Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ποσσί

  • 1 πόσσι

    πόσις 1
    husband: masc voc sg
    πόσσῑ, πόσις 1
    husband: masc dat sg (epic doric ionic aeolic)

    Morphologia Graeca > πόσσι

  • 2 Πόσσι

    Πόσσις
    husband: fem voc sg

    Morphologia Graeca > Πόσσι

  • 3 ποσσί

    πούς
    foot: masc dat pl (epic)

    Morphologia Graeca > ποσσί

  • 4 Πόσσ'

    Πόσσι, Πόσσις
    husband: fem voc sg

    Morphologia Graeca > Πόσσ'

  • 5 ποσσ'

    ποσσί, πούς
    foot: masc dat pl (epic)

    Morphologia Graeca > ποσσ'

  • 6 πόσσ'

    πόσσι, πόσις 1
    husband: masc voc sg
    πόσσα, πόσος
    of what quantity?
    neut nom /voc /acc pl (epic)
    πόσσε, πόσος
    of what quantity?
    masc voc sg (epic)
    πόσσαι, πόσος
    of what quantity?
    fem nom /voc pl (epic)
    πόσσᾱͅ, πόσος
    of what quantity?
    fem dat sg (epic doric aeolic)

    Morphologia Graeca > πόσσ'

  • 7 πόσσις

    πόσσῑς, πόσις 1
    husband: masc acc pl (epic doric ionic aeolic)
    πόσις 1
    husband: masc nom sg

    Morphologia Graeca > πόσσις

  • 8 ποσσίκλυτος

    A famed for swiftness of foot, Dionys. ap. St.Byz. s.v. Κάσπειρος.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ποσσίκλυτος

  • 9 ποσσίκροτος

    A struck with the foot in dancing, Orac. ap.Hdt.1.66.
    II [voice] Act., striking with the feet, Orph.H.31.2.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ποσσίκροτος

  • 10 πούς

    πούς (πόδα, -ός, -ί; -ῶν, -εσσιν, -ας: ποσίν), ποσσίν).)
    1 foot
    a

    ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.74

    ἵνα ταχυτὰς ποδῶν ἐρίζεται O. 1.95

    εὐθὺν τόνον ποσσὶ τρέχων O. 10.65

    ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12.15

    πατρὸς δὲ Θεσσαλοἶ ἐπ' Ἀλφεοῦ ῥεέθροισιν αἴγλα ποδῶν ἀνάκειται O. 13.36

    ἀνὰ δ' ἔπαλτ ὀρθῷ ποδί O. 13.72

    κούφοισιν ἐκνεῦσαι ποσίν O. 13.114

    δεξιτερῷ μόνον ἀμφὶ ποδί P. 4.96

    σὺν δ' ἀέθλοις ἐκέλευσεν διακρῖναι ποδῶν P. 9.115

    χερσὶν ἢ ποδῶν ἀρετᾷ κρατήσαις P. 10.23

    καὶ γὰρ αὐτὰ ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς N. 1.50

    οὔ ποτ' ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί N. 3.42

    ποσσὶ γὰρ κράτεσκε i. e. in running N. 3.52 ( αἰετός) ὃς ἔλαβεν αἶψα τηλόθε μεταμαιόμενος δαφοινὸν ἄγραν ποσίν talons N. 3.81

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    σεῦ δὲ πάτρᾳ Χαριάδαις τ' ἐλαφρὸν ὑπερεῖσαι λίθον Μοισαῖον ἕκατι ποδῶν εὐωνύμων δὶς δὴ δυοῖν (sc. νικηφόρων) N. 8.47

    οὐκ ἔστι πρόσωθεν θνατὸν ἔτι σκοπιᾶς ἄλλας ἐφάψασθαι ποδοῖν N. 9.47

    σὺν ποδῶν χειρῶν τε νικᾶσαι σθένει N. 10.48

    λαιψηροῖς δὲ πόδεσσιν ἄφαρ ἐξικέσθαν N. 10.63

    στέφανοι χερσὶ νικάσαντ' ἀνέδησαν ἔθειραν ἢ ταχυτᾶτι ποδῶν I. 5.10

    υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶνI. 8.37 ποδὶ κροτέο[ντι (sc. γᾶν) Πα.. 1. Δαμαίνας πα[ῖ, ἐ]να[ισίμ]ῳ νῦν μοι ποδὶ στείχων ἁγέο Παρθ. 2.. κύνα Ἀμυκλάιαν ἀγωνίῳ ἐλελιζόμενος ποδὶ μιμέο *fr. 107a. 3.* ἐλαφρὸν ὄρχημ' οἶδα ποδῶν μειγνύμεν *fr. 107b. 1.* Καινεὺς σχίσαις ὀρθῷ ποδὶ γᾶν Θρ... σκολιαῖς γένυσσιν ἀνδέροντι πόδας ἠδὲ κεφαλάν (of Scythians eating a horse) fr. 203. 3.
    b foot of a hill.

    Στροφίον Παρνασσοῦ πόδα ναίοντ P. 11.36

    Παλίου δὲ πὰρ ποδὶ N. 4.54

    c met. ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (ἵν' εἴπῃ ὅτι προσήρμοσται αὐτῷ τὰ προειρημένα δαιμονίως Σ.) O. 6.8

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων N. 6.15

    esp., c. prep.,

    γνόντα τὸ πὰρ ποδός, οἵας εἶμεν αἴσας P. 3.60

    καλὰ γινώσκοντ' ἀνάγκᾳ ἐκτὸς ἔχειν πόδα P. 4.289

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος i. e. my immediate concern P. 8.32 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούῃ, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός i. e. immediate P. 10.62 τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων λέγεται παντὶ μάλιστα δονεῖν θυμόν (τὸ πηδάλιον Σ.) N. 6.55 βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις (ἐκποδὼν ἀφελκύσας Σ.) N. 7.67

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    Lexicon to Pindar > πούς

  • 11 πούς

    πούς, , ποδός, ποδί, πόδα (not ποῦν, Thom.Mag.p.257 R.): dat.pl. ποσί, [dialect] Ep.and Lyr. ποσσί (also Cratin.100(lyr.)), πόδεσσι, once
    A

    πόδεσι S.Fr. 240

    (lyr.): gen.and dat. dual ποδοῖν, [dialect] Ep.

    ποδοῖιν Il.18.537

    :—[dialect] Dor. nom. [full] πός (cf. ἀρτίπος, πούλυπος, etc.) Lyr.Adesp.72, but [full] πούς Tab.Heracl.2.34 (perh. Hellenistic); [full] πῶς· πός, ὑπὸ Δωριέων, Hsch. (fort. [full] πός· πούς, ὑ.Δ.); [dialect] Lacon. [full] πόρ, Id. (on the accent v. Hdn.Gr.2.921, A.D. Adv.134.24):—foot, both of men and beasts, Il.7.212, 8.339 (both pl.), etc.; in pl., also, a bird's talons, Od.15.526; arms or feelers of a polypus, Hes.Op. 524: properly the foot from the ankle down wards, Il.17.386;

    ταρσὸς ποδός 11.377

    , 388; ξύλινος π., of an artificial foot, Hdt.9.37: but also of the leg with the foot, as χείρ for the arm and hand, Il.23.772, Od.4.149, Luc.Alex.59.
    2 foot as that with which one runs,

    πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς Il.1.215

    , al.; or walks,

    τῷ δ' ὑπὸ ποσσὶ μέγας πελεμίζετ' Ὄλυμπος 8.443

    ; freq. with reference to swiftness,

    περιγιγνόμεθ' ἄλλων πύξ τε.. ἠδὲ πόδεσσιν Od.8.103

    ; ποσὶν ἐρίζειν to race on foot, Il.13.325, cf. 23.792;

    πόδεσσι πάντας ἐνίκα 20.410

    , cf. Od.13.261;

    ἀέθλια ποσσὶν ἄροντο Il.9.124

    , etc.; ποδῶν τιμά, αἴγλα, ἀρετά, ὁρμά, Pi.O.12.15, 13.36, P.10.23, B.9.20;

    ἅμιλλαν ἐπόνει ποδοῖν E.IA 213

    (lyr.): the dat. ποσί ([etym.] ποσσί, πόδεσσι) is added to many Verbs denoting motion, π. βήσετο, παρέδραμον, Il.8.389, 23.636; π. θέειν, πηδᾶν, σκαίρειν, πλίσσεσθαι, ib. 622,21.269, 18.572, Od.6.318;

    ὀρχεῖσθαι Hes.Th.3

    ;

    ἔρχεσθαι Od.6.39

    ;

    πάρος ποσὶν οὖδας ἱκέσθαι 8.376

    ;

    νέρθε δὲ ποσσὶν ἤϊε μακρὰ βιβάς Il.7.212

    ; also emphatically with Verbs denoting to trample or tread upon,

    πόσσι καταστείβοισι Sapph.94

    ;

    ἐπεμβῆναι ποδί S.El. 456

    ; πόδα βαίνειν, v. βαίνω A.11.4; πόδα τιθέναι to journey, Ar.Th. 1100: metaph., νόστιμον ναῦς ἐκίνησεν πόδα started on its homeward way, E.Hec. 940 (lyr.); νεῶν λῦσαι ποθοῦσιν οἴκαδ'.. πόδα ib. 1020; χειρῶν ἔκβαλλον ὀρείους πόδας ναός, i. e. oars, Tim.Pers. 102; φωνὴ τῶν π. τοῦ ὑετοῦ sound of the pattering of rain, LXX 3 Ki. 18.41.
    3 as a point of measurement, ἐς πόδας ἐκ κεφαλῆς from head to foot, Il.18.353;

    ἐκ κεφαλῆς ἐς πόδας ἄκρους 16.640

    ; and reversely,

    ἐκ ποδῶν δ' ἄνω.. εἰς ἄκρον κάρα A.Fr. 169

    ;

    ἐκ τῶν ποδῶν ἐς τὴν κεφαλήν σοι Ar.Pl. 650

    ; also

    ἐκ τριχὸς ἄχρι ποδῶν AP5.193

    (Posidipp. or Asclep.); ἐς κορυφὰν ἐκ ποδός ib.7.388 ([place name] Bianor).
    4 πρόσθε ποδός or ποδῶν, προπάροιθε ποδῶν, just before one, Il.23.877,21.601, 13.205;

    τὸ πρὸ ποδὸς.. χρῆμα Pi.I.8(7).13

    ;

    αὐτὰ τὰ πρὸ τῶν ποδῶν ὁρᾶν X.Lac.3.4

    , cf.An.4.6.12, Pl.R. 432d.
    b παρά or πὰρ ποδός off-hand, at once,

    ἀνελέσθαι πὰρ ποδός Thgn.282

    ;

    γνόντα τὸ πὰρ ποδός Pi.P.3.60

    , cf.10.62;

    πὰρ ποδί

    close at hand,

    Id.O.1.74

    ; but παραὶ ποσὶ κάππεσε θυμός sank to their feet, Il.15.280;

    παρὰ πόδα

    in a moment,

    S.Ph. 838

    (lyr.), Pl.Sph. 242a; close behind, Νέμεσις δέ γε πὰρ πόδας (leg. πόδα) βαίνει Prov. ap. Suid.; also

    παρὰ πόδας

    immediately afterwards

    Plb.1.35.3

    ,5.26.13, Gal.5.272;

    παρὰ π. οἱ ἔλεγχοι Luc.Hist. Conscr.13

    , cf. Aristid.2.115 J.;

    τὰ ἔμπροσθεν αὐτοῦ καὶ παρὰ πόδας

    at his very feet,

    Pl.Tht. 174a

    ; περὶ τῶν παρὰ πόδας καὶ τῶν ἐν ὀφθαλμοῖς ib.c;

    τὸ πλησίον καὶ παρὰ π. Luc.Cal.1

    .
    c ἐν ποσί in one's way, close at hand,

    τὸν ἐν π. γινόμενον Hdt.3.79

    , cf. Pi.P.8.32;

    τἀν ποσὶν κακά S.Ant. 1327

    , cf. E.Andr. 397;

    τοὐν ποσὶν κακόν Id.Alc. 739

    ;

    τὴν ἐν ποσὶ [κώμην] αἱρεῖν Th.3.97

    ;

    τὰ ἐν ποσὶν ἀγνοεῖν

    everyday matters,

    Pl.Tht. 175b

    , cf.Arist.Pol. 1263a18, etc.
    d τὸ πρὸς ποσί, = τὸ ἐν ποσί, S.OT 130.
    e all these phrases are opp. ἐκ ποδῶν out of the way, far off, written

    ἐκποδών Hdt.6.35

    , etc.; also,

    βίαια πάντ' ἐκ ποδὸς ἐρύσαις Pi.N.7.67

    .
    5 to denote close pursuit, ἐκ ποδὸς ἕπεσθαι follow in the track, i.e. close behind, Plb.3.68.1, cf. D.S.20.57, D.H.2.33, etc.;

    ἐκ ποδῶν διώξαντες Plu.Pel.11

    .
    b in earlier writers κατὰ πόδας on the heels of a person, Hdt.5.98, Th.3.98, 8.17, X.HG2.1.20, LXXGe.49.19 (also

    κατὰ πόδα ὑπολαβεῖν

    on the moment,

    Pl.Sph. 243d

    ); ἡ κατὰ πόδας ἡμέρα the very next day, Plb.1.12.1 (but κατὰ πόδας αἱρεῖν catch it running, X.Cyr.1.6.40, cf. Mem.2.6.9): c. gen. pers., κατὰ πόδας τινὸς ἐλαύνειν, ἰέναι, march, come close at his heels, on his track, Hdt.9.89, Th.5.64; τῇ κατὰ π. ἡμέρᾳ τῆς ἐκκλησίας on the day immediately after it, Plb.3.45.5;

    κατὰ π. τῆς μάχης Aristid. 1.157J.

