Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

(Κενταύρων

См. также в других словарях:

  • Κενταύρων — Κένταυρος brigands masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πήλιο — I Βουνό της ανατολικής Θεσσαλίας, που αρχίζει από το ακρωτήριο Δερματά και με νοτιοανατολική διεύθυνση απολήγει στο ακρωτήριο Τραχήλι, στον Παγασητικό κόλπο, σχηματίζοντας τη χερσόνησο της Μαγνησίας. Ψηλότερη κορυφή του είναι το Πλιασίδι (1.551 μ …   Dictionary of Greek

  • Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …   Dictionary of Greek

  • Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… …   Dictionary of Greek

  • κενταυροπληθής — κενταυροπληθής, ές (Α) αυτός που έχει πλήθος κενταύρων, αυτός στον οποίο μετέχει πλήθος κενταύρων («κενταυροπληθῆ πόλεμον», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κένταυρος + πληθής (< πλῆθος), πρβλ. αστερο πληθής, κοσμο πληθής] …   Dictionary of Greek

  • πέλλα — I Πόλη στην περιοχή της αρχαίας Βοττιαίας, που την έκανε πρωτεύουσα των Μακεδόνων ο Αρχέλαος (413 399 π.Χ.). Υπήρξε έδρα του Φιλίππου και γενέτειρα του Αλεξάνδρου, απετέλεσε σπουδαίο κέντρο του ελληνισμού κατά την εποχή των διαδόχων, περιήλθε… …   Dictionary of Greek

  • τετρασκελής — ές, ΝΑ αυτός που έχει τέσσερα σκέλη ή τέσσερα πόδια αρχ. 1. (για επίδεσμο) αυτός που έχει τέσσερα άκρα 2. (για ψυχικό πάθος) πολύ μεγάλος 3. φρ. α) «τετρασκελής οἰωνός» είδος γρύπου, μυθικού ζώου με κεφάλι και φτερούγες αετού και με σώμα… …   Dictionary of Greek

  • Λαπίθες — Μυθολογικά πρόσωπα. Μυθικές μορφές της Θεσσαλίας, που σύμφωνα με την παράδοση συγγένευαν με τους Κενταύρους –κοινός πρόγονός τους ήταν ο Ιξίων– από τους οποίους όμως γρήγορα τους ξεχώρισαν οι ποιητές δίνοντάς τους μορφή ανθρώπου και παριστάνοντάς …   Dictionary of Greek

  • Lápites — (en griego Λαπίθης, Lapithes ) es un personaje de la mitología griega. Se le considera el héroe epónimo, fundador y primer rey mítico de los lápitas, antigua tribu de Tesalia.[1] Lápites era hijo de Estilbe y Apolo, sobrino de Hipsea, nieto de… …   Wikipedia Español

  • CHIRON — Centaurus Saturni, et Phillyrae, vel, ut Lactantius inquit, Pelopeae filius. Saturnus enim cum amaret Phillyram, Oceani filiam, eius concubitu usus est: sed interveniente Opecoviuge, confestim se vertit in equum, ne agnosci posset. Phillyra autem …   Hofmann J. Lexicon universale

  • CONVIVIALES Coronae — olim multo in usu. Et primo quidem, antequam luxus irrepsisset sollennium epularum, suam quisque coronam ad convivium ferebat; ut postquam sese plusculum invitâssent, eô sertô, tamquam annulô, munirent sese adversus mala instantia ebrietatis. Sic …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»