Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὑποδοχεῖον

См. также в других словарях:

  • ὑποδοχεῖον — reservoir neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποδοχείον — και ὑποδόχιον και ὑποδόχειον και ὑποδοχῑον, τὸ, Α [ὑποδοχεύς] 1. χώρος κατάλληλος για την αποθήκευση ψαριών, κρασιού, σιτηρών κ.ά. ειδών, αποθήκη 2. δεξαμενή 3. κοίλωμα για την υποδοχή τής στρόφιγγας τής πόρτας·4. πιθ. νηοδόχη 5. πανδοχείο 6. μτφ …   Dictionary of Greek

  • ὑποδοχεῖα — ὑποδοχεῖον reservoir neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδοχείων — ὑποδοχεῖον reservoir neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποδόχιον — τὸ, Α βλ. ὑποδοχεῑον …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»