    , etc.
    6 various phrases:
    a

    ἀνὰ πόδα

    backwards,

    Hsch.

    b ἐπὶ πόδα backwards facing the enemy, ἐπὶ π. ἀναχωρεῖν, ἀνάγειν, ἀναχάζεσθαι, to retire without turning to fly, leisurely, X.An. 5.2.32, Cyr.3.3.69, 7.1.34, etc.; also

    ἐπὶ πόδας Luc.Pisc.12

    ; but γίνεται ἡ ἔξοδος οἷον ἐπὶ πόδας the offspring is as it were born feetforemost, Arist.GA 752b14.
    c περὶ πόδα, properly of a shoe, round the foot, i.e. fitting exactly,

    ὡς ἔστι μοι τὸ χρῆμα τοῦτο περὶ πόδα Pl.Com.197

    , cf. 129: c. dat.,

    ὁρᾷς ὡς ἐμμελὴς ἡ ἀρχὴ καὶ περὶ πόδα τῇ ἱστορίᾳ Luc.Hist.Conscr.14

    , cf. Ind.10, Pseudol.23.
    d ὡς ποδῶνἔχει as he is off for feet, i. e. as quick as he can,

    ὡς ποδῶν εἶχον [τάχιστα] ἐβοήθεον Hdt.6.116

    ;

    ἐδίωκον ὡς ποδῶν ἕκαστος εἶχον Id.9.59

    ;

    φευκτέον ὡς ἔχει ποδῶν ἕκαστος Pl.Grg. 507d

    ; so,

    σοῦσθε.. ὅπως ποδῶν < ἔχετε> A.Supp. 837

    (lyr.).
    e ἔξω τινὸς πόδα ἔχειν keep one's foot out of a thing, i. e. be clear of it,

    ἔξω κομίζων πηλοῦ πόδα Id.Ch. 697

    ;

    πημάτων ἔξω πόδα ἔχει Id.Pr. 265

    ;

    ἐκτὸς κλαυμάτων S.Ph. 1260

    ;

    ἔξω πραγμάτων E.Heracl. 109

    : without a gen., ἐκτὸς ἔχειν πόδα Pi.P.4.289: opp.

    εἰς ἄντλον ἐμβήσῃ πόδα E.Heracl. 168

    ;

    ἐν τούτῳ πεδίλῳ.. πόδ' ἔχων Pi.O.6.8

    .
    g τὴν ὑπὸ πόδα [κατάστασιν] just below them, Plb.2.68.9; ὑπὸ πόδας τίθεσθαι trample under foot, scorn, Plu.2.1097c; οἱ ὑπὸ πόδα those next below them (in rank), Onos.25.2; ὑπὸ πόδα χωρεῖν recede, decline, of strength, Ath. [voice] Med. ap.Orib. inc.21.16.
    h for ὀρθῷ ποδί, v. ὀρθός 11.1.
    k ἁλιεῖς ἀπὸ ποδός prob. fishermen who fish from the land, not from boats, BGU221.5 (i1/iii A. D.); ποτίσαι ἀπὸ ποδός perh. irrigate by the feet (of oxen turning the irrigation-wheel), PRyl.157.21 (ii A. D.); τόπον.. ἀπὸ ποδὸς ἐξηρτισμένον dub. sens. in POsl.55.11 (ii/iii A. D.).
    1

    ἀγγεῖον.. τρήματα ἐκ τῶν ὑπὸ ποδὸς ἔχον

    round the bottom,

    Dsc.2.72

    .
    7 πούς τινος, as periphr. for a person as coming, etc., σὺν πατρὸς μολὼν ποδί, i.e. σὺν πατρί, E.Hipp. 661;

    παρθένου δέχου πόδα Id.Or. 1217

    , cf. Hec. 977, HF 336;

    χρόνου πόδα Id.Ba. 889

    (lyr.), Ar.Ra. 100; also ἐξ ἑνὸς ποδός, i.e. μόνος ὤν, S.Ph.91; οἱ δ' ἀφ' ἡσύχου π., i.e. οἱ ἡσύχως ζῶντες, E.Med. 217.
    II metaph., of things, foot, lowest part, esp. foot of a hill, Il.2.824, 20.59 (pl.), Pi.P.11.36, etc.; of a table, couch, etc., Ar.Fr. 530, X.Cyr.8.8.16, etc.; cf. πέζα; of the side strokes at the foot of the letter Ω, Callias ap.Ath.10.454a; = ποδεών 11.1,

    ἀσκοῦ.. λῦσαι π. E.Med. 679

    .
    2 in a ship, πόδες are the two lower corners of the sail, or the ropes fastened therelo, by which the sails are tightened or slackened, sheets (cf.

    ποδεών 11.4

    ), Od.5.260; χαλᾶν πόδα ease off the sheet, as is done when a squall is coming, E.Or. 707; τοῦ ποδὸς παρίει let go hold of it, Ar.Eq. 436;

    ἐκδοῦναι ὀλίγον τοῦ ποδός Luc.Cont.3

    ; ἐκπετάσουσι πόδα ναός (with reference to the sail), E.IT 1135 (lyr.): opp. τεῖναι πόδα haul it tight, S.Ant. 715; ναῦς ἐνταθεῖσα ποδί a ship with her sheet close hauled, E.Or. 706;

    κὰδ' δ'.. λαῖφος ἐρυσσάμενοι τανύοντο ἐς πόδας ἀμφοτέρους A.R.2.932

    ;

    ἱστία.. ἐτάνυσσαν ὑπ' ἀμφοτέροισι πόδεσσι Q.S.9.438

    .
    b perh. of the rudder or steering-paddle,

    αἰεὶ γὰρ πόδα νηὸς ἐνώμων Od.10.32

    (cf. Sch.ad loc.);

    πὰρ ποδὶ ναός Pi.N.6.55

    .
    III a foot, as a measure of length, = 4 palms ([etym.] παλασταί ) or 6 fingers, Hdt.2.149, Pl.Men. 82c, etc.
    IV foot in Prosody, Ar.Ra. 1323 (lyr.), Pl.R. 400a, Aristox. Harm.p.34 M., Heph.3.1, etc.; so of a metrical phrase or passage,

    ἔκμετρα καὶ ὑπὲρ τὸν π. Luc.Pr.Im.18

    ; of a long passage declaimed in one breath,

    κήρυκες ὅταν τὸν καλούμενον πόδα μέλλωσιν ἐρεῖν Gal.4.459

    , cf. Luc.Demon.65, Poll.4.91.
    V boundary stone, Is.Fr.27. (Cf. Lat. pes, Goth. fotus, etc. 'foot'; related to πέδον as noted by Arist. IA 706a33.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πούς

  • 12 ὑπό

    ὑπό [pron. full] [ῠ], Prep. with gen., dat., and acc.: [dialect] Aeol. [full] ὐπά Alc.39; [dialect] Boeot. [full] ὑπά
    A

    Ἀρχ.Δελτ. 14

    Pl. ii 19 (Thespiae, iii B.C.); [dialect] Ion. ηυπύ only in IG 14.871 (Cumae, v B.C.); Arc. [full] ὁπύ Schwyzer 664.15,21 (Orchom.Arc., iv B.C.); in [dialect] Ep. [full] ὑπαί (also B. 12.139): this is found in Hom. only six times as a well-attested reading (

    ὑ. πόδα Il.2.824

    ,

    ὑ. δέ 3.217

    , 11.417, 12.149,

    ὑ. δείους 10.376

    , 15.4); elsewh. (before λ ν ρ ϝ ) it is weakly attested as v. l. for ὑπὸ ([etym.] ?ὑπόX ¯ ), e.g. ποσσὶ δ' ὑπὸ (v.l. ὑπαὶ)

    λιπαροῖσι Il.2.44

    , al.; but ὑπαὶ νεφέων is given by most codd. in Il.15.625, 16.375 (v. Allen ed. maj.), and

    ὑπαὶ νεφέεσσι Anon.

    ap. Plu.2.38e; also in compds.,

    ὑπαιδείδοικα h.Merc. 165

    , ὑπαιφοινίσσω (q. v.); it is not freq. in Trag. Poets, A.Ag. 892, 944, 1164 (lyr.), Eu. 417, S.El. 711, 1418 (lyr.), Inach. in PTeb. 692 ii5 (lyr.), E.El. 1188 (lyr.), Ar. Ach. 970 (paratrag.). (With ὑπό ([etym.] ὕπο) cf. Skt. úpa 'towards, near to, etc.', Goth. uf 'under'.)
    A WITH GENITIVE,
    I of Place, with Verbs of motion, from under, αὖτις ἀναστήσονται ὑ. ζόφου they will rise again from under the gloom, Il.21.56;

    ὑ. χθονὸς ἧκε φόωσδε Hes.Th. 669

    ;

    ῥέει κρήνη ὑ. σπείους Od.9.141

    , cf. Pl.Phdr. 230b;

    ὄσσε δεινὸν ὑ. βλεφάρων ἐξεφάανθεν Il.19.17

    ; ἐσιδόντες ὑπαὶ χειμῶνος αἴγλαν from under the storm-cloud, B.12.139; esp. of rescuing from under another's power, after the Verbs ἐρύεσθαι, ἁρπάζειν, ῥύεσθαι, ἐρύειν, Il.9.248, 13.198, 17.224, 235;

    ἤγαγεν ὑμέτερόνδ' ἀνδροκτασίης ὕ. λυγρῆς

    from the consequences of,

    23.86

    ; also ἵππους μὲν λῦσαν ὑ. ζυγοῦ from under the yoke, 8.543, Od.4.39; ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην I loosed myself from under the ram, 9.463; σπλάγχνων ὕπο ματέρος μόλεν, i.e. was born, Pi.N.1.35, cf. O.6.43; rarely in Trag.,

    ὑ. πτερῶν σπάσας E.Andr. 441

    ;

    περᾷ γὰρ ἥδ' ὑ. σκηνῆς πόδα Id.Hec.53

    ; once in Hdt.,

    τὰς δέ οἱ ἵππους ὑ. τοῦ ἅρματος νεμομένας ἀφανισθῆναι 4.8

    ;

    αἴ τις ὑ. τῶν νομίων τῶν ἐπιϝοικων ἀνχωρέῃ SIG47.27

    (Locris, v B.C.); cf. ὑπέκ.
    2 of the object under which a thing is or is placed, under, beneath, with collat. sense of motion, as μοχλὸν ὑ. σποδοῦ ἤλασα πολλῆς thrust it in under the embers, Od. 9.375;

    ὑ. στέρνοιο τυχήσας Il.4.106

    ;

    τοὺς μὲν ὑ. χθονὸς εὐρυοδείης πέμψαν Hes.Th. 717

    : also without the sense of motion,

    ὑπ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο Il.3.372

    ;

    βάθιστον ὑ. χθονός ἐστι βέρεθρον 8.14

    ;

    ἐτέθαπτο ὑ. χθονός Od.11.52

    ;

    κεκευθὼς πολεμίας ὑ. χθονός A.Th. 588

    ;

    ὑπ' ἀγκῶνος βέλη Pi.O.2.83

    ;

    νέρθεν ὑπ' ἐγκεφάλοιο Il.16.347

    ;

    τὰ ὑ. γῆς δικαιωτήρια Pl.Phdr. 249a

    ;

    δεξιὰν ὑφ' εἵματος κρύπτειν E.Hec. 342

    ; φέρειν ζώνης ὕπο ib. 762: Thom.Mag.p.375 R. says that ὑ. = under takes gen. in [dialect] Att., acc. in 'Hellenic' Greek; κατακρύψας ὑ. κόπρου, which is v.l. in Od.9.329 for ὑ. κόπρῳ, is called by Eust.1631.36 Ἀττικώτερον, ὁποῖον καὶ τὸ φέρειν τι ὑ. κόλπου ἢ ὑ. μάλης (v. κόλπος, μάλη); but in [dialect] Att. Prose, Hdt., and the Koine ὑ. c. gen. in signfs. 1.1, 2 is almost limited to these and a few other phrases, esp. ὑ. γῆς; it is not found at all in Th., LXX, Ptolemaic papyri, and NT; X. has ὑ. ἁμάξης ( = from under) An.6.4.22,25; the Orators have only ὑ. μάλης, Lys.Fr.54, D.29.12; ὑ. γῆς is found in Pl.Ap. 18b, Mx. 246d, R. 414d, al., Arist.Mete. 352b6, al., Hipparch.2.2.45, Plb.18.18.10 ([etym.] ὑ. τῆς γῆς), 21.28.3,10.
    II of Cause or Agency, freq. with pass. Verbs, and with intr. Verbs in pass. sense,

