Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ᾱῐε

См. также в других словарях:

  • ἄιε — ἄ̱ϊε , ἀίω 1 perceive imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἄϊε , ἀίω 1 perceive pres imperat act 2nd sg ἄϊε , ἀίω 1 perceive imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀίεν — ἀΐε̄ν , ἀίω 1 perceive pres inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἄι' — ἄ̱ϊε , ἀίω 1 perceive imperf ind act 3rd sg (doric aeolic) ἄϊε , ἀίω 1 perceive pres imperat act 2nd sg ἄϊε , ἀίω 1 perceive imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αεί — επίρρ. (Α ἀεί) [στα Α και επικά, ιωνικά και ποιητικά αἰεί και αἰέν, δωρικά αἰές και ἀές, λακωνικά αἰέ, βοιωτικά ἀέ και ἠί, αιολικά αἶι(ν) και ἄι(ν)] διαρκώς, συνεχώς, πάντοτε, για πάντα στα νεοελλ. μόνον ως α συνθ. ορισμένων συνθέτων λογίας… …   Dictionary of Greek

  • περιήγηση — η / περιήγησις, ήσεως, ΝΜΑ [περιηγούμαι] νεοελλ. μσν. μετάβαση σε διάφορους τόπους για να τούς γνωρίσει κανείς και να επισκεφθεί τα αξιοθέατά τους, ο τουρισμός αρχ. 1. η ξενάγηση σε έναν χώρο 2. γεωγραφική περιγραφή («oἱ τὰς περιηγήσεις καί τοὺς… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»