-
1 υποτακτικώς
-
2 ὑποτακτικῶς
-
3 προτακτικός
A used as prefix,φωνήεντα D.T.631.7
; στοιχεῖα, συλλαβή, A.D.Synt.7.5,7; σύνδεσμος, opp. ὑποτακτικός, ib.306.6; ἄρθρον π. the prepositive article, ὁ, ἡ, τό, Trypho ap.eund. Synt.306.15;π. θέσις A.D.Adv.180.7
. Adv. [suff] προ-κῶς, opp. ὑποτακτικῶς, Id.Synt.227.15, cf.Syrian.in Metaph.164.22.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προτακτικός
См. также в других словарях:
υποτακτικώς — MA επίρρ. βλ. υποτακτικός … Dictionary of Greek
ὑποτακτικῶς — ὑποτακτικός post positive adverbial … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποτακτικός — ή, ό / ὑποτακτικός, ή, όν, ΝΜΑ, και υποταχτικός, ή, ό, Ν [ὑποτάσσω] το θηλ. ως ουσ. η υποτακτική γραμμ. η έγκλιση τού ρήματος που παρουσιάζει το περιεχόμενό του ως προσδοκώμενο, που δηλώνει κυρίως επιθυμία και προσδοκία νεοελλ. 1. το αρσ. ως ουσ … Dictionary of Greek