Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Φῆρες

См. также в других словарях:

  • Φήρες — Έτσι ονόμαζαν στα ομηρικά χρόνια τους Κενταύρους (ενικός φηρ). Φ. ονομάζονταν και οι Σάτυροι, και ιδιαίτερα ο Μαρσύας. Ο Διόνυσος λεγόταν και Φηρομανής …   Dictionary of Greek

  • Φῆρες — Φήρ the Centaurs masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φῆρες — φήρ the Centaurs masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φήρ — ηρός, ὁ, Α 1. άγριο ζώο 2. στον πληθ. οἱ φῆρες προσωνυμία τών Κενταύρων και τών Σατύρων. [ΕΤΥΜΟΛ. < Αιολ. τ. τής λ. θήρ (< ΙΕ ρίζα *ghwēr «άγριο ζώο», πρβλ. λατ. ferus, βλ. και λ. θήρ)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»