Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

σκανδάληθρ

См. также в других словарях:

  • σκανδάληθρ' — σκανδάληθρα , σκανδάληθρον stick in a trap neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σκανδάληθρο — το / σκανδάληθρον, ΝΑ επικαμπές τεμάχιο ξύλου στις παγίδες, όπου τοποθετείται το δόλωμα και το οποίο, καθώς τό ακουμπά το ζώο, αναπηδά κλείνοντας την παγίδα, το ρόπτρο αρχ. φρ. «σκανδάληθρ ἱστὰς ἐπῶν» μτφ. στήνοντας παγίδες λόγων, δηλαδή… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»