    μή πως τάχ' ὑπ' αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς Il.3.436

    , cf. 4.479;

    ἡνιόχοιο ἐν κονίῃσι πεσόντος ὑφ' Ἕκτορος 17.428

    ; εὖτ' ἂν πολλοὶ ὑφ' Ἕκτορος θνῂσκοντες πίπτωσι 1.242;

    τὸν.. τοκέα ὑ. τοῦ.. παιδὸς ἀποθνῄσκειν Hdt.1.137

    ;

    οἵαις ὑπ' αὐτοῦ πημοναῖσι κάμπτομαι A.Pr. 308

    , cf. Th.7, al.;

    πέλεκυς.. ὅς τ' εἶσιν διὰ δουρὸς ὑπ' ἀνέρος Il.3.61

    ;

    ὑπ' Ἀχαιῶν.. φοβέοντο.. ἀπὸ νηῶν 16.303

    ;

    πάσχειν δὲ κακῶς ἐχθρὸν ὑπ' ἐχθρῶν A.Pr. 1042

    (anap.);

    ὑ. τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες Th.1.77

    ;

    ἐκπεσόντες ὑ. τοῦ πλήθους Id.4.66

    ;

    ἀναστάτων Καμαριναίων γενομένων ὑ. Συρακοσίων Id.6.5

    ;

    ὑφ' ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑ. τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν Id.4.64

    ; κλύοντές ἐσμεν αἰσχίστους λόγους.. τοῦδ' ὑπ' ἀνδρὸς ἀρτίως we have been called shameful names by.., S.Aj. 1321; κακῶς ὑ. τῶν πολιτῶν ἀκούειν to be ill spoken of by.., Isoc.4.77, cf. Pl.Hp.Ma. 304e, X.An. 7.7.23; of a subordinate agent, ὑ. κήρυκος προαγορεύειν, ἀπειπεῖν κηρύκων ὕπο, Hdt.9.98, E.Alc. 737, cf. Th.6.32;

    ἐμῶν ὑπ' ἀγγέλων.. πορεύεται S.Tr. 391

    ;

    ὑ. ἀγγέλων πέμπων Pl.Phlb. 66a

    : sts. with a verbal Subst., τὸ ὑ. νόμου ἐπίταγμα (i. e. ἐπιταττόμενον) Id.R. 359a;

    ἐκφορὰ φίλων ὕπο A.Th. 1029

    ;

    ἡ ὑπ' ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσις X. Mem.2.1.34

    ;

    ἡ ὑ. πάντων τιμή Id.Cyr.3.3.2

    ;

    Ἥρας δεσμοὶ ὑ. ὑέος Pl. R. 378d

    ; so ἄτρωτον ἦν ὑ. στύγους ( = οὐ τετρωμένον) prob. in A.Ch. 532.
    2 also in pregnant phrases, not only of the immediate act of the agent, but also of its further result, ὅθ' ὑ. λιγέων ἀνέμων σπέρχωσιν ἄελλαι hasten driven on by them, Il.13.334; ὑφ' Ἕκτορος.. φεύγοντες fleeing before him, 18.149,

    χάσσονται ὑπ' ἔγχεος 13.153

    , cf. 7.64, 11.119, 424, Od.5.320, 7.263, al.;

    πράγματα εἶχον ὑ. λῃστῶν X.HG5.1.5

    ; ἔπαινον, αἰτίαν ἔχειν ὑ. τινῶν, Hdt.9.78, A.Eu.99;

    οὐκέτι ἀποχωρεῖν οἷόν τ' ἦν ὑ. τῶν ἱππέων Th.7.78

    , cf. Ar.V. 1084.
    3 freq. of things as well as persons,

    ὡς διάκειμαι ὑ. τῆς νόσου Th.7.77

    ;

    κεῖμαι νούσου ὕ. στυγερᾶς IG42(1).125.8

    (Epid., iii B.C.);

    χαλεπῶς ἔχειν ὑ. τραυμάτων Pl.Tht. 142b

    ;

    ὑ. δόρατος πλαγείς IG42(1).122.64

    (Epid., iv B.C.); ὑ. ἔχιος φῦμα ib.123.4 (ibid., iv B.C.); ἰάθη ὑ. ὄφιος ib.121.113 (ibid., iv B.C.);

    κατεσκεύασαν τὰς πύλας κλείεσθαι ὑ. σφύρας τε μεγάλης καὶ κτύπου παμμεγέθους γιγνομένου Aen.Tact.20.4

    : of the agency of feelings, passions, etc.,

    ἀνόρουσ' ὑ. χάρματος h.Cer. 371

    ; ἐνδακρύειν, ἀνολολύξαι χαρᾶς ὕπο, A.Ag. 541, 587;

    μαίνεται.. ὑφ' ἡδονῆς S.El. 1153

    ;

    χλωρὸς ὑπαὶ δείους Il.10.376

    ;

    ὑ. δέους ἔρρηξε φωνήν Hdt.1.85

    , cf. Th.6.33;

    οὐ δυνατὸν τὸν δῆμον ἐσόμενον ὑ. τῶν κακῶν καρτερεῖν Id.4.66

    ;

    ὑ. κακοῦ ἀγρυπνίῃσι εἴχετο Hdt.3.129

    ;

    ὑπ' ἄλγους A.Eu. 183

    ;

    ὑπ' ὀργῆς Ar.V. 1083

    ;

    ὑ. λύπης S.OT 1073

    : hence ὑπό is used even with active Verbs, where a passive word may be supplied, e.g. ὑ. ἀρετῆς καὶ προθυμίης συνεπλήρουν τὰς νέας from courage, i. e. impelled by courage, Hdt.8.1;

    ὤρυσσον ὑ. μαστίγων Id.7.22

    , cf. 56; οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ' ὑ. χειρὸς ἐμᾶς by my agency, S.Ph. 1118 (lyr.); αἰ μήτις αὐτὸς δοίη, μὴ ὑπ' ἀνάγκας not under compulsion, GDI5128.5 ([place name] Vaxos).
    4 ὑπό freq. serves to denote the attendant or accompanying circumstances,

    νέφος ἐρχόμενον κατὰ πόντον ὑ. Ζεφύροιο ἰωῆς Il.4.276

    , cf. 16.591, etc.: sts. with part. added, ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ' Ἀχαιῶν at their shouting, i.e. when they shouted, 2.334, 16.277;

    ἴαχε σάλπιγξ ἄστυ περιπλομένων δηΐων ὕ. 18.220

    .
    5 of accompanying music, to give the time,

    κώμαζον ὑπ' αὐλοῦ Hes.Sc. 281

    , cf. 278;

    ᾄδων ὑπ' αὐλητῆρος Archil.123

    , cf. Thgn.825, Charon Fr.9;

    πίνειν ὑ. σάλπιγγος Ar.Ach. 1001

    : generally, of anything attendant, δαΐδων ὕ. λαμπομενάων ἠγίνεον by torchlight, Il.18.492, cf. E.Hel. 639 (lyr.), Ion 1474 (lyr.);

    καταθάψομεν.. ὑ. κλαυθμῶν A.Ag. 1554

    (anap.);

    ὑπ' εὐκλείας θανεῖν E.Hipp. 1299

    ;

    εἴσειμ' ὑπαὶ πτερύγων κιχλᾶν καὶ κοψίχων Ar.Ach. 970

    ; ὑπ' εὐφήμου βοῆς θῦσαι offer a sacrifice accompanied by it, S.El. 630; ὑ. φανοῦ πορεύεσθαι by lantern-light, X.Lac.5.7; ὑ. πομπῆς ἐξάγειν τινά in or with solemn procession, Hdt.2.45, cf. Ar.Th. 1030; ὑ. βίης βήξας coughing with violence, violently, Hdt.6.107; ἐτόξευον ὑ. μαστίγων, i.e. they shot and lashed, X.An.3.4.25: v. infr. B. 11.4, C. IV. 1.
    6 ὑ. Ἑλλανοδικᾶν, = ἐπί c. gen., SIG171 (Olympia, iv B.C.).
    7 Math., ἡ ὑ. ΘΔΗ the angle ΘΔΗ ( = ἡ ὑ. τῶν ΘΔ, ΔΗ περιεχομένη γωνία), Procl. Hyp.2.26; but also τὸ ὑ. τῶν ΑΓ, ΓΒ the rectangle contained by ΑΓ, ΓΒ, = ΑΓ χ ΓΒ, Euc.2.4.
    8 ναῦλον ὄνων γ εἰς τὴν πόλιν ὑ. οἴνου laden with wine, Pap. in Hermes 28.163 (ii A.D.), cf. ib.479, and infr. C. IV. 2.
    B WITH DATIVE (esp. in Poets, never in LXX (Jb.12.5 is dub. l.) or NT, not common in Arist., Ptolemaic papyri, or Plb.), of Position under,

    ὑ. ποσσί Il.2.784

    , al.; ὑ. πλατανίστῳ ib. 307, cf. 18.558; ὑ. Τμώλῳ at its foot, 2.866, cf. Od.1.186;

    Βερύσιοι ὑ. τῇ Ἴδῃ IG12.191.11

    , cf. 373.118, al.;

    ὑ. τῇ ἀκροπόλι Hdt.6.105

    ; τῶν θανόντων ὑπ' Ἰλίῳ under its walls, E.Hec. 764, cf. A.Ag. 860;

    πέτρῃ ὕ. γλαφυρῇ εὗδον, Βορέω ὑπ' ἰωγῇ Od.14.533

    ;

    ὑ. τοῖς ὄρεσιν ἔχειν τὰς πηγάς Arist.Mete. 350b27

    ;

    ὑ. πέτρᾳ παῖς IG42(1).122.19

    (Epid., iv B.C.); ὑ. τῷ ναῷ ἀστραγαλίζοντος αὐτοῦ ib.121.25 (ibid., iv B.C.); ηυπὺ τῇ κλίνῃ τούτῃ ληνὸς (or Λῆνος) ηύπυ ib.14.871 (Cumae, v B.C.);

    στρουθοὶ ὑ. τῇ τραπέζῃ Michel 832.33

    (Samos, iv B.C.);

    ὑ. τῇ μασχάλῃ Hp.Art.11

    ;

    χέλυν δ' ὑ. μασχάλῃ εἶχεν h.Merc. 242

    ;

    ὑ. ταῖς μασχάλαις Arist.PA 688b5

    ,14; ὁ ὑ. τῇ γῇ ἀήρ under the earth, Id.Cael. 295a28; ἐὰν ὑ. σοὶ κατακλινῇ lies next below you, Pl.Smp. 222e; ὑφ' ἅρμασι under, i.e. yoked to, the chariot, Il.8.402, 18.244;

    εἶχε μάχαιραν ὑφ' αὑτῷ παρεσκευασμένος Plb.8.20.6

    codd., cf. POxy. 1800 Fr.2.36 (Vit.Aesop.);

    ὑ. τοῖς χιτωνίσκοις περιζώματα φοροῦσιν Plb.12.26a

    .4, cf. 13.7.9; τά τε θηρία καὶ τὰς ὑπ' αὐτοῖς σχεδίας under them, on which they stood, Id.3.46.8;

    τῆς γῆς τῆς ὑ. τῷ κόσμῳ κειμένης Timae.

    ap. eund.12.25.7;

    οἱ ὑ. τῇ ἄρκτῳ, τῇ μεσημβρία, οἰκοῦντες Adam.2.31

    , cf. Arist.Pr. 940a37, Phgn. 806b16;

    ὑ. τῷ μετώπῳ ὀφρύες Id.HA 491b14

    ;

    ὑ. τῷ γενείῳ Plb.34.10.9

    ;

    τὰ ὑ. τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις Hero

    *Deff.135.12;

    ὑ. τῷ δέρματι Gal. 18(2).102

    .
    2 with Verbs of motion, where rest or position follows, εἷσαν ὑ. φηγῷ set [him] down under it, Il.5.693;

    ἔζευξαν ὑφ' ἅρμασιν.. ἵππους Od.3.478

    , cf. Il.24.782;

    ὑ. δ' ἄξοσι.. ἔπιπτον 16.378

    , cf. X.Cyr.7.1.37;

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ θέμεναι Il.24.644

    .
    3 in such phrases as ὑ. χερσί τινος ἁλῶναι, δαμῆναι, 2.374, 860, al.;

    ἐμῇς ὑ. χερσὶ δάμασσον 3.352

    ;

    ὑ. δουρὶ δαμῆναι 5.653

    , etc.;

    ἔκπεσον ἵππων Ἀτρεΐδεω ὑ. χερσί 11.180

    ;

