Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

apenewo

См. также в других словарях:

  • απήνη — Είδος αρχαίας άμαξας. Τη χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν διάφορα φορτία ή και ανθρώπους και την έσερναν άλογα, μουλάρια ή ακόμη και βόδια. Αργότερα, α. έλεγαν οποιοδήποτε είδος άμαξας ή άρματος. Με α. διοργανώνονταν επίσης και αρματηλασίες και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»