Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

αὖλαξ

См. также в других словарях:

  • αὖλαξ — furrow fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλάκοιν — αὖλαξ furrow fem gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὐλάκων — αὖλαξ furrow fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακα — αὖλαξ furrow fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακας — αὖλαξ furrow fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακε — αὖλαξ furrow fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακες — αὖλαξ furrow fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακι — αὖλαξ furrow fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλακος — αὖλαξ furrow fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλαξι — αὖλαξ furrow fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αὔλαξιν — αὖλαξ furrow fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»