Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

δνοφόεις

См. также в других словарях:

  • δνοφόεις — δνοφόεις, εσσα, εν (Α) [δνόφος] κατασκότεινος …   Dictionary of Greek

  • δνοφόεντα — δνοφόεις neut nom/voc/acc pl δνοφόεις masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δνόφος — δνόφος, ο (Α) σκοτάδι. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η ομοιότητα με τα ζόφος, κνέφας, ψέφας πιθ. δεν είναι συμπτωματική. ΠΑΡ. αρχ. δνόφεος, δνοφερός, δνοφόεις, δνοφούμαι, δνοφώδης] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»