Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ᾐσθόμεθα

См. также в других словарях:

  • ᾐσθόμεθα — ἠϊσθόμεθα , ἀίσθω breathe out imperf ind mp 1st pl (attic epic ionic) αἰσθάνομαι perceive aor ind mid 1st pl αἰσθάνομαι perceive imperf ind mp 1st pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἠισθόμεθα — ἠϊσθόμεθα , ἀίσθω breathe out imperf ind mp 1st pl (attic epic ionic) ᾐσθόμεθα , αἰσθάνομαι perceive aor ind mid 1st pl ᾐσθόμεθα , αἰσθάνομαι perceive imperf ind mp 1st pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοννώ — κοννῶ, έω (Α) γνωρίζω («καρβᾱνα αὐδὰν δ εὖ, γᾱ, κοννεῑς», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. συνδέεται πιθ. με το ρ. κοῶ, έω «ακούω» και με τη γλώσσα τού Ησύχ. ἔκομεν ἑωρῶμεν, ἠσθόμεθα] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»