Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐφῡετο

См. также в других словарях:

  • ἐφύετο — ἐφύ̱ετο , ἐφύω rain upon imperf ind mp 3rd sg ἐφύ̱ετο , ἐφύω rain upon imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) ἐφύ̱ετο , φύω bring forth imperf ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φύω — ΝΜΑ, και αιολ. τ. φυίω Α 1. (μτβ.) συντελώ στο να φυτρώσει κάτι, εκφύω 2. μέσ. φύομαι (κυρίως για φυτά και δέντρα) φυτρώνω, εκφύομαι αρχ. 1. (αμτθ.) α) (για φυτά και δέντρα) εκφύω βλαστούς, βλαστάνω («δρύες... αἵτε φύοντι παρ ὄχθαισιν ποταμοῑο»,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»