Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ῥόδοις

См. также в других словарях:

  • ῥόδοις — ῥόδον rose neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • COSMOSANDALUS — Pausaniae, l. 1. flos idem cum haycintho, utpote cui magnitudine sit persimilis et easdem literas luctus indices habeat. Eiusdem sic meminit Cratinus, in Effoemmatis, apud Athenaeum, l. 15. Παντοίοις γε μὴν κεφαλην ἀνθέμοις ἐρέπτομαι, λειρίοις,… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ρόδο — το / ῥόδον, ΝΜΑ και αιολ. τ. βρόδον, Α το άνθος τής ροδής, το τριαντάφυλλο (α. «ο Απρίλης με τα λουλούδια κι ο Μάης με τα ρόδα» β. «φύεται αὐτόματα ρόδα», Ηρόδ. γ. «οὔτε γὰρ ἐκ σκίλλης ῥόδα φύεται οὐδ ὑάκινθος», Θέογν.) νεοελλ. φρ. α) «ρόδο τής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»