    ὤλετο.. ὑ. γαμφηλῇσι λέοντος 16.489

    ;

    πέπληγμαι δ' ὑπαὶ δάκει φοινίῳ A.Ag. 1164

    (lyr.);

    ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι Il.6.453

    ;

    ὑ. τινὶ κτείνεσθαι 16.490

    .
    4 behind,

    ὑ. φάλαγγι Ascl.Tact.6.1

    ; under the cover or protection of,

    ὑ. τούτῳ τῷ φράγματι τοὺς ὑπορύσσοντας εἶναι Aen.Tact.37.9

    ;

    ὑ. ταῖς αὑτῶν ἀσφαλείαις Plb. 1.57.8

    , 4.12.10, 16.6.1.
    II of the person under whose hand, power, or influence, or the thing by or through which a thing is done, ὑπ' Ἀργείοισι φέβοντο fled before them, Il.11.121; freq. in Hom. with intr. or pass. Verbs,

    ἐφόβηθεν ὑφ' Ἕκτορι Il.15.637

    ;

    ὁρμηθέντες ὑ. πληγῇσιν ἱμάσθλης Od.13.82

    ;

    βῆ.. θεῶν ὑ. πομπῇ Il.6.171

    ;

    ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο 23.215

    ;

    ὑ. λαίλαπι βέβριθε χθών 16.384

    ; τεκεῖν, τεκέσθαι ὑ. τινί, 2.714, 728, 742;

    ἀτῆθαι ὑ. τῷ μεμφομένῳ GDI4994.8

    ([place name] Crete);

    ὁ χρησμὸς ὁ γεγονὼς ὑ. τοῖ Ἀπόλλωνι Inscr.Magn.38.5

    , cf. 12,31,52.
    2 expressing subjection or dependence, ὑ. τινί under one's power,

    δέδμητο δὲ λαὸς ὑπ' αὐτῷ Od.3.305

    , cf. Il.9.156;

    ὑπ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν Od. 7.68

    ; εἶναι ὑ. τισί to be subordinate, subject to them, Th.1.32; ὑ. Χείρωνι τεθραμμένος under the eye of.., Pl.R. 391c; ἔχειν ὑφ' ἑαυτῷ have under one, at one's command, X.Cyr.2.1.26;

    τὰ θηρία τὰ ὑ. τοῖς ἀνθρώποις Pl.R. 563c

    ;

    ὑ. τινὶ στρατεύσασθαι Plu.Cic.44

    : in pregnant sense,

    ἵνα.. πάντα ὑ. Πέρσῃσι γένηται Hdt.7.11

    , cf. Th.7.64;

    ὑπ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι Hdt.7.157

    ;

    κινδυνεύσαιμ' ἂν ὑ. τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ Lys.24.6

    ;

    ὑ. τῷ Μακεδόνι ταττομένων Plb.18.11.4

    ;

    τοὺς τραφέντας ὑ. τούτοις Id.6.7.2

    .
    3 of the subordination of things coming under a class,

    αἱ ὑ. ταῖς τέχναις ἐργασίαι Pl.Smp. 205c

    ;

    τὸ ὑ. ταῖς γεωμετρίαις Id.R. 511b

    ;

    ὄργανα.. τὰ ὑ. τῇ μουσικῇ Id.Hp.Ma. 295d

    .
    4 as in A. 11.5, ὑπ' αὐλητῆρι πρόσθ' ἔκιον advanced to the music of the flute-player, Hes.Sc. 283; ὑπ' αὐλῷ, ὑ. κήρυκι καὶ θεολόγῳ, Luc.DDeor.2.2, Alex.19;

    ὑ. μάστιξι διορύττειν τὸν Ἄθω Plu.2.470e

    : generally, of attendant circumstances,

    ἐξ ἁλὸς εἶσι.. πνοιῇ ὕπο Ζεφύροιο Od.4.402

    ; ὑ. ῥάβδοις καὶ πελέκεσι κατιών escorted by the lictors, Plu.Publ.10; ὑ. σκότῳ, νυκτί, A.Ag. 1030 (lyr.), A.R. 1.1022, etc.;

    λάμπει δ' ὑ. μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός B.3.17

    ;

    αἰθομένα δᾲς ὑ. ξανθαἵσι πεύκαις Pi.Fr.79

    ;

    ὑ. φωτὶ πολλῷ προσῄει Plu.Galb.14

    ;

    ὑ. λαμπάσιν ἡμμέναις Hld.10.41

    ; ὑ. πολλῷ στρατῷ escorted by a great host, Nic.Dam.10J.;

    ὑ. δικαιοσύνῃ διαγαγεῖν τὸν βίον Pl.Ep. 335d

    .— ὑπό has no sense c. dat. which it has not also c. gen.; but all its senses c. gen. do not belong to the dat.:—later ὑπό c. dat. is found as a mere periphr. of the dat.,

    στέφος.. αὐτὸς ὑφ' ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις AP5.73

    (Rufin.), cf. 85 (Claudian.);

    λέων ὑπ' ἄκοντι τετυμμένος A.R.2.26

    , cf. Man.2.131.
    C WITH ACCUSATIVE, of Place; to express motion towards and under an object, ὑ. σπέος ἤλασε μῆλα drove them under, i.e. into, the cave, Il.4.279;

    ὑ. ζυγὸν ἤγαγεν Od.3.383

    ; σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑ. γαῖαν, i.e. shall die, Il.18.333;

    νέεσθαι ὑ. ζόφον 23.51

    , cf. Od.3.335; κατακρύπτειν τινὰ ὑ. τὴν αὐτὴν θύρην under shelter of it, i.e. behind it, Hdt.1.12;

    πάϊς ὣς ὑ. μητέρα δύσκεν εἰς Αἴαντα Il.8.271

    ;

    ὅκως ἔωσι ὑ. τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον Hdt.9.96

    ;

    ὑ. τὸν πρῶτον λόχον τῶν ὁπλιτῶν τὸν πρῶτον λόχον τῶν ψιλῶν τετάχθαι Ael.Tact.15.2

    ; of coming close up under a lofty citadel, ἤλθεθ' ὑ. Τροίην up to T., Od.4.146;

    ὅτ' ἔμελλεν ὑ. πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι Il.11.181

    ;

    παυρότερον λαὸν ἀγαγόνθ' ὑ. τεῖχος ἄρειον 4.407

    ;

    ὑ. τὰ τείχη φεύγειν Plb.1.74.11

    ;

    ὑ. τὰς ἴλας φεύγειν Id.3.65.7

    , cf. 3.105.6, 11.21.5, al.;

    ὑ. ταὐτὸ στέγος εἰσελθεῖν GDI3536

    B 3 ([place name] Cnidus);

    πᾶν ὃ ἐὰν ἔλθῃ.. ὑ. τὴν ῥάβδον LXXLe.27.32

    , cf. De.4.11, al.; so ὑ. δικαστήριον ὑπαχθείς, ἀγαγόντες, Hdt.6.72, 104 (cf. ὑπάγειν ὑ. τοὺς ἐφόρους ib.82) prob. refers to the elevated seats of the judges in court, cf. ὑπάγω A ΙΙ.
    2 of Position or Extension under an object, without sense of motion,

    Ἀρκαδίην ὑ. Κυλλήνης ὄρος Il.2.603

    , cf. 824, etc.;

    ἰκριώσασι ὑ. τὴν ὀροφήν IG12.374.76

    ; ἐργασαμένοις τὸ ἄνθεμον ὑ. τὴν ἀσπίδα ib.371.9;

    τὰ μὲν ὑ. τὸν λόφον καὶ τὰμ φάραγγα Inscr.Prien.37.162

    (ii B.C.);

    ἀνθέντω ὑ. τὸν ναὸν τᾶς Δάματρος IG5(1).1498.13

    (loc. inc., ii B.C.); ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε everywhere under the sun, Il.5.267;

    ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο φοιτῶσι Od.2.181

    ;

    τῶν ὑ. τοῦτον τὸν ἥλιον.. ἀνθρώπων D.18.270

    ;

    τὰ ὑ. τὴν ἄρκτον Hdt. 5.10

    , cf. Arist.Mete. 362a17;

    οἴκησις ἡ λεγομένη ὑ. τὸν πόλον Gem.5.38

    , cf. 16.21, al.;

    ὑ. τὸν οὐρανόν LXXEx.17.14

    , al., UPZ106.14 (i B.C.);

    τὸ ὑ. τὴν ἀκρόπολιν Th.2.17

    ;

    ὁ ὑ. γῆν λεγόμενος εἶναι θεός Hdt.7.114

    , cf. Il.19.259; ὑ. γῆν is more freq. than ὑ. γῆς in Arist., Mete. 349b29, al., in Hipparch., 1.3.10, al., and entirely supersedes ὑ. γῆς in Hdt., 2.124, 125, 127, 148, 150, 3.102, 4.195, 7.114, and Gem., 2.19, al.; it is found also in Plb.21.28.11, etc.; ὑ. γῆν the nadir, opp. μεσουράνημα, PLond.1.98r.49, 110.33 (i/ii A.D.); also

    ἄγχε δέ μιν.. ἱμὰς ἁπαλὴν ὑ. δειρήν Il.3.371

    ;

    Τρῶες.. πτῶσσον ὑ. κρημνούς 21.26

    ;

    ἀγέροντο.. ἄλσος ὕ. σκιερόν Od.20.278

    ;

    τρωφεὶς ὑ. τὸν ὀφθαλμόν IG42(1).122.120

    (Epid., iv B.C.);

    οὐλὴ ὑπ' ὀφθαλμὸν δεξιόν PCair.Zen76.13

    (iii B.C.);

    ὑ. τὸ μέρος τοῦ ἐνοφειλομένου ὑπογραψάτω ὅσον ἰδίᾳ ἔχει PRev.Laws 19.2

    (iii B.C.);

    κείμενος ὑ. τὸν ὀμφαλόν Sor.1.7

    , cf. 67, al.;

    ὑ. τὰς πύλας ἵππων πόδες φαίνονται Th.5.10

    ;

    μὴ ὑποτιθέναι κύλικα ὑ. τὴν κλίνην IG12(5).593

    A21 (Ceos, v B. C.); ὑ. τὸν ὀδόν ib.42(1).102.249 (Epid., iv B.C.);

    καταψύξατε ὑ. τὸ δένδρον LXX Ge.18.4

    ; ὑ. τὸν λέβητα ib.Ec.7.7(6); ὑ. τοὺς πόδας ib.La.3.34;

    εἰς τοὺς ὑ. πόδα χωρεῖ τόπους Dsc.5.75

    (v.

    πούς 1.6

    g); ἡ ὑ. πόδα (sc. γραμμή ) the base of a triangle, Hero *Mens.55; also ὑπ' αὐγὰς.. λεύσσουσαι πέπλους holding them up to the light, E.Hec. 1154; also ὑ. τὸν ὀφθαλμόν close to the eye, Arist. Pr. 874a9;

    ὑποκειμένης τῆς Εὐβοίας ὑ. τὴν Ἀττικήν Isoc.4.108

    ;

    ὑπ' αὐτὴν ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα S.El. 720

    ;

    εἰ θεωρήσειεν ὑπ' αὐγὰς τὸν ἀνθρώπειον βίον Iamb.Protr.8

    (cf.

    αὐγή 1

    ): of subordinate position.

    κατακλίνεσθαι ὑ. τινά Luc.Symp.9

    ; τίς ὑ. τίνα; who is next to whom, Onos.10.2.
    b Math., ὁ κύβος ὁ ὑ. τὴν.. σφαῖραν inscribed in the sphere, Papp.440.5;

    εἶναι ὑ. τὸ αὐτὸ ὕψος Euc.11.29

    , Archim.Sph.Cyl.1.19; ὑ. τὰν αὐτὰν γωνίαν subtending.., Id.Aren. 1.20 (cj.), cf. 21;

    αἱ γωνίαι ὑφ' ἃς αἱ ὁμόλογοι πλευραὶ ὑποτείνουσι Euc.6.6

    ,al.
    II of subjection, control, dependence, never in Hom., once in Hdt.,

    ὑ. βασιλέα δασμοφόρος 7.108

    ;

    ὑ. σφᾶς ποιεῖσθαι Th.4.60

    , cf. Pl.R. 348d, Arist. HA 488a10, etc.;

    ἕως κα ᾖ ὑ. τὸν πατέρα Test.Epict.3.29

    ;

    ὑ. τιν' ἦν τῶν βασιλέων Men.340

    ;

    τί δ' οὐ κρατέοντος ὑπ' ἰσχύν; Call.Jov.75

    , cf. 74;

    ὑ. Δία Γῆν Ἥλιον Sammelb. 5616

    (i A.D.), POxy.722.6 (i/ii A.D.), etc. (v.

