Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

δακτυλίων

См. также в других словарях:

  • δακτυλίων — δακτύλιον neut gen pl δακτύλιος ring masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κρόνος — I Προελληνική θεότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο νεότερος από τους Τιτάνες, γιος του Ουρανού και της Γαίας και πατέρας του Δία. Κατά τη Θεογονία του Ησίοδου, με προτροπή της Γαίας ευνούχισε τον πατέρα του και ανέλαβε ο ίδιος τη διακυβέρνηση …   Dictionary of Greek

  • πυρήνας — Δομικό συστατικό, που σε κάθε κύτταρο, ζωικό ή φυτικό, διαδραματίζει βασικό ρόλο στη σύνθεση των ειδικών πρωτεϊνών και στις διεργασίες αναπαραγωγής. Συνήθως πρόκειται για ένα σφαιρικό στοιχείο που, οροθετούμενο από μια δική του μεμβράνη,… …   Dictionary of Greek

  • Κιλέν, Ντάνιελ Γκρέι — (Daniel Grey Quillen, Νιού Τζέρσεϊ 1940 –). Αμερικανός μαθηματικός. Το 1961 έλαβε το πτυχίο του μαθηματικού από το πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και συνέχισε το διδακτορικό του στο ίδιο πανεπιστήμιο. Η διατριβή του είχε θέμα τις τυπικές ιδιότητες των… …   Dictionary of Greek

  • Κον, Πολ Μόριτζ — (Paul Moritz Kohn, Αμβούργο 1924 –). Βρετανός μαθηματικός, γερμανικής καταγωγής. Απόφοιτος της σχολής μαθηματικών του Trinity College στο Κέιμπριτζ, έλαβε τον διδακτορικό τίτλο του από το ίδιο πανεπιστήμιο το 1951. Τον επόμενο χρόνο ανακηρύχθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Φιζό, Αρμάν Ιππολίτ Λουί — (Fizeau, Παρίσι 1819 – Βεντέιγ 1896). Γάλλος φυσικός. Από εύπορη οικογένεια, μπόρεσε να αφοσιωθεί απερίσπαστος στη μελέτη και στην έρευνα. Το όνομά του συνδέεται κυρίως με τη μέτρηση της ταχύτητας του φωτός. Έκανε επίσης πειράματα για να μετρήσει …   Dictionary of Greek

  • PLUMATUM Babylonicum — apud Publ. Syrum, ubi de pavone ait, Plumato amictus aureo Babylonico, quibusdam idem est cum purpureo. Quia in Periplo Arrianus purpurae meminit, ex Apologo Babylonis urbe, ad Euphratis ostium. Et τὸν Βαβυλώνιον κόκκον laudat Philostratus, Ep.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SINGILIONES Dalmatenses — apud Trebellium Pollionem in Claudio, c. 17. inter munera ad hunc a Gallieno Imperarore transmissa, Singiliones Dalmatenses X. nec apud ullum alium scriptorem Latinum memorati, Casaubono cingula sunt parva, quibus uterentur Dalmata equites.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • SPHRAGIS — apud Plin. l. 37. c. 8. nec diversae (gemmae) quas Sphragidas vocant, publico harum gemmarum dominio iis tanrum dato, quoniam optime signent: gemmae nomen, e sardae generibus. Hic enim primus et vetustissimus apud Graecos usus Istiusmodi minoris… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αγγείο — I (Βοτ.). Το ξυλώδες στοιχείο που αποτελεί μέρος του κυκλοφορικού συστήματος των αγγειωδών φυτών· το σύνολο των α. συγκροτεί ένα πυκνό και πολύπλοκο δίκτυο αγωγών, που διατρέχει ολόκληρο το φυτικό σώμα από τις ρίζες έως τις νευρώσεις των φύλλων.… …   Dictionary of Greek

  • αγγειό — I (Βοτ.). Το ξυλώδες στοιχείο που αποτελεί μέρος του κυκλοφορικού συστήματος των αγγειωδών φυτών· το σύνολο των α. συγκροτεί ένα πυκνό και πολύπλοκο δίκτυο αγωγών, που διατρέχει ολόκληρο το φυτικό σώμα από τις ρίζες έως τις νευρώσεις των φύλλων.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»