Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Αἰγιαλείᾳ

См. также в других словарях:

  • Αἰγιαλείᾳ — Αἰγιαλείᾱͅ , Αἰγιάλεια fem dat sg (attic doric aeolic) Αἰγιαλείᾱͅ , Αἰγιάλειος frequenting the shore fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλείᾳ — αἰγιαλείᾱͅ , αἰγιάλειος frequenting the shore fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγιάλεια — fem nom/voc sg Αἰγιάλειος frequenting the shore neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αιγιαλεία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του βασιλιά του Άργους Αδράστου και της Αμφιθέας, σύζυγος του ήρωα του Τρωικού πολέμου Διομήδη. Αρχικά ήταν πιστή σύζυγος, όταν όμως σε κάποια μάχη ο Διομήδης τραυμάτισε την Αφροδίτη, η θεά, για να τον εκδικηθεί,… …   Dictionary of Greek

  • Αιγιαλεία — η περιοχή της Αχαΐας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αἰγιάλεια — αἰγιάλειος frequenting the shore neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγιαλείας — Αἰγιαλείᾱς , Αἰγιάλεια fem acc pl Αἰγιαλείᾱς , Αἰγιάλεια fem gen sg (attic doric aeolic) Αἰγιαλείᾱς , Αἰγιάλειος frequenting the shore fem acc pl Αἰγιαλείᾱς , Αἰγιάλειος frequenting the shore fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλείας — αἰγιαλείᾱς , αἰγιάλειος frequenting the shore fem acc pl αἰγιαλείᾱς , αἰγιάλειος frequenting the shore fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγιαλείαν — Αἰγιαλείᾱν , Αἰγιάλειος frequenting the shore fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰγιαλείαν — αἰγιαλείᾱν , αἰγιάλειος frequenting the shore fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰγιαλείης — Αἰγιάλεια fem gen sg (epic ionic) Αἰγιάλειος frequenting the shore fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»