    ἥλιος 11.1

    );

    ὑ. θεὸν καὶ ἄνθρωπον Michel854.52

    (Halic., iii B.C.);

    τοῦ τοπαρχοῦντος ὑ. σέ PCair.Zen.322.3

    (iii B.C.);

    στρατενσάμενον ὑ. ἄρχοντα Ἀντίοχον IG12(1).43.7

    ([place name] Rhodes);

    μηδὲ ὑ. δεσπότην ὤν LXXPr. 6.7

    , cf. Ps.143.2; for ὑ. χεῖρα, v. χείρ; οἱ ὑ. τινά X.Cyr.3.3.6,8.8.5, etc.;

    τοῖς ὑφ' αὑτὸν τεταγμένοις GDI3750.75

    ([place name] Rhodes).
    III of Time, in the course of, during, or to be left untranslated in English,

    ἐκέλευε Τοωσὶ ποτὶ πτόλιν ἡγήσασθαι νύχθ' ὕ. τήνδ' ὀλοήν Il.22.102

    ;

    ὑ. τὴν νύκτα ταύτην Hdt.9.51

    , cf. 58; ὑ. τὴν πρώτην ἐπελθοῦσαν νύκτα ἀπέδρη Id 6.2;

    τῆς κολοκύνθης.. ἣ ἐγενήθη ὑ. νύκτα καὶ ὑ. νύκτα ἀπώλετο LXXJn.4.10

    : rarely with stress on the duration, πάνθ' ὑ. μηνιθμόν throughout its continuance, Il.16.202;

    ὑ. τὸν παρεόντα τόνδε πόλεμον Hdt.9.60

    ; οὐδὲν τῶν κατ' Αἴγυπτον ὑ. ταῦτα ἑτεροιωθῆναι during that time, Id.2.142;

    ὑ. τὸν χρόνον ὃν οἱ ἑξήκοντα καὶ τριηκόσιοι ἦρχον οἵδε ἐθεόρεον IG12(8).276.4

    ([place name] Thasos).
    2 also of Time, about, sts. more precisely at, and of events, about or at the time of, ὑπ' αὐτὸν τὸν χρόνον ὅτε .. Ar.Ach. 139, cf. Hdt.7.165;

    ὑπ' αὐτὸν τὸν καιρόν Plb. 11.27.4

    , 16.15.8; ὑφ' ἕνα καιρόν at one time, Diog.Oen.38;

    ὑ. τὸν αὐτὸν χρόνον Th.2.26

    ;

    ὑ. τοὺς αὐτοὺς χρόνους Id.1.100

    ;

    ὑ. τὸν σεισμόν Id.2.27

    , cf. Plb.4.33.5, Plu.Alex.14; ὑ. τὴν ἑωθινήν, ὑ. τὴν ὄρφνην, Plb. 18.19.5,7;

    ὑ. τὸν ὄρθρον Act.Ap.5.21

    , Gp.2.4.3; ποιεῖσθαι τοὺς περιπάτους ὑ. τὸ ψῦχος in the cool of the morning, Plb.5.56.10; ὑφ' ἓν πάντες all at once, at the same time, Arr.Epict.3.22.33, cf. S.E.M. 10.124, Sor.1.103, al.; παιδάριον ὑ. τὴν ἀναπνοὴν ἑπτὰ καὶ πέντε στίχους συνεῖρον in one breath, Plb.10.47.9; ὑφ' ἓν ἐκτρῖψαι at one blow, LXX Wi.12.9; ὑ. μίαν ἄρσιν καὶ θέσιν ἀνατείνοντες καὶ κατατιθέμενοι, of a squad of diggers, Gp.2.45.5; ὑ. μίαν φωνήν Aristeas 178; πῶς γὰρ ἂν ὑ. τὰς αὐτὰς ἡμέρας ἔν τε τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἐν τῇ Κιλικίᾳ.. πολεμήσειε; at the same time, D.C.36.35; sts. c. part., ὑ. τὸν νηὸν κατακαέντα at the time of its burning, Hdt.1.51; ὑ. τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου just at the end, X.Mem.2.8.1, cf. Plu.Mar.46; ὑ. τὸν θυμὸν ἐκ χειρὸς ἐπιστρατευσαμένων at the very time of their anger, Plb. 2.19.10;

    ὑ. παροξυσμόν Gal.19.215

    ; παραδόντω τοῖς αἱρεθεῖσι εἰς τὸν ὑπ' αὐτὰ (or ὕπαυτα as Adv. = ἑξῆς)

    ἐνιαυτόν IG9(1).694.60

    (Corc., ii/i B.C.);

    ὑ. κύνα Arist.HA 547a14

    , Thphr.CP1.13.3, D.S.19.109;

    ὑ. τὰς θερινὰς [τροπὰς] καὶ τοῦ κυνὸς τὴν ἐπιτολήν Gp.2.6.17

    .
    IV of accompaniment,

    ὑπὸ ὄρχησίν τε καὶ ᾠδήν Pl.Lg. 670a

    ;

    ὑ. αὐλὸν διαλέγεσθαι X.Smp.6.3

    codd. (ὑ. τοῦ αὐλοῦ Cobet); ὑ. κήρυκα (v.

    κῆρυξ 1.3

    ).—Compare A.11.5, B.11.4.
    2 ὄνον ἕνα ὑ. λαχανόσπερμον laden with.., Meyer Ostr.81.2 (i A. D.), cf. PFay.p.324 (i A.D.);

    ὄνοι ὑ. δένδρα BGU 362i6

    , al. (iii A.D.); cf. supr. A.11.8.
    D POSITION: ὑ. can follow its Subst., becoming by anastrophe ὕπο. It is freq. separated from the Subst. by intervening words, as in Il.2.465, Od.5.320, 7.130:— ὑπαί is placed after its case in A. Eu. 417, S.El. 1418, Inach. l.c., although acc. to Hdn.Gr.1.480 it cannot suffer anastrophe.
    E AS ADV., under, below, beneath, freq. in Hom.; esp. of young animals, under the mother, i.e. at the breast, Od.4.636, 21.23.
    2 behind, Hdt.7.61: cf. C. 1.
    II ὑπ' ἐκ or ὑπέκ, v. ὑπέκ.—In Hom. the separation of the Prep. from its Verb by tmesis is very freq., and sts. it follows, in which case it suffers anastrophe,

    φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ Od.9.17

    .
    F IN COMPOSITION:
    I under, as well of rest as of motion, as in ὕπειμι, ὑποβαίνω, etc.
    2 of the casing or covering of one thing with another, as ὑπάργυρος, ὑπόχρυσος.
    3 of the agency or influence under which a thing is done, to express subjection or subordination, ὑποδαμνάω, ὑποδμώς, ὑφηνίοχος, cf. ἐπί G. 111.
    II denoting what is in small degree or gradual, somewhat, a little, as in ὑποκινέω, ὑποδεής, ὑπόλευκος (so in tmesi,

    ὑ. τι ἀσεβῆ Pl.Phdr. 242d

    , cf. Grg. 493c;

    ὑ. τι μικρὸν ἐπιθήκισα Ar.V. 1290

    (lyr.)).
    III underhand, secretly, as in ὑποθέω, ὑποθωπεύω, ὑποκορίζομαι, ὑπόρνυμι.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπό

  • 13 ἀμπνέω

    a breathe out, upwards, met. ἦν ὅτι νιν (= Τροίαν)

    πεπρωμένον λαβρὸν ἀμπνεῦσαι καπνόν O. 8.36

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς ἀμπνέων πῦρ Δ. 2. 15.
    b abs., take breath, a breathing space ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν (ἐπιλαμβάνεται ἑαυτοῦ ὁ Πίνδαρος. Σ.) N. 8.19
    c abs., breathe, have life

    ἀναπνέομεν δ' οὐχ ἅπαντες ἐπὶ ἴσα N. 7.5

    Lexicon to Pindar > ἀμπνέω

  • 14 γάρ

    γάρ particle, always in second or third position.
    1 not joined with other particles.
    a gives reason for what precedes.

    ἔστι δ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς ἀμφὶ δαιμόνων καλά. μείων γὰρ αἰτία O. 1.35

    λάθα δὲ πότμῳ σὺν εὐδαίμονι γένοιτ' ἄν. ἐσλῶν γὰρ ὑπὸ χαρμάτων πῆμα θνᾴσκει O. 2.19

    (If a man had the qualities I describe, he would be celebrated.) ἴστω γὰρ ἐν τούτῳ πεδίλῳ δαιμόνιον πόδ' ἔχων Σωστράτου υἱός (but cf. h infra) O. 6.8

    ὄτρυνον νῦν ἑταίρους, Αἰνέα,. ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός O. 6.90

    ἀσκεῖται Θέμις ἔξοχ' ἀνθρώπων (sc. in Aigina). ὅτι γὰρ πολὺ καὶ πολλᾷ ῥέπῃ, ὀρθᾷ διακρῖναι φρενὶ δυσπαλές because Aigina is a great commercial stateand is bound to reverence the rule of righteous dealing, Sandys O. 8.23

    πάγον Κρόνου προσεφθέγξατο· πρόσθε γὰρ νώνυμνος O. 10.50

    Ἱμέραν εὐρυσθενἔ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα. τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ νᾶες (cf. f infra) O. 12.3 ναυσιφορήτοις δ' ἀνδράσι πρώτα χάρις πομπαῖον ἐλθεῖν οὖρον· ἐοικότα γὰρ καὶ

    τελευτᾷ φερτέρου νόστου τυχεῖν P. 1.34

    ἐμὲ δὲ χρεὼν φεύγειν δάκος ἀδινὸν κακαγοριᾶν. εἶδον γὰρ Ἀρχίλοχον P. 2.54

    ἱκόμαν οἴκαδ'. πεύθομαι γάρ νιν Πελίαν ἁμετέρων ἀποσυλᾶσαι βιαίως ἀρχεδικᾶν τοκέωνP. 4.109 ἔλπετο δ' οὐκέτι οἱ κεῖνον γε πράξασθαι πόνον. κεῖτο γὰρ ( δέρμα sc.)

    λόχμᾳ P. 4.244

    μακρά μοι νεῖσθαι κατ' ἀμαξιτόν· ὥρα γὰρ συνάπτει P. 4.247

    θεόθεν ἐραίμαν καλῶν, δυνατὰ μαιόμενος ἐν ἁλικίᾳ. τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μεκροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα, μέμφομ' αἶσαν τυραννίδων P. 11.52

    ἵκετ' ὀξείαις ἀνίαισι τυπείς· τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει πάνθ ὁμῶς N. 1.53

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς. εἶδε γὰρ N. 1.56

    ἵκεο Δωρίδα νᾶσον Αἴγιναν· ὕδατι γὰρ μένοντ' ἐπ Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι N. 3.3

    ἀπότρεπε αὖτις Εὐρώπαν ποτὶ χέρσον ἔντεα ναός· ἄπορα γὰρ λόγον Αἰκακοῦ παίδων τὸν ἅπαντά μοι διελθεῖν N. 4.71

    εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα· παροιχομένων γὰρ ἀνέρων N. 6.29

    ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν. πολλὰ γὰρ πολλᾷ λέλεκται, νεαρὰ δ' ἐξευρόντα δόμεν βασάνῳ ἐς ἔλεγχον ἅπας κίνδυνος N. 8.20

    ἀλλ' ἐπέων γλυκὺν ὕμνον πράσσετε. τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ ἀναβαίνων αὐδὰν μανύει N. 9.4

    ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες· δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα N. 11.45

    οἱ μὲν πάλαι ῥίμφα παιδείους ἐτόξευον μελιγάρυας ὕμνους · ἁ Μοῖσα γὰρ οὐ φιλοκερδής τω τότ' ἦν I. 2.6

    ἔστι μοι θεῶν ἕκατι μυρία παντᾷ κέλευθος· ὦ Μέλισσ, εὐμαχανίαν γὰρ ἔφανας I. 4.2

    δαπάνᾳ χαῖρον ἵππων. τῶν ἀπειράτων γὰρ ἄγνωτοι σιωπαί I. 4.30

    προφρόνων Μοισᾶν τύχομεν, κεῖνον ἅψαι πυρσὸν ὕμνων καὶ Μελίσσῳ. τόλμα γὰρ εἰκὼς θυμὸν ἐριβρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ I. 4.45

    ἐμοὶ δὲ μακρὸν πάσας ἀναγήσασθ' ἀρετάς· Φυλακίδᾳ γὰρ ἧλθον, ὦ Μοῖσα, ταμίας Πυθέᾳ τε κώμων I. 6.57

    κώμαζ' ἔπειτεν Στρεψιάδᾳ· φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου I. 7.21

    ἄλοχον

    εὐειδέα θέλων ἑκάτερος ἑὰν ἔμμεν. ἔρως γὰρ ἔχεν I. 8.29

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει· ἥβαν γὰρ οὐκ ἄπειρον ὑπὸ χειᾷ καλῶν δάμασεν I. 8.70

    ἐν ζαθέῳ με δέξαι χρόνῳ. ὕδατι γὰρ ἐπὶ χαλκοπύλῳ ἦλθον ἔταις ἀμαχανίαν ἀλέξων Pae. 6.7

    ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ. θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62

