Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(πότους

См. также в других словарях:

  • ποτούς — και δωρ. τ. ποτὶ τούς, Α προς τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < πο(τ) τούς < ποτί* με αποκοπή πριν από το άρθρο τούς (πρβλ. ποτόν)] …   Dictionary of Greek

  • ποτούς — ποτός drunk masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πότους — πότος drinking bout masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κύβος — (Γεωμ.). Ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο του οποίου οι δώδεκα ακμές είναι ίσες. Ο κ. είναι κανονικό εξάεδρο, οι έδρες του αποτελούν τετράγωνα ίσα μεταξύ τους και οι οκτώ στερεές του γωνίες είναι τρισορθογώνιες. Αν α είναι το μήκος μιας ακμής του, τότε… …   Dictionary of Greek

  • ποτί — και βοιωτ. τ. πόδ και πόκ και ποί και κατ αποκοπήν ποτ και πος Α πρόθ. (δωρ. τ.) προς. [ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. και αιολ. τ. ισοδύναμος με την πρόθεση πρός*, προτί, που αντιστοιχεί με αβεστ. paiti, αρχ. περσ. patiy «απέναντι, εναντίον, κοντά», καθώς και με… …   Dictionary of Greek

  • γαπότους — γᾱπότους , γάποτος to be drunk up by Earth masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»