-
1 διήκε
-
2 διῆκε
-
3 διήκ'
διῆκε, διήκωextend: imperf ind act 3rd sgδιῆκα, διίημιdrive: aor ind act 1st sgδιῆκε, διίημιdrive: aor ind act 3rd sg -
4 διῆκ'
διῆκε, διήκωextend: imperf ind act 3rd sgδιῆκα, διίημιdrive: aor ind act 1st sgδιῆκε, διίημιdrive: aor ind act 3rd sg -
5 διήκω
A- ξω Gal.Anim.Pass.1
:— extend or reach from one place to another, ἐκ.. εἰς or ἐπί .., Hdt.2.106, 6.31; μέχρι .. Id.4.185; ἄχρις .. Ti. [dialect] Locr. 101a; δ. ἔς τε τὸ ἔσω.. καὶ ἐς τὸ ἔξω, i.e. right through, Th.3.21; ἀπό.. πρός .. Luc.VH1.19;διὰ πάντων Corn.ND 11
; κατά, περί τι, Iamb.Comm.Math.4, 15.II c. acc., pervade,πόλιν διήκει.. βάξις A.Ag. 476
(lyr.), cf. Th. 900 (lyr.); τὸ σὸν ὄνομα δ. πάντας, volitat per ora, S.OC 306 (but in an inverted constr.σῶφρον γὰρ ὄμμα τοὐμὸν Ἑλλήνων λόγος πολὺς διήκει E.Hyps.Fr.34(60).45
);διὰ πάντων διήκουσα δύναμις Arist.Mu. 396b29
; κατὰ στενὸν δ. ib. 393b5; αἱ κοιναὶ καὶ διήκουσαι κακίαι peruading faults, Phld.Sign.28: c. gen.,φρόνημα δ. λόγου Philostr.VS1.17.3
; ἡδονὴ δ. [ποιημάτων] Id.Her.18.1.3 discuss in detail, Gal. l.c.
См. также в других словарях:
διῆκε — διήκω extend imperf ind act 3rd sg διίημι drive aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διῆκ' — διῆκε , διήκω extend imperf ind act 3rd sg διῆκα , διίημι drive aor ind act 1st sg διῆκε , διίημι drive aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολιτικός — ή, ό / πολιτικός, ή, όν, ΝΜΑ [πολίτης] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή αρμόζει στον πολίτη (α. «πολιτικά δικαιώματα» τα δικαιώματα που συνίστανται στη συμμετοχή τού πολίτη στην άσκηση τής κρατικής εξουσίας και τα οποία είναι: το δικαίωμα τού… … Dictionary of Greek