    πιστὰ δ Ἀγασικλέει μάρτυς ἤλυθον ἐς χορὸν ἐσλοῖς τε γονεῦσιν ἀμφὶ προξενίαισι. τίμαθεν γὰρ (Wil.: τιμαθέντας Π.) Παρθ. 2.. ἀσκὸς δ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις. πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν *fr. 104b. 5.* πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι. τοῦτο γὰρ ἀθανάτοις τιμαῖς ποτιψαύει fr. 121. 3.
    b gives an explanation of what precedes. αἴτει πανδόκῳ ἄλσει σκιαρόν τε φύτευμα. ἤδη γὰρ αὐτῷ ἀντέφλεξε Μήνα i. e. for by now all else was ready O. 3.19

    νίσεται σὺν παισὶ Λήδας. τοῖς γὰρ ἐπέτρεπεν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων. κεῖναι γὰρ ἐξ ἀλλᾶν ὁδὸν ἁγεμονεῦσαι ταύταν ἐπίστανται O. 6.25

    ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα τὸν Εὐάδνα τέκοι· Φοίβου γὰρ αὐτὸν φᾶ γεγάκειν πατρός O. 6.49

    ἄγνωμον δὲ τὸ μὴ προμαθεῖν. κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    χαρίτων νέμομαι κᾶπον· κεῖναι γὰρ ὤπασαν τὰ τέρπν O. 9.28

    ἄνευ δὲ θεοῦ, σεσιγαμένον οὐ σκαιότερον χρῆμ' ἕκαστον. ἐντὶ γὰρ ἄλλαι ὁδῶν ὁδοὶ περαίτεραι i. e. since we are gifted in different directions O. 9.104

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον. ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ἀνάγνωτέ μοι Ἀρχεστράτου παῖδα. γλυκὺ γὰρ αὐτῷ μέλος ὀφείλων ἐπιλέλαθ O. 10.3

    ἐρύκετον ψευδέων ἐνιπὰν ἀλιτόξενον. ἕκαθεν γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος ἐμὸν καταίσχυνε βαθὺ χρέος O. 10.7

    May my poetry be effective.

    Μοίσαις γὰρ ἀγλαοθρόνοις ἑκὼν Ὀλιγαιθίδαισίν τ' ἔβαν ἐπίκουρος O. 13.96

    τόνδε κῶμον ἐπ' εὐμενεῖ τύχᾳ κοῦφα βιβῶντα. Λυδῷ γὰρ Ἀσώπιχον ἐν τρόπῳ ἐν μελέταις τ ἀείδων ἔμολον O. 14.17

    καιρὸν εἰ φθέγ-

    ξαιο, μείων ἕπεται μῶμος ἀνθρώπων. ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει αἰανὴς ταχείας ἐλπίδας P. 1.82

    With the help of Artemis he mastered his horses.

    ἐπὶ γὰρ ἰοχέαιρα παρθένος χερὶ διδύμᾳ τίθησι κόσμον P. 2.9

    νεφέλᾳ παρελέξατο ψεῦδος γλυκὺ μεθέπων. εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν θυγατέρι Κρόνου P. 2.38

    αἷμά οἱ κείναν λάβε σὺν Δαναοῖς εὐρεῖαν ἄπειρον· τότε γὰρ μεγάλας ἐξανίστανται ΛακεδαίμονοςP. 4.48

    Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ· μετὰ γὰρ κεῖνο πλευσάντων Μινυᾶν θεόπομποί σφισιν τιμαὶ φύτευθεν P. 4.68

    οὐ πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι. μῆλά τε γάρ τοι ἐγὼ καὶ βοῶν ξανθὰς ἀγέλας ἀφίημP. 4.148 κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετρᾶν. δίδυμαι γὰρ ἔσανP. 4.209

    ἀκηράτοις ἁνίαις. κατέκλασε γὰρ ἐντέων σθένος οὐδέν P. 5.34

    ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ· ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις ὅλον δίφρον κομίξαις P. 5.49

    Ἡσυχία, τιμὰν Ἀριστομένει δέκευ. τὺ γὰρ τὸ μαλθακὸν ἔρξαι τε καὶ παθεῖν ὁμῶς ἐπίστασαι P. 8.6

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει. μόνος γὰρ ἐκ Δαναῶν στρατοῦ θανόντος ὀστέα λέξαις υἱοῦP. 8.52 θεῶν δ' ὄπιν ἄφθονον αἰτέω, λτ;γτ;έναρκες, ὑμετέραις τύχαις. εἰ γάρ τις ἐσλὰ πέπαται μὴ σὺν μακρῷ πόνῳ, πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ but ultimately it is god who is responsible for good fortune P. 8.73

    Ἱπποκλέᾳ θέλοντες ἀγαγεῖν ἐπικωμίαν ἀνδρῶν κλυτὰν ὄπα· γεύεται γὰρ ἀέθλων P. 10.7

    κώπαν σχάσον. ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ' ἄλλοτ ἄλλον ὥτε μέλισσα θύνει λόγον P. 10.53

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ. πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν N. 1.26

    I had rather be generous to my friends than miserly. κοιναὶ γὰρ ἔρχοντ' ἐλπίδες πολυπόνων ἀνδρῶν (but cf. Σ: ἐλπίδος ποτὲ διαπεσὼν τῆς ἴσης τύχοι ἂν ἀμοιβῆς) N. 1.32

    κτείνοντ' ἐλάφους ἄνευ κυνῶν δολίων θ ἑρκέων. ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν· πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν N. 5.31

    ἴχνεσιν ἐν Πραξιδάμαντος ἑὸν πόδα νέμων πατροπάτορος ὁμαιμίοις. κεῖνος γὰρ Ὀλυμπιόνικος ἐὼν N. 6.17

    εὔδοξος ἀείδεται Σωγένης. πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ N. 7.9

    εἰ δὲ τύχῃ τις ἔρδων, μελίφρον' αἰτίαν ῥοαῖσι Μοισᾶν ἐνέβαλε· ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ σκότον πολὺν ὕμνων ἔχοντι δεόμεναι N. 7.12

    βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί. λέγοντι γὰρ Αἰακόν μιν φυτεῦσαι N. 7.84

    λευκανθέα σώμασι πίαναν καπνόν· ἑπτὰ γὰρ δαίσαντο πυραὶ νεογυίους φῶτας N. 9.24

    ἴστω λαχὼν ὄλβον. εἰ γὰρ ἅμα κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον ἄρηται κῦδος, οὐκ ἔστι πρόσωθεν N. 9.46

    ἀξιωθείην κεν Ἄργει μὴ κρύπτειν φάος ὀμμάτων. νικαφορίαις γὰρ ὅσαιςἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41

    ἴδεν Λυγκεὺς δρυὸς ἐν στελέχει ἡμένους. κείνου γὰρ ἐπιχθονίων πάντων γένετ' ὀξύτατον ὄμμα N. 10.62

    οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων. οὐ γὰρ πάγος οὐδὲ προσάντης ἁ κέλευθος γίνεται, εἴ τις εὐδόξων ἐς ἀνδρῶν ἄγοι τιμὰς Ἑλικωνιάδων I. 2.33

    ἐκ λεχέων ἀνάγει φάμαν παλαιὰν εὐκλέων ἔργων. ἐν ὕπνῳ γὰρ πέσεν I. 4.23

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ I. 4.33

    Homer has perpetuated the fame of Aias.

    τοῦτο γὰρ ἀθάνατον φωνᾶεν ἕρπει, εἴ τις εὖ εἴτῃ τι I. 4.40

    We sing the praise of the victorious sons of Lampon.

    εἰ γάρ τις ἀνθρώπων πράσσει θεοδμάτους ἀρετὰς, ἐσχατιαῖς ἤδη πρὸς ὄλβου βάλλετ' ἄγκυραν I. 6.10

    τιμὰ δ' ἀγαθοῖσιν ἀντίκειται. ἴστω γὰρ σαφὲς ἀστῶν γενεᾷ μέγιστον κλέος αὔξων I. 7.27

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν. δόλιος γὰρ αἰὼν ἐπ' ἀνδράσι κρέμαται I. 8.14

    ἐπέων δὲ καρπὸς οὐ κατέφθινε· φαντὶ γὰρ ξύν' ἀλέγειν καὶ γάμον Θέτιος ἄνακτας I. 8.46

    ἔλαθεν οὐδὲ τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον· ὤμοσε [γὰρ θ]εὸς (supp. Housman) Πα.. 112. ἐπεύχομαι εὐμαχανίαν διδόμεν. τυφλα[ὶ γὰρ] ἀνδρῶν φρένες, ὅστις ἄνευθ' Ἐλικωνιάδων ἐρευνᾷ σοφίας ὁδόν Πα. 7 B. 18. Δαμαίνας παῖ, ἁγέο. τὶν γὰρ εὔφρων ἕψεται πρώτα θυγάτηρ ὁδοῦ Παρθ. 2. 67. The soul survives the body. τὸ γάρ ἐστι μόνον ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    c introduces narrative in elaboration of what precedes.—

    δέξαιτόνδε κῶμον. ψαύμιος γὰρ ἵκει ὀχέων, ὅς O. 4.10

    ἔμαθε δὲ σαφές· εὐμενέσσι γὰρ παρὰ Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον, μακρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον P. 2.25

    ἔσχε τοι ταύταν μεγάλαν ἀυάταν καλλιπέπλου λῆμα Κορωνίδος. ἐλθόντος γὰρ εὐνάσθη ξένου P. 3.25

    φαμὶ διδασκαλίαν Χίρωνος οἴσειν. ἀντρόθε γὰρ νέομαιP. 4.102δύνασαι δ' ἀφελεῖν μᾶνιν χθονίων. κέλεται γὰρ ἑὰν ψυχὰν κομίξαι ΦρίξοςP. 4.159

    σπέρμ' ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες· τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου φυτευθὲν P. 4.256

    ἐπέγνω μὲν Κυράνα δικαιᾶν Δαμοφίλου πραπίδων. κεῖνος γὰρ ἐν παισὶν νέος P. 4.281

    ἔχοντι τὰν ( Κυράναν sc.)

    χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες Ἀντανορίδαι. σὺν Ἑλένᾳ γὰρ μόλον P. 5.83

    Ἀντίλοχος ἀναμείναις Μέμνονα. Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα P. 6.32

    ἴτω τεὸν χρέος, ὦ παῖ. παλαισμάτεσσι γὰρ ἰχνεύων ματραδελφεοὺς P. 8.35

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι ὠκύτατον γάμον. ἔστασεν γὰρ P. 9.114

    τυφλὸν δ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος. εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν, οὔ κεν ὅπλων χολωθεὶς ὁ καρτερὸς Αἴας ἔπαξε N. 7.24

    πολλά νιν πολλοὶ λιτάνευον ἰδεῖν· ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον N. 8.9

    ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν. φεῦγε γὰρ Ἀμφιαρῆ ποτὲ N. 9.13

    φθιμένου Κάστορος ἐν πολέμῳ. τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός· αὐτίκα γὰρ

    ἦλθε Λήδας παῖς N. 10.65

    ἐθέλω ἢ Καστορείῳ ἢ Ἰολάοἰ ἐναρμόξαι μιν ὕμνῳ. κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι I. 1.17

    ἤρχετο μόροιο κάρυξ. ἦν γάρ τι παλαίφατον[ fr. 140a. 69 (43) introducing argument, proof, example: It is easy for a poet to praise a man for his labours.

    μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκὺς. ὃς δ ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθεὶς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.47

    You Graces are a source of pleasure to men.

    οὐδὲ γὰρ θεοὶ σεμνᾶν Χαρίτων ἄτερ κοιρανέοντι χοροὺς οὔτε δαῖτας O. 14.8

    μέγιστον δ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται. κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ Δαναοὶ θεράπευσαν N. 8.26

    cf. N. 7.24
    d after a verb of announcing or simm.

    κοινὸν λόγον φίλαν τείσομεν ἐς χάριν. νέμει γὰρ Ἀτρέκεια πόλιν O. 10.13

    Χάριτες, κλῦτ' ἐπεὶ εὔχομαι· σὺν γὰρ ὑμῖν O. 14.5

    κέκλυτε. φαμὶ γὰρP. 4.14 ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγὼ Μοίσαισι δώσω καὶ τὸ πάγχρυσον νάκος κριοῦ. τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας; P. 4.70

    γνῶθι νῦν τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν. εἰ γὰρ P. 4.263

    ἀκούσατ. ἦ γὰρ ἑλικώπιδος Ἀφροδίτας ἄρουραν ἤ Χαρίτων ἀναπολίζομεν P. 6.1

    εἰρήσεταί που κἀν βραχίστοις. ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

    e introduces an explanation of particular words.

    Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον, Αἰγίνας ἕκατι. φίλοισι γὰρ φίλος ἐλθὼν ξένιον ἄστυ κατέδρακεν N. 4.22

    ἄπιστον ἔειπ (= ἔειπα).

