Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

κεά-σ(σ)αι

См. также в других словарях:

  • Κέα — Sp Kėja Ap Κέα/Kea L s. ir mst. Kikladose, Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Κέα ή Τζια — Νησί (131 τ. χλμ., 2.417 κάτ.) των Κυκλάδων, το δυτικότερο και πλησιέστερο προς την Αττική. Υπάγεται διοικητικά στον νομό Κυκλάδων και πρωτεύουσά του είναι ο οικισμός Ιουλίς (701 κάτ.). Έχει σχήμα επίμηκες, σχεδόν ωοειδές, με ελαφρά νοτιοδυτική… …   Dictionary of Greek

  • κεάσας — κεά̱σᾱς , καίω kindle aor part act fem acc pl (attic epic ionic) κεά̱σᾱς , κεάζω split fut part act fem acc pl (doric) κεά̱σᾱς , κεάζω split fut part act fem gen sg (doric) κεάσᾱς , κεάζω split aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βρετός, Ιωάννης — (Κέα 1836 – 1920). Δημοσιογράφος. Ο Β. εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου συνεργάστηκε αρχικά με τις εφημερίδες Βυζαντίς και Αρμονία. Σύντομα, όμως, ίδρυσε την πρώτη καθημερινή εφημερίδα Ομόνοια, η οποία αργότερα συγχωνεύτηκε με τον Νεολόγο …   Dictionary of Greek

  • Λαζαρέτος, Τριαντάφυλλος — (Κέα 1800 – 1884). Αγωνιστής του 1821, υποστράτηγος και πολιτικός. Συμμετείχε σε πολλές επιχειρήσεις της Επανάστασης, όπου και διακρίθηκε για τον ηρωισμό του. Μετά την απελευθέρωση κατετάγη στον τακτικό στρατό, από τον οποίο αποστρατεύτηκε το… …   Dictionary of Greek

  • κεάσαι — κεά̱σᾱͅ , κεάζω split fut part act fem dat sg (doric) κεάζω split aor inf act κεάσαῑ , κεάζω split aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεάσῃ — κεά̱σῃ , καίω kindle aor part act fem dat sg (attic epic ionic) κεάζω split aor subj mid 2nd sg κεάζω split aor subj act 3rd sg κεάζω split fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέας — κέᾱς , καίω kindle aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κέασαν — κέᾱσαν , καίω kindle aor part act fem acc sg (attic epic ionic) κεάζω split aor ind act 3rd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κυκλάδες — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.572 τ. χλμ., 112.615 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα την Ερμούπολη (11.799 κάτ.). Οι Κ. καταλαμβάνουν το κεντρικό και νότιο τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται με κατεύθυνση ΒΔ προς ΝΑ και… …   Dictionary of Greek

  • Μπαχάμες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στον Ατλαντικό ωκεανό. Αποτελείται από περίπου 700 νησιά και νησίδες, που βρίσκονται ΝΑ της πολιτείας Φλόριντα των ΗΠΑ και Α της Κούβας.Διασκορπισμένες σε μια θαλάσσια έκταση μεγαλύτερη από 1.000 τ. χλμ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»