Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

δρῶντες

См. также в других словарях:

  • δρῶντες — δράω do pres part act masc nom/voc pl (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δράμα — Όρος που υπό ευρεία έννοια αναφέρεται σε κάθε έργο που προορίζεται να παιχτεί στη σκηνή (τραγωδία, κωμωδία, φάρσα, θρησκευτική παράσταση κλπ.). Ο ορισμός αυτός, που έχει λόγια προέλευση και βασίζεται στην ετυμολογική σημασία του όρου,… …   Dictionary of Greek

  • σκοπελισμός — ὁ, Α [σκοπελίζω] (στους Άραβες) τοποθέτηση ογκωδών λίθων γύρω από τον αγρό ενός εχθρικά διακείμενου προς τους δρώντες προσώπου, σε ένδειξη ότι απαγορεύεται η καλλιέργειά του από οποιονδήποτε και ότι εκείνος που δεν θα υποκύψει θα θανατωθεί …   Dictionary of Greek

  • βάσεις — Χημικές ενώσεις που χαρακτηρίζονται από την ικανότητα να διίστανται στα υδατικά διαλύματά τους δίνοντας τα υδροξύλια (ΟΗ), η συγκέντρωση των οποίων είναι ευθέως ανάλογη με την ισχύ της βάσης. Το φαινόμενο αυτό της ηλεκτρολυτικής διάστασης είναι… …   Dictionary of Greek

  • ἱδρῶντες — ἱ̱δρῶντες , ἱδρόω sweat pres part act masc nom/voc pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»