Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τέτραφ'

См. также в других словарях:

  • τέτραφ' — τέτραπα , τέτραπος neut nom/voc/acc pl τέτραπε , τέτραπος masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φ, φ — Το εικοστό πρώτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Το φ (όπως και τα χ, ψ, ω), αντίθετα με τα άλλα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου, που προήλθαν από τροποποίηση σημιτικών γραμμάτων, είναι επινόηση των Ελλήνων, και χρησιμοποιήθηκε για την παράσταση …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»