Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

εὑλαξεῖν

См. также в других словарях:

  • εὐλαξεῖν — εὐλάζω fut inf act (attic epic doric) εὐλάζω fut inf act (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐλάξειν — εὐλάζω fut inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ευλάκα — εὐλάκα, ἡ (Α) (δωρ. λέξη) απαντά μόνο στη φράση «εἰ δὲ μὴ ἀργυρέᾳ εὐλάκᾳ εὐλαξεῑν» διαφορετικά θα οργώσουν (τη γη) με αργυρό υνί, Θουκ. (η φράση είναι απόσπασμα από χρησμό, με τον οποίο προμηνυόταν στους Λακεδαιμονίους ότι θα ερχόταν περίοδος… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»