Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ῥαφαί

См. также в других словарях:

  • ῥαφαί — ῥαφή seam fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • TUNICA Inconsutilis — ut communiter redditur, Graece ἄῤραφος χιτῶν, Ioh. c. 19. v. 23. ubi de vestibus Domini nostri, ἦν δὲ ὁ χιτὼν ἄῤραφος, εν τῶ ἄνωθεν ὑφαντὸς δἰ ὅλου. Vide quoque v. seq. ubi de consilio militum, sortiendi potius, quam dividendi, eam: nonnullis… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ραφή — η / ῥαφή, ΝΜΑ 1. το να ράβει κανείς κάτι, να συνενώνει ράβοντας με κλωστή, το ράψιμο (α. «κοπή και ραφή στρατιωτικών στολών β. «τμήσει καὶ ῥαφῇ χρωμένη σύνθεσις», Πλάτ.) 2. το σημείο ή η γραμμή, στην οποία συνδέονται με ράψιμο κομμάτια υφάσματος …   Dictionary of Greek

  • ρωγμοειδής — ές, Α όμοιος με ρωγμή, σχισμένος («ῥωγμοειδεῑς ῥαφαί», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥωγμή + ειδής*] …   Dictionary of Greek

  • συγκλέπτω — Α 1. κλέβω από κοινού («τοῡ ὑπογραμματέως τῶν θεσμοθετῶν μεθ οὗπερ συνέκλεπτον», Αντιφ.) 2. εξαπατώ («συγκλέπτουσι τὴν γνώμην καὶ τὴν ὄψιν αἱ ῥαφαί», Ιπποκρ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»