    αἰδὼς γὰρ ὑπὸ κρύφα κέρδει κλέπτεται, ἃ φέρει δόξαν N. 9.33

    ἕκαλος ἔπειμι γῆρας ἔς τε τὸν μόρσιμον αἰῶνα. θνᾴσκομεν γὰρ ὁμῶς ἅπαντες. δαίμων δ' ἄισος I. 7.42

    οὐ κό]ρῳ ἀλλ' ἀρετᾷ. [ γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν [[βρεϝεμαξρ] χρη]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (supp. Lobel) fr. 169. 16.
    f introduces an explanation of something not directly expressed. στρατὸν ἀκρόσοφόν τε καὶ αἰχματὰν ἀφίξεσθαι· τὸ γὰρ ἐμφυὲς οὔτ' αἴθων ἀλώπηξ οὔτ ἐρίβρομοι λέοντες διαλλάξαιντο ἦθος i. e. they are unable to behave in another way for... O. 11.19 Χαρίτων μή με λίποι καθαρὸν φέγγος. Αἰγίνᾳ τε γάρ φαμι πόλιν τάνδ' εὐκλείξαι i. e. they did not leave me in the past for... P. 9.90 Zeus buried Amphiareus before Periklymenos struck him from behind. (He was in full flight.)

    ἐν γὰρ δαιμονίοισι φόβοις φεύγοντι καὶ παῖδες θεῶν N. 9.27

    His parents' lackof ambition prevented Aristagoras competing in Ol. and Pyth. games. (I would have let him.)

    ναὶ μὰ γὰρ ὅρκον κάλλιον ἂνδηριώντωνἐνόστησ' ἀντιπάλων N. 11.24

    They won in different events. (but not in the pentathlon)

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον I. 1.26

    χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν. (Melissos had to use all means possible.)

    οὐ γὰρ φύσιν ὠαριωνείαν ἔλαχεν I. 4.49

    esp. after voc., Ζεῦ· τεαὶ γὰρ ὧραι i. e. on you I call O. 4.1 cf. O. 12.3, O. 14.5

    Φοῖβε, ἐθελήσαις ταῦτα νόῳ τιθέμεν, ἐκ θεῶν γὰρ μαχαναὶ πᾶσαι P. 1.41

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    g introduces explanation in parenthesis.

    ἀλλ' ὅμως, κρέσσον γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος, μὴ παρίει καλά P. 1.85

    ὁ γὰρ καιρὸς πρὸς ἀνθρώπων βραχὺ μέτρον ἔχει P. 4.286

    ἀλλὰ χαλκὸν μυρίον οὐ δυνατὸν ἐξελέγχειν, μακροτέρας γὰρ ἀριθμῆσαι σχολᾶς, ὅν τε N. 10.46

    Ἀμύκλαθεν γὰρ ἔβα N. 11.34

    h introduces the answer to a preceding question.

    τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    cf. O. 6.8

    ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι; πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ Ἑρεχθέος ἀστῶν P. 7.9

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοὶ ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; οὐ γὰρ ἔσθ' ὅπως τὰ θεῶν βουλεύματ ἐρευνάσει fr. 61. 3.
    i introducing a question, progressive. τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 cf. P. 4.70
    k fragg. ἐπικράνοισι γὰρ fr. 6b. d. ἀριστεύοντα γὰρ ἐν fr. 6b. e. ἦν γὰρ τὸ πάροιθε fr. 33d. 1.

    τῶν γὰρ ἀντομένων[ Pae. 2.42

    ]γὰρ ἐπῆν πόνος[ Pae. 8.88

    ]σοφίᾳ γὰρ Pae. 14.40

    ]α μὲν γὰρ εὔχομαι Pae. 16.3

    ]ἔσσεται γὰρ ἁδυ[ Pae. 21.13

    ἀιὼν γὰρ Pae. 22.8

    ]γὰρ εὔχομαι. Δ. 1. 1. ]θαμὰ γὰρ οἰκόθεν[ Δ. 4h. 11. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 2. ]ι γὰρ ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. προβάτων γὰρ *fr. 104b. 1. νομάδεσσι γὰρ ἐν Σκύθαις fr. 105b. 1. πάντων γὰρ fr. 140a. 54 (28). ] γάρ σε fr. 140a. 60 (34). κεῖνοι γάρ τ' ἄνοσοι καὶ ἀγήραοι fr. 143. 1. ὁ γὰρ ἔπαινος *fr. 181* ]εν γὰρ, Ἄπολλον[ fr. 215. 8. νικώμενοι γὰρ (v. l. δέ) fr. 229. ] οντι γὰρ ανα[ ?fr. 333a. 15. ] εὔφρων γὰρ[ P. Oxy. 1792. fr. 41. οὐ γὰρ εικ[ P. Oxy. 2442. fr. 68.
    2 εἰ γάρ if only, introducing wish. — “εἰ γὰρ οἴκοι νιν βάλε, αἷμά οἱ κείναν λάβε ἄπειρονP. 4.43 with apodosis suppressed.

    εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος ὄλβον μὲν οὕτω καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι P. 1.46

    εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.98

    3 combined with other particles.
    a καὶ γάρ, καὶ γάρ.
    I for the fact is, emphasising the explanation.

    ταχέες ἔβαν· καὶ γὰρ ἑκὼν θυμῷ γελανεῖ θᾶσσον ἔντυνεν βασιλεὺς ἀνέμων P. 4.181

    ἔλπομαι δ' τὸν Ἱπποκλέαν θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις, νέαισίν τε παρθένοισι μέλημα. καὶ γὰρ ἑτέροις ἑτέρων ἕρωτες ἔκνιξαν φρένας P. 10.59

    καί τινα φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ· καὶ γὰρ βελέων ὑπὸ ῥιπαῖσι κείνου φαιδίμαν γαίᾳ πεφύρσεσθαι κόμαν ἔνεπεν N. 1.67

    ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν. καὶ γὰρ οὐκ ἀγνῶτες ὑμῖν ἐντὶ δόμοι οὔτε κώμων οὔτε μελικόμπων ἀοιδᾶν I. 2.30

    νόμισαν χρυσὸν ἄνθρωποι περιώσιον ἄλλων. καὶ γὰρ ἐριζόμεναι νᾶες ἐν πόντῳ καὶ λτ;ὑφγτ; ἅρμασιν ἵπποι διὰ τεάν, ὤνασσα, τιμὰν θαυμασταὶ πέλονται I. 5.4

    ἀνορέας ἐπέτρεψας ἕκατι

    σαόφρονος. καὶ γὰρ ὁ πόντιος Ὀρς[ιτ]ρίαινά νιν περίαλλα βροτῶν τίεν Pae. 9.47

    καὶ γὰρ:

    καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    II where the καί goes closely with what follows, and is emphatic, also, even.καὶ γὰρ σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν, ἔτραπε μείλιχος ὀργὰP. 9.42

    καὶ γὰρ αὐτά, ποσσὶν ἄπεπλος ὀρούσαισ' ἀπὸ στρωμνᾶς, ὅμως ἄμυνεν ὕβριν κνωδάλων N. 1.50

    καὶ γὰρ ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν Καλλίας N. 6.34

    καὶ γάρ:

    καὶ Νεμέᾳ γὰρ ὁμῶς ἐρέω ταύταν χάριν O. 8.56

    γ. introduces example, yes and, and further

    καὶ γὰρ Ἀλκμήνας O. 7.27

    καὶ γὰρ βιατὰς Ἄρης P. 1.10

    μὴ φθόνει κόμπον τὸν ἐοικότ' ἀοιδᾷ κιρνάμεν ἀντὶ πόνων. καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδαναν I. 5.26

    b introducing double reason.
    I

    τε γὰρ δέ. κακολόγοι δὲ πολῖται· ἴσχει τε γὰρ ὄλβος οὐ μείονα φθόνον· ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων ἄφαντον βρέμει P. 11.29

    II

    μὲν γὰρ δέ. Ὀλυμπίᾳ μὲν γὰρ αὐτὸς γέρας ἔδεκτο, Πυθῶνι δ O. 2.48

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν τὸ δ' ματρόθεν O. 7.23

    πολλοῖσι μὲν γὰρ ἀείδεται. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.25

    cf. frag. Pae. 16.3
    III

    μὲν γὰρ ἀλλά. ῥᾴδιον μὲν γὰρ πόλιν σεῖσαι. ἀλλ' ἐπὶ χώρας αὖτις ἕσσαι δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.272

    c γὰρ ὦν, looking to what follows, of course, but then

    ἐσσὶ γὰρ ὦν σοφός· οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.12

    d γάρ τοι emphasising general validity of the reason.

    τὶν δὲ μοῖρ' εὐδαιμονίας ἕπεται. λαγέταν γάρ τοι τύραννον δέρκεται ὁ μέγας πότμος P. 3.85

    I pray to Aiakos as I make this offering to the victors.

    σὺν θεῷ γάρ τοι φυτευθεὶς ὄλβος ἀνθρώποισι παρμονώτερος N. 8.17

    Lexicon to Pindar > γάρ

  • 15 δή

    δή (in synizesis O. 13.99 coni.)
    a adv.

    λαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.17

    mostly preceding adv.,

    δὴ τότ' ἐς γαῖαν πορεύειν O. 3.25

    ἀλλ' ἁ Κοιογενὴς ὁπότ ἐπέβα νιν, δὴ τότε τέσσαρες ἀπώρουσαν κίονες fr. 33d. 5.

    ἦν γε μὰν ἐπικῴμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    ἐπεὶ περικτίονας ἐνίκασε δή ποτε καὶ κεῖνος I. 8.64

    , cf. O. 9.9
    b adj.

    δυσπαλὲς δὴ γίνεται P. 4.273

    ]εων ἐλθὲ φίλαν δὴ πόλεα[ Δ. 3.. εὐθεῖα δὴ κέλευθος ἀρετὰν ἑλεῖν fr. 108a. 3. esp. following numbers, ἑξηκοντάκι δὴ ἀμφοτέρωθεν (Hermann: δ' ἀμφοτ. codd.: ἑξηκοντάκις ἀμφοτ. Mommsen) O. 13.99

    τρὶς δὴ P. 9.91

    δὶς δὴ δυοῖν N. 8.48

    πολλὰ δὴ πολλαῖσιν O. 6.79

    c interrogative, direct and indirect. τίς δὴ ποταίνιον ἔλαχε στέφανον; O. 10.60

    αἰδέομαι μέγα εἰπειν, πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον N. 5.15

    πάτερ Κρονίων, τίς δὴ λύσις ἔσσεται πενθέων;” N. 10.76 ὅστις δὴ τρόπος ἐξεκύλισέ νιν fr. 7.
    d relative-demonstrative

    ὁ. Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε P. 11.17

    ( ἀκρωτήριον Ἄλιδος

    · τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.9

    ( γαῖαν),

    τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    2 where emphasis implies an abrupt but logical progression of thought. ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν (ἐπιλαμβάνεται ἐαυτοῦ ὁ Πίνδαρος. Σ.) N. 8.19 θερμὰ δὴ τέγγων δάκρυα στοναχαῖς (Er. Schmid: δὲ codd.) N. 10.75
    3 combined with other particles. δὲ δή: εἰ δὲ δή τιν' ἄνδρα θνατὸν Ὀλύμπου σκοποὶ ἐτίμασαν, ἦν Τάνταλος οὗτος if indeed, in fact O. 1.54 ἦ δή: ἦ μάλα δὴ μετὰ καὶ νῦν strong affirmation P. 4.64

    Lexicon to Pindar > δή

  • 16 εὐθύς

    a straight, straightforward

    εὐθὺν δὲ πλόον καμάτων ἐκτὸς ἐόντα δίδοι O. 6.103

    ναῶν πλόον εἶπε Λερναίας ἀπ' ἀκτᾶς εὐθὺν ἐς ἀμφιθάλασσον νομόν (v. 1. εὐθῦναι), εὔθυνε). Σ.) O. 7.33

    στάδιον μὲν ἀρίστευσεν εὐθὺν τόνον ποσσὶ τρέχων O. 10.64

    ἐμὲ δ' εὐθὺν ἀκόντων ἱέντα ῥόμβον O. 13.93

    χρὴ δ' ἐν εὐθείαις ὁδοῖς στείχοντα μάρνασθαι φυᾷ N. 1.25

    εὐθεῖα δὴ ( ἐστι) κέλευθος ἀρετὰν ἑλεῖν fr. 108a. 2.
    b correct: upright, straightforward

    τόλμα τέ μοι εὐθεῖα γλῶσσαν ὀρνύει λέγειν O. 13.12

    κοινᾶνι παρ' εὐθυτάτῳ γνώμαν πιθών P. 3.28

    πατρὶ δ' Ἀδράστοιο Λυγκεῖ τε φρενῶν καρπὸν εὐθείᾳ συνάρμοξεν δίκᾳ N. 10.12

    ------------------------------------
    a at once, straightway adv.

