Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Αἴγλας

См. также в других словарях:

  • Αἴγλας — Αἴγλᾱς , Αἴγλη the light of the sun fem acc pl Αἴγλᾱς , Αἴγλη the light of the sun fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἴγλας — αἴγλᾱς , αἴγλη the light of the sun fem acc pl αἴγλᾱς , αἴγλη the light of the sun fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυρφόρος — και πυροφόρος, ο / πυρφόρος και πυροφόρος, ον, ΝΜΑ, θηλ. και α, Ν, πυριφόρος και πουροφόρος, ον, Α 1. (ιδίως για κεραυνό ή αστραπή) αυτός που φέρει πυρ, φωτιά («πυρφόρον... κεραυνόν», Πίνδ.) 2. αυτός που μεταδίδει φωτιά («πυρφόρα βέλη» βέλη που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»