Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Παρνασσός

См. также в других словарях:

  • Παρνασσός — lon masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρνασσός — I Hμιορεινός οικισμός (υψόμ. 440 μ.), στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λουτρών Ηραίας. II Όρος της κεντρικής Στερεάς Ελλάδας, που εκτείνεται με ΒΔ ΝΑ διεύθυνση στα όρια των νομών Βοιωτίας, Φωκίδας… …   Dictionary of Greek

  • Παρνασσός — Sp Parnãsas Ap Παρνασσός/Parnassos L kk. ir nac. parkas C Graikijoje …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Παρνασσός — ο βουνό της Στερεάς Ελλάδας, αλλιώς Λιάκουρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Парнас — (Παρνασσός, Παρνησός) священная гора в Греции (в Фокиде), связанная подобно Олимпу, Геликону, Киферону, с мифическими сказаниями и известная местонахождением на ней пифийского оракула. Гора П. считалась средоточием земли (όμφαλος γής), подобно… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Παρνασσοῦ — Παρνασσός lon masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρνασσούς — Παρνασσός lon masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρνασσῶν — Παρνασσός lon masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρνασσῷ — Παρνασσός lon masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παρνασσόν — Παρνασσός lon masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Culture de Dimini — Préhellénique A Le préhellénique A est un concept linguistique postulé suite à l’analyse de la toponymie grecque. Les noms de lieu grecs à terminaison en nthos, mn , r , m , n et ss forment en effet un ensemble dont l’étymologie ne peut s… …   Wikipédia en Français

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»