-
1 αυτόχθονες
-
2 αὐτόχθονες
-
3 Ἐριχθόνιος
Ἐριχθόνιος king of Athens. Harpokration, s. v. Αὐτόχθονες· ὁ δὲ Πίνδαρος φησὶν Ἐριχθόνιον ἐκ γῆς φανῆναι fr. 253. -
4 αὐτόχθων
A sprung from the land itself; αὐτόχθονες, οἱ, not settlers, of native stock, Hdt.1.171, Th.6.2, etc.: c. gen.,αὐ. Ἰταλίας D.H.1.10
: esp. of the Athenians, E. Ion29, al., Fr.360.8, Ar.V. 1076, Isoc.4.24, 12.124.II Adj., indigenous, native,τὰ μὲν δύο αὐτόχθονα τῶν ἐθνέων Hdt.4.197
;αὐ. Αἰγύπτιοι PGiss.99.5
(ii A.D.);ἀρετή Lys.2.43
;λάχανα τῶν αὐτοχθόνων Polioch.2.6
;κόσμος Philod.Scarph. 127
; urbanitas, racy of the soil, Cic.Att.7.2.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αὐτόχθων
-
5 εἰσαγώγιμος
εἰσᾰγώγ-ιμος, ον,A that can or may be imported, opp. ἐξαγώγιμος, Arist.Oec. 1345a21 ;τὰ εἰ.
imports,Id.
Pol. 1280a39 ;τέχνη εἰ.
requiring to be imported, foreign,Pl.
Lg. 847d ;εἰ. λαβεῖν E.Fr. 984
; εἰ. πόλεις, of colonies, opp. the αὐτόχθονες of Athens, ib.360.10.II as law-term, of a plea, maintainable, ,35.45, cf. Lys.23.5, Din.1.46, PHal.1.37 ; εἰ. χρήματα, with play on sense 1, D.32.23.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > εἰσαγώγιμος
-
6 σπαρτός
A sown, grown from seed, cultivated, Thphr.HP6.8.2, Dsc.3.37, etc.2 of men,οἱ.. σπαρτοί τε καὶ αὐτόχθονες Pl.Sph. 247c
; σπαρτῶν γένος children of men, A.Eu. 410.b esp. at Thebes, Σπαρτοί, οἱ, the Sown-men, those who sprang from the dragon's teeth sown by Cadmus, and their descendants, Pi.I.1.30,7(6).10;Σπαρτῶν στάχυς E.HF5
;Ἐχίων σπαρτός IG14.1285
ii 9, 1292 i 3, cf. E.Ba. 1274; λόγχη σπαρτός the Theban spear, Id.Supp. 578.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σπαρτός
-
7 τεττιγοφόρας
A wearing a τέττιξ, as the Athenians were called, because in early times they wore golden τέττιγες, as a token that they were αὐτόχθονες (cf.τέττιξ 1.2
, τεττιγομήτρα), Ar.Eq. 1331 (anap.): also [suff] τεττῑγο-φόρος, ον, Eust.395.34: hence [suff] τεττῑγο-φορία, ἡ, Tz. H.1.233.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεττιγοφόρας
См. также в других словарях:
αὐτόχθονες — αὐτόχθων sprung from the land itself masc/fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αυτόχθονες σχηματισμοί — Στη γεωλογία χαρακτηρίζονται γενικά έτσι τα στρώματα εκείνα της Γης που έχουν παραμείνει στον τόπο που σχηματίστηκαν, σε αντίθεση με τους αλλόχθονες σχηματισμούς, δηλαδή μάζες στρωμάτων που μετακινήθηκαν σε μεγάλες, πολλές φορές, αποστάσεις (της… … Dictionary of Greek
Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… … Dictionary of Greek
Γουατεμάλα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γουατεμάλας Έκταση: 108.890 τ.χλμ Πληθυσμός: 11.986.558 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Γουατεμάλα (1.090.310 κάτ. το 2002)Κράτος της Κεντρικής Αμερικής. Συνορεύει Β και ΒΔ με το Μεξικό, Α με την Μπελίζ και την Ονδούρα,… … Dictionary of Greek
Βολιβία — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει στα Β και στα ΒΑ με τη Βραζιλία, στα Δ με το Περού και τη Χιλή και στα Ν με την Αργεντινή και την Παραγουάη.Η Β. είναι η μοναδική χώρα της Νότιας Αμερικής, μαζί με την Παραγουάη, που δεν έχει έξοδο προς τη… … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek
Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… … Dictionary of Greek
Κολομβία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κολομβίας Έκταση: 1.141.748 τ. χλμ. Πληθυσμός: 42.492.326 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Μπογκοτά (6.712.247 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον Παναμά, στα Α με τη Βενεζουέλα και τη Βραζιλία … Dictionary of Greek
Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek