Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἄμυστιν

См. также в других словарях:

  • ἄμυστιν — ἄμυστις long draught fem acc sg ἄμυστις long draught fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεξιούμαι — και δεξιώνομαι (AM δεξιοῦμαι, όομαι) χαιρετώ κάποιον σφίγγοντας το δεξί του χέρι του, καλωσορίζω νεοελλ. καλωσορίζω επίσημους προσκεκλημένους II (αρχ. φρ. 1 «δεξιοῦμαι θεοῑς» υψώνω το δεξί μου χέρι για να τιμήσω τους θεούς 2. «πυκνὴν ἄμυστιν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»