρόνιον δῶμ' ἀγλαο[ Πα. 7C. a. 6.Κρον[ Pae. 6.68
-
18 νικάω
νῑκάω, νίκημι (νικᾷ; νικῶν, -ῶντος,. -ῶντι, -ῶντ(α), -ώντεσσιν; νικᾶν: impf. νίκη?: aor. ἐνίκασε, -αν; νικάσαις, -αντ(α); νικᾶσαι: pass. νικώμενοι: pf. νενίκανται.)a abs.ὁ νικῶν δὲ λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν O. 1.97
τὶν δὲ κῦδος ἁβρὸν νικάσας ἀνέθηκε (formam def. Wil., 421̆{2}) O. 5.8ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10
μιν Αἰγίνᾳ τε νικῶνθ' ἑξάκις O. 7.86
νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
πύκτας δ' ἐν Ὀλυμπιάδι νικῶν O. 10.16
ἔνθα νικάσαις ἀνέφανε Κυράναν P. 9.73
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν ξένου Λάκωνος Ὀρέστα P. 11.16
ὀφείλει δ' ἔτι ἐν Πυθίοισι νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν Ἐπιδαύρῳ διπλόαν νικῶντ' ἀρετάν N. 5.53
βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε ( νικῶντ Hermann, metr. gr.) N. 6.43νικῶντί γε χάριν οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75
Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων N. 10.24
( χαλκὸν) Κλείτωρ καὶ Λυκαῖον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ, σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει ( νικῶντι coni. Snell, cf. Σ.) N. 10.48 ( φάμα)ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν I. 4.25
ὅντιν' ἀθρόοι στέφανοι χερσὶ νικάσαντ ἀνέδησαν ἔθειραν ἢ ταχυτᾶτι ποδῶν I. 5.9
νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ Φυλακίδα νικῶντος I. 6.7
ἐνίκασαν οἵ fr. 12. met., ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα οὐ σθένος fr. 38.b c. acc.I be victorious inχαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
πενταέθλῳ ἅμα σταδίου νικῶν δρόμον O. 13.30
πλεῖστα νικάσαντά σε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
II be victorious overαὐτόν τέ νιν Ἑλλάδα νικάσαντα τέχνᾳ P. 12.6
ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δήποτε καὶ κεῖνος ἄνδρας ἀφύκτᾳ χερὶ κλονέων I. 8.65
pass., νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.III win ὅτι Λάμπωνος υἱὸς Πυθέας εὐρυσθενὴς νίκη Νεμείοις παγκρατίου στέφανον (Heyne: νικῆ codd.; a verbo aeolico νίκημι, cf. Theocr. 6. 46, 7. 40: contra Bergk, probante Schr., “repetit poeta praeconis vocem: itaque et praes. temp. et dor. contr. retinet, qua alias non utitur”) N. 5.5c met., pass., c. gen., (v. K. G., 1. 392, Anm. 8.), be overcome by, yield to the pressure ofτὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν, ἔνθ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι, ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2
-
19 νίκημι
νῑκάω, νίκημι (νικᾷ; νικῶν, -ῶντος,. -ῶντι, -ῶντ(α), -ώντεσσιν; νικᾶν: impf. νίκη?: aor. ἐνίκασε, -αν; νικάσαις, -αντ(α); νικᾶσαι: pass. νικώμενοι: pf. νενίκανται.)a abs.ὁ νικῶν δὲ λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον ἔχει μελιτόεσσαν εὐδίαν O. 1.97
τὶν δὲ κῦδος ἁβρὸν νικάσας ἀνέθηκε (formam def. Wil., 421̆{2}) O. 5.8ἀεθλοφόροις ἀνδράσιν Ὀλυμπίᾳ Πυθοῖ τε νικώντεσσιν O. 7.10
μιν Αἰγίνᾳ τε νικῶνθ' ἑξάκις O. 7.86
νικῶν ἐπεστεφάνωσε βωμόν O. 9.112
πύκτας δ' ἐν Ὀλυμπιάδι νικῶν O. 10.16
ἔνθα νικάσαις ἀνέφανε Κυράναν P. 9.73
ἐν ἀφνεαῖς ἀρούραισι Πυλάδα νικῶν ξένου Λάκωνος Ὀρέστα P. 11.16
ὀφείλει δ' ἔτι ἐν Πυθίοισι νικᾶν Τιμονόου παῖδ N. 2.9
πύκταν τέ νιν καὶ παγκρατίῳ φθέγξαι ἑλεῖν Ἐπιδαύρῳ διπλόαν νικῶντ' ἀρετάν N. 5.53
βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε ( νικῶντ Hermann, metr. gr.) N. 6.43νικῶντί γε χάριν οὐ τραχύς εἰμι καταθέμεν N. 7.75
Οὐλία παῖς ἔνθα νικάσαις δὶς ἔσχεν Θεαῖος εὐφόρων λάθαν πόνων N. 10.24
( χαλκὸν) Κλείτωρ καὶ Λυκαῖον πὰρ Διὸς θῆκε δρόμῳ, σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει ( νικῶντι coni. Snell, cf. Σ.) N. 10.48 ( φάμα)ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν I. 4.25
ὅντιν' ἀθρόοι στέφανοι χερσὶ νικάσαντ ἀνέδησαν ἔθειραν ἢ ταχυτᾶτι ποδῶν I. 5.9
νῦν αὖτε Ἰσθμοῦ δεσπότᾳ Φυλακίδα νικῶντος I. 6.7
