-
1 Πάτμος
Πάτμος, ου, ὁ (Thu. 3, 33, 3; Strabo 10, 5, 13; Pliny, HN 4, 23; CIG 2261; 2262; SIG 1068, 2) Patmos, a small rocky island in the Aegean Sea, famous for the tradition that John had his ‘revelation’ here Rv 1:9. His exile to Patmos (cp. Artem. 5, 21 εἰς νῆσον κατεδικάσθη) is an old tradition: Clem. Alex., Quis Div. Salv. 42; Origen, In Matth. vol. 16, 6 p. 486, 10 Kl.; Eus., HE 3, 18, 1–3; Tertullian, De Praescr. Haer. 36. See JFrings, D. Patmosexil des Ap. Joh. nach Apk 1:9: TQ 104, 1923, 23–30.—Pauly-W. XVIII 2174–91; Kl. Pauly IV 549; BHHW III 1400f; PECS 681. -
2 Κάδμος
Grammatical information: m.Meaning: name of a hero, the founder of Thebes (Od.)Other forms: \/ Κασσμος (vase Rhegium).Derivatives: Καδμεῖος, Καδμήιος (Hes.) adj.; Καδμεία `the hill of Thebes' (X.); Καδμειῶνες `the inhabitants of Thebes' (Il.); καδμεία (γῆ) `cadmia, calamine' (Dsc.).Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]Etymology: The connection with κέκασμαι is certainly wrong. The name is found for a river in Thesprotia and for a mountain and a river in Caria So the word is without a doubt a Pre-Greek word, of unknown meaning (Beekes, Mnemosyne 42 (2004)465ff. and Kadmos, 43(2005)172f. This is confirmed by the name Καδμἶλος which has a suffix - ιλ- which is well known in Anatolia. The structure of the name agrees with that of Πάτμος, Λάτμος, Λάκμος. The gloss κάδμος δόρυ, λόφος, ἀσπίς H. finds no support. Cf. on Καδμῖλος.Page in Frisk: 1,751Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > Κάδμος
См. также в других словарях:
Πάτμος — Sp Pãtmas Ap Πάτμος/Patmos L s. ir g tė P. Sporadų ss., Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
Πάτμος — Νησί του δωδεκανησιακού συμπλέγματος, στο οποίο αναπτύχθηκε ένα από τα σπουδαιότερα μοναστικά κέντρα της Ανατολής και όπου εξορίστηκε ο Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, εκεί έγραψε την Αποκάλυψη και το Ευαγγέλιό του.… … Dictionary of Greek
Καλογεράς, Μακάριος — (Πάτμος 1688; – 1737).Λόγιος κληρικός, ιδρυτής της Πατμιάδας σχολής. Μετά τις σπουδές του στην Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης επέστρεψε στην πατρίδα του και έγινε μοναχός στην ιστορική μονή της Πάτμου. Εκεί ίδρυσε το 1713 σχολείο, στο… … Dictionary of Greek
Θέμελης, Δημήτριος — (Πάτμος 1785 – Μεσολόγγι 1825). Εθνικός αγωνιστής. Εγκαταστάθηκε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, όπου έκανε μεγάλη περιουσία από το εμπόριο. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818 στο Γαλάτσι από τον Γρηγόριο Δικαίο (Παπαφλέσα). Μαζί με τον Γρυπάρη… … Dictionary of Greek
Ξάνθος, Εμμανουήλ — (Πάτμος 1772 – Αθήνα 1852). Ένας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας. Μετά τις μέτριες μάλλον σπουδές του στο σχολείο της πατρίδας του ξενιτεύτηκε στην Τεργέστη, όπου εργάστηκε ως υπάλληλος σε κάποια εμπορική επιχείρηση. Το 1810… … Dictionary of Greek
Патмос — (Πάτμος, Patmos): Апок. 1, 9. Голый, бесплодный, скалистый остров в Эгейском море, на юго запад от Эфеса, между Самосом и Наксосом, причисляемый к Спорадским островам. Сюда в 95 году Домицианом сослан был в заточение Св. Ап. и Евангелист… … Полный православный богословский энциклопедический словарь
ИОАННА БОГОСЛОВА АПОСТОЛА МОНАСТЫРЬ НА ПАТМОСЕ — [греч. ῾Ιερὰ Μονὴ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Θεολόγου τῆς Πάτμου], имп., патриарший, ставропигиальный, муж., общежительный, находится в юрисдикции К польского Патриархата. Исторический очерк Мон рь ап. Иоанна Богослова на Патмосе Мон рь ап. Иоанна… … Православная энциклопедия
Δωδεκάνησα — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.663 τ. χλμ., 190.071 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Ρόδο. Βρίσκονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται Ν της Σάμου και της Ικαρίας έως το Λιβυκό πέλαγος και Α των… … Dictionary of Greek
Patmos — Infobox Greek Isles name = Patmos native name = Πάτμος skyline = Skala.jpg sky caption = Skala on Patmos coordinates = coord|37|19|N|26|30|E chain = Dodecanese isles = area = 34.05 highest mount = Mt. Profitis Ilias elevation = 269 periph = South … Wikipedia
Patmos — Gemeinde Patmos Δήμος Πάτμου (Πάτμος) … Deutsch Wikipedia
Pátmos — Gemeinde Patmos Δήμος Πάτμου (Πάτμος) DEC … Deutsch Wikipedia