Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κτασία

См. также в других словарях:

  • πατροκτασία — ἡ, ΝΑ η πατροκτονία, ο φόνος τού πατέρα από το παιδί του. [ΕΤΥΜΟΛ. < πατήρ, πατρός + κτασία < *κτατος (< θ. κτα , πρβλ. ἔ κταν ον, αόρ. β τού κτείνω «σκοτώνω»), πρβλ. ανδρο κτασία] …   Dictionary of Greek

  • συοκτασία — ἡ, Α συοκτονία*. [ΕΤΥΜΟΛ. < σῦς, συός «χοίρος» + κτασία (< κτατος < *κτατος, από τη συνεσταλμένη βαθμίδα κτα τού ρ. κτείνω* «φονεύω»), πρβλ. ανδρο κτασία] …   Dictionary of Greek

  • ανδροκτασία — ἀνδροκτασία, η (Α) 1. φόνος ανδρών στη μάχη 2. φόνος, ανθρωποκτονία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανήρ, ανδρός + κτασία < *κτατος < κτείνω «σκοτώνω»] …   Dictionary of Greek

  • βοοκτασία — και βουκτασία, η (Α) σφαγή βοδιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < βους (βοός) + κτασία < *κτατος < κτείνω «σκοτώνω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»