ἐνίκασαν οἵ fr. 12. met., ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα οὐ σθένος fr. 38.b c. acc.I be victorious inχαλκέοισι δ' ἐν ἔντεσι νικῶν δρόμον O. 4.22
πενταέθλῳ ἅμα σταδίου νικῶν δρόμον O. 13.30
πλεῖστα νικάσαντά σε καὶ τελεταῖς ὡρίαις ἐν Παλλάδος εἶδον P. 9.97
II be victorious overαὐτόν τέ νιν Ἑλλάδα νικάσαντα τέχνᾳ P. 12.6
ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δήποτε καὶ κεῖνος ἄνδρας ἀφύκτᾳ χερὶ κλονέων I. 8.65
pass., νικώμενοι γὰρ ἄνδρες ἀγρυξίᾳ δέδενται fr. 229.III win ὅτι Λάμπωνος υἱὸς Πυθέας εὐρυσθενὴς νίκη Νεμείοις παγκρατίου στέφανον (Heyne: νικῆ codd.; a verbo aeolico νίκημι, cf. Theocr. 6. 46, 7. 40: contra Bergk, probante Schr., “repetit poeta praeconis vocem: itaque et praes. temp. et dor. contr. retinet, qua alias non utitur”) N. 5.5c met., pass., c. gen., (v. K. G., 1. 392, Anm. 8.), be overcome by, yield to the pressure ofτὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν, ἔνθ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι, ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.2
-
20 ὄλβιος
a prosperous, fortunateὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10
τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4
ἔσχον δ' Ἀμύκλας ὄλβιοι pr. P. 1.65ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις P. 6.5
γεγωνεῖν ὄλβιον ἄνδρα P. 9.4
ὀλβία Λακεδαίμων, μάκαιρα Θεσσαλία pr. P. 10.1Ἡρακλέος ὀλβίαν πρὸς αὐλάν N. 4.24
ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ N. 9.3
ὀλβίων ὁμώνυμε Δαρδανιδᾶν fr. 120. ὄλβιος ὅστις ἰδὼν κεῖν' εἶσ ὑπὸ χθόν sc. he who has been initiated into the Eleusinian mysteries fr. 137. 1. dub., ὀλβίᾳ δ' ἅπαντες αἴσᾳ λυσίπονον τελετάν (codd. nullo sensu: ὄλβιοι λυσιπόνων τελετᾶν Wil.) fr. 131 ad Θρ. 7.b of the blessed ( Ἡρακλέα)ἡσυχίαν καμάτων μεγάλων ποινὰν λαχόντ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι N. 1.71
c frag. ὄ]λβιο[ (v. l. ὀ]ρθιο]) P. Oxy. 2442, fr. 111.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
δῶμ' — δῶμαι , δέομαι lack pres subj mp 1st sg (attic epic doric) δῶμαι , δέω 2 lack pres subj mid 1st sg (attic epic doric ionic) δῶμι , δίδωμι Aër. aor subj act 1st sg (epic) δῶμι , δίδωμι Aër. aor subj act 1st sg (epic) δῶμαι , δίδωμι Aër. aor subj… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
NUPTIAE — a nubendo, quod nova Nupta seu Sponsa flammeô obnupta seu obvelata ad Sponsum olim deducebatur, Alias Matrimonium, Coniugium etc. erat viri et mulieris coniunctio legitima, vitae societatem continens, Ioh. Rosin. Antiqq. Rom. l. 9. c. 3. Quod… … Hofmann J. Lexicon universale
RECEM — civitasin tribu Beniamin, Ios. c. 18. v. 27. filius Hebron, 1. Paralip. c. 2. v. 43. Rex item Medianitarum, Numer c. 31. v. 8. quem Iosephus, l. 4. scribit sui nominis condidisse urbem, a Graecis postea Petram dictam. Latine, vacuus, vel vanus,… … Hofmann J. Lexicon universale
δέμω — (AM) 1. χτίζω, οικοδομώ 2. κατασκευάζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. δέμω ανάγεται σε ΙΕ *dem «χτίζω, οικοδομώ, κατασκευάζω» (πρβλ. γοτθ. ga timan, αρχ. άνω γερμ. zeman, νεογερμ. geziemen «αρμόζω, ταιριάζω», που γεννούν όμως αμφιβολίες λόγω τής σημασιολογικής… … Dictionary of Greek
δώμα — H ελεύθερη πάνω επιφάνεια της επίπεδης στέγης ενός κτιρίου· η ταράτσα. Η κατασκευή του δ. οφείλεται κυρίως σε δύο λόγους: αφενός στην έλλειψη επαρκούς ξυλείας ώστε να κατασκευαστεί επικλινής στέγη και αφετέρου στην ανάγκη συλλογής του βρόχινου… … Dictionary of Greek
επιστρωφώ — ἐπιστρωφῶ, άω (Α) 1. επισκέπτομαι, συχνάζω σε έναν τόπο («θεοί... ἐπιστρωφῶσι πόληας», Ομ. Ιλ.) 2. συχνάζω κάπου, μπαινοβγαίνω («δῶμ’ ἐπιστρωφωμένου», Αισχύλ.) 3. έρχομαι κάπου («πόθεν γῆς τῆσδ’ ἐπιστρωφᾷ πέδον;», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < επί +… … Dictionary of Greek
ετοιμάζω — (ΑΜ ἑτοιμάζω) [έτοιμος] 1. ενεργ. κάνω κάποιον ή κάτι έτοιμο, ετοιμάζω, παρασκευάζω, αποτελειώνω, καταρτίζω («ἐμοὶ γέρας αὐτίχ ἑτοιμάσατ », Ομ. Ιλ.) 2. μέσ. ετοιμάζομαι α) παρασκευάζομαι να κάνω κάτι, προετοιμάζομαι, καθίσταμαι έτοιμος i.… … Dictionary of Greek