Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὕαινα

См. также в других словарях:

  • ὑαίνα — ὑαίνᾱ , ὕαινα hyena fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕαινα — hyena fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ύαινα — (hyaena). Σαρκοβόρο θηλαστικό της οικογένειας των υαινιδών. Είναι μεγάλο ζώο με σώμα συνεπτυγμένο και ισχυρό. Η ύ. έχει τρίχωμα μακρύ, χαλαρό, που σχηματίζει στη ράχη μακριά χαίτη, ξεκινώντας από τον αυχένα. Το κεφάλι της είναι μακρουλό και… …   Dictionary of Greek

  • ύαινα — η 1. σαρκοφάγο θηλαστικό της Αφρικής και της Ασίας, που τρέφεται κυρίως με πτώματα. 2. μτφ., άνθρωπος πολύ κακός, μοχθηρός, στρίγκλος: Είναι μια ύαινα αυτή! …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑαίνας — ὑαίνᾱς , ὕαινα hyena fem acc pl ὑαίνᾱς , ὕαινα hyena fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑαινῶν — ὕαινα hyena fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑαίναις — ὕαινα hyena fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑαίνης — ὕαινα hyena fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑαίνῃ — ὕαινα hyena fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕαιναι — ὕαινα hyena fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὕαιναν — ὕαινα hyena fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»