    ἔννεπε δ' εὐθὺς Ἀπόλλων O. 8.41

    κελήσατό μιν θέμεν Ἱππίᾳ βωμὸν εὐθὺς Ἀθάνᾳ O. 13.82

    ἀναβαὶς δ' εὐθὺς ἐνόπλια χαλκωθεὶς ἔπαιζεν O. 13.86

    ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις P. 4.34

    μῆτιν ἑὰν εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.39

    εὐθὺς δ' ἀπήμων κραδία κᾶδος ἀμφ ἀλλότριον N. 1.54

    εὐθὺς δ' ἀπανάνατο νύμφαν N. 5.33

    Lexicon to Pindar > εὐθύς

  • 17 ἵσταμι

    ἵστᾱμι (act. and trans. ἵσταντι, ἱστᾶσιν?: aor. 1. ἔστᾶσας, ἔστᾶσεν, στᾶσε, ἔστᾶσαν: aor. 2 intrans. ἔστᾶν, ἔστᾶ, στᾰν; στάντα, στάντες; στᾶμεν, στῆναι?: pf. ἕστᾰσαν; ἑστᾰότ: med. trans. ἱστᾰμεναι: med. and pass. intrans. ἵστᾰμαι, ἵστᾰται: fut. στσομαι: pass. aor. ἐστᾰθη, στᾰθεν; στᾰθείς.)
    1 trans., make to stand
    a establish (a festival, simm.)

    Ὀλυμπιάδα δ' ἔστασεν Ἡρακλέης O. 2.3

    καὶ πενταετηρίδ' ὅπως ἄρα ἔστασεν ἑορτὰν O. 10.58

    ἢ Δωρίδ' ἀποικίαν οὕνεκεν ὀρθῷ ἔστασας ἐπὶ σφυρῷ Λακεδαιμονίων I. 7.13

    οἵαν Βρομίου [τελε]τὰν καὶ παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2.. ἱστᾶσιν ἄλγος ἐμφανές ( ἢ στάσιν v. l., edd. vulg.) fr. 210. pass.,

    λύτρον συμφορᾶς οἰκτρᾶς γλυκὺ Τλαπολέμῳ ἵσταται πομπὰ καὶ κρίσις O. 7.78

    b stand, arrange

    ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορὸν ἐν τέρμασιν αὐτίκ' ἀγῶνος P. 9.114

    ποτὶ γραμμᾷ μὲν αὐτὰν στᾶσε κοσμήσαις P. 9.118

    med., ἱστάμεναι χορὸν [ταχύ]ποδα παρθένοι arranging themselves in a chorus Pae. 2.99
    2 intrans.,
    a halt, come to a halt

    στάσομαι· οὔτοι ἅπασα κερδίωνφαίνοισα πρόσωπον ἀλάθεἰ ἀτρεκές N. 5.16

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν (ἐπιλαμβάνεται ἑαυτοῦ ὁ Πίνδαρος. μεταφέρων ἀπὸ τῶν πεντάθλων φησίν. Σ.) N. 8.19 καὶ σκοπιαῖσιν [ἄκρ]αις ὀρέων ὕπερ ἔστα sc. Ἀπόλλων fr. 51a. 3. στῆναι μὲν οὐ θέμις (sc. δελφῖνι: στᾶμεν? Pindarice) ?fr. 358.
    b stand

    δένδρεα θάμβαινε σταθείς O. 3.32

    ἀμφὶ

    Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν O. 9.31

    ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ μόνος O. 9.71

    σάμερον μὲν χρή σε παρ' ἀνδρὶ φίλῳ στᾶμεν P. 4.2

    τάχα δ' εὐθὺς ἰὼν σφετέρας ἐστάθη γνώμας ἀταρβάκτοιο πειρώμενος P. 4.84

    ἔσταν δ' ἐπ αὐλείαις θύραις ἀνδρὸς φιλοξείνου καλὰ μελπόμενος N. 1.19

    ἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς N. 1.55

    οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ, ὥστ' ἐλινύσοντα ἐργάζεσθαι ἀγάλματ ἐπ αὐτᾶς βαθμίδος ἑσταότ N. 5.2

    θέσσαντο πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου στάντες N. 5.11

    τοὶ δ' ἔναντα στάθεν τύμβῳ σχεδὸν N. 10.66

    τὸν μὲν ἐν ῥινῷ λέοντος στάντα κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    ὁπότ' Ἀμφιτρύωνος ἐν θυρέτροις σταθεὶς ἄλοχον μετῆλθεν Ἡρακλείοις γοναῖς I. 7.7

    ἀλλά οἱ παρά τε πυρὰν τάφον θ' Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν I. 8.57

    3 fragg. ἀλκαὶ δὲ τεῖχος ἀνδρῶν [ὕψιστον ἵστατ]αι (supp. Bury: γίνεται, ἔσσεται G-H.) Πα. 2. 3. ἱστάμεναι τελ[ Πα. 13a. 14 ]σαισταθεισαι[ Πα. 13c. 2. ]σταθεις ε[ Δ. 4a. 6.
    4 in tmesis. ὑπὸ κίονες ἕστασαν v.

    ὑφίσταμι Pae. 8.69

    Lexicon to Pindar > ἵσταμι

  • 18 κοῦφος

    κοῡφος (- οιςιν); -α, -ᾳ, -αν; -α acc.; comp. - ότεραι.)
    a light, nimble

    κούφοισιν ποσίν O. 13.114

    θεοδμάτων ὀχέων ἐφαπτομένα χερὶ κούφᾳ P. 9.11

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    n. pl. pro adv.,

    τόνδε κῶμον κοῦφα βιβῶντα O. 14.17

    b light, easy τελεῖ δὲ θεῶν δύναμις καὶ τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κούφαν κτίσιν (= ὡς κουφόν τι, Gildersleeve) O. 13.83

    ἐπεὶ κούφα δόσις ἀνδρὶ σοφῷ ξυνὸν ὀρθῶσαι καλόν I. 1.45

    c light, fickle

    κουφότεραι γὰρ ἀπειράτων φρένες O. 8.61

    Lexicon to Pindar > κοῦφος

  • 19 κρατέω

    κρᾰτέω (κρατεῖ; -έων, -έοντα; -εῖν: impf. κράτει, ἐκράτει, κράτεσκε: aor. ἐκράτησε, κράτησεν, κράτησαν; κρατήσαις.)
    a be victorious, conquer, excel
    I abs.,

    ἐξένεπε κρατέων πάλᾳ O. 8.20

    τὸν εἶδον κρατέοντα χερὸς ἀλκᾷ O. 10.100

    τετραορίας, εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾆ κρατέων P. 2.5

    ὃς ἂν χερσὶν ἢ ποδῶν ἀρετᾷ κρατήσαις τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    ποσσὶ γὰρ κράτεσκε N. 3.52

    ἐν ἀγαθέᾳ χεῖρας ἱμάντι δεθεὶς Πυθῶνι κράτησεν N. 6.35

    κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων I. 3.13

    II c. acc. cogn., win, overcome

    ὅτ' ἀμφότεροι κράτησαν μίαν ἔργον ἀν ἁμέραν O. 9.84

    in zeugma,

    ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι, τύχᾳ τε μολὼν καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    b be powerful, rule

    Θέτις δὲ κρατεῖ Φθίᾳ N. 4.50

    c surpass, exceed c. acc. or gen.

    αὐτὰ δέ σφισιν ὤπασε τέχναν πᾶσαν ἐπιχθονίων Γλαυκῶπις ἀριστοπόνοις χερσὶ κρατεῖν O. 7.51

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει P. 4.245

    ἅλικας δ' ἐλθόντας οἴκοι τ ἐκράτει Νίσου τ ἐν εὐαγκεῖ λόφῳ ( ἐκράτεις coni. Kayser) N. 5.45
    d frag. ] ται κρατεῖν[ ?fr. 333d. 11.

    Lexicon to Pindar > κρατέω

  • 20 πρίν

    a adv., before ἐπεί νιν Ἀλκαθόου τ' ἀγὼν σὺν τύχᾳ ἐν Ἐπιδαύρῳ τε νεότας δέκετο πρίν (Hermann: πρὶν ἔδεκτο cod. πρὶν ἔδεκτο νεότας Bergk) I. 8.68

    πρὶν ὀδυνηρὰ γήραος ς[ μ]ολεῖν, πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέτω νόημ' Pae. 1.2

    πρὶν μὲν ἕρπε σχοινοτένειά τ ἀοιδὰ Δ. 2. 1. τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι Παρθ. 1. 20. c. art.,

    ἦρ' ωλτ;γτ; φίλοι, κατ ἀμευσίπορον τρίοδον ἐδινάθην, ὀρθὰν κέλευθον ἰὼν τὸ πρίν P. 11.39

    c conj.
    I before c. inf.

    ἐνέπαξαν ἕλκος ὀδυναρὸν ἑᾷ πρόσθε καρδίᾳ πρὶν ὅσα φροντίδι μητίονται τυχεῖν P. 2.92

    τὸν μὲν πρὶν τελέσσαι ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ, εἰς Ἀίδα δόμον κατέβα P. 3.9

    ἄκουσεν Δαναόν ποτ' ἐν Ἄργει οἷον εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι πρὶν μέσον ἆμαρ ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον (post ἑλεῖν distinxerunt codd.: post ἆμαρ Bergk.: sc. γενέσθαι) P. 9.113 ( ἄκων)

    ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον, αἴθωνι πρὶν ἁλίῳ γυῖον ἐμπεσεῖν N. 7.73

    ἵσταμαι δὴ ποσσὶ κούφοις, ἀμπνέων τε πρίν τι φάμεν N. 8.19

    ἧν γε μὰν ἐπικώμιος ὕμνος δὴ πάλαι, καὶ πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    κρύψεν δ' ἅμ ἵπποις, δουρὶ Περικλυμένου πρὶν νῶτα τυπέντα μαχατὰν θυμὸν αἰσχυνθῆμεν N. 9.26

    ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι I. 4.32

    πρὶν ὀδυνηρὰ γήραος ς[ μ]ολεῖν, πρίν τις εὐθυμίᾳ σκιαζέλτ;γτ;ω νόημ Pae. 1.1

    ]πρὶν Στυγὸς ὅρκιον ἐς ευ[ Pae. 6.155

    bc. ind., until

    ἐγχώριοι βασιλῆες αἰεί, πρὶν Ὀλυμπιος ἁγεμὼν μίχθη O. 9.57

    ἦ πόλλ' ἔπαθεν, πρίν γέ οἱ χαλινὸν Παλλὰς ἤνεγκ O. 13.65

    πόρθησε καὶ Μέροπας καὶ τὸν μέγαν πολεμιστὰν ἔκπαγλον Ἀλκυονῆ, οὐ τετραορίας γε πρὶν δυώδεκα πέτρῳ ἥροάς τ' ἐμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν δὶς τόσους N. 4.28

    Lexicon to Pindar > πρίν

См. также в других словарях:

  • πόσσι — πόσις 1 husband masc voc sg πόσσῑ , πόσις 1 husband masc dat sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποσσί — πούς foot masc dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πόσσι — Πόσσις husband fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποσσ' — ποσσί , πούς foot masc dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πόσσ' — Πόσσι , Πόσσις husband fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόσσ' — πόσσι , πόσις 1 husband masc voc sg πόσσα , πόσος of what quantity? neut nom/voc/acc pl (epic) πόσσε , πόσος of what quantity? masc voc sg (epic) πόσσαι , πόσος of what quantity? fem nom/voc pl (epic) πόσσᾱͅ , πόσος of what quantity? fem dat sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόσσις — πόσσῑς , πόσις 1 husband masc acc pl (epic doric ionic aeolic) πόσις 1 husband masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πους — Όρος που δηλώνει τη μετρική μονάδα των ελληνικών και λατινικών στίχων. Διακρίνουμε στους π. μία άρση (ισχυρή συλλαβή, συνήθως μακρά, στην οποία πέφτει ο ρυθμικός τόνος) και μία θέση (ασθενή συλλαβή). Η βραχεία συλλαβή (υ) υπολογιζόταν ως μετρική… …   Dictionary of Greek

  • Homeric Greek — is the form of Ancient Greek that was used by Homer in the Iliad and Odyssey. It is an archaic version of Ionic Greek, with admixtures from certain other dialects, such as Aeolic Greek. It later served as the basis of Epic Greek, the language of… …   Wikipedia

  • Ударение в праиндоевропейском языке — Перед прочтением этой статьи, для лучшего понимания материала, настоятельно рекомендуется ознакомиться со статьёй ударение. Ударение в праиндоевропейском языке было свободным (могло находиться на любом слоге в слове) и подвижным (могло смещаться… …   Википедия

  • PERSEA — I. PERSEA arbor Aegypti peculiaris, Isidi sacra, Galen. l. 2. κατὰ τόπους, et Stabo l. 17. illuc ex Aethiopia translata est: probe distinguenda a Persica, quam e Perside in Graeciam transtulisse Perseus dicitur Nicandro, qui sic hac de re; Σκληῤ… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»