-
1 υπεναντιον
τό противоположность, противоречиеτὸ ὑ. τινος Her., τινί Her., Xen., Plat. и πρός τι Arst. — противоположность чему(чего)-л.;
τὰ ὑπεναντία τούτου Her. — нечто обратное этому;τὰ ὑπεναντία Arst. — противоречия -
2 ὑπεναντίον
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ὑπεναντίον
См. также в других словарях:
ὑπεναντίον — ὑπεναντίος set over against masc acc sg ὑπεναντίος set over against neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑπενάντιον — ὑπό , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 3rd pl (attic epic) ὑπό , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 1st sg (attic epic) ὑπενάντῑον , ὑπό , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 3rd pl (epic ionic) ὑπενάντῑον , ὑπό , ἐν , ἀνά τίω imperf ind act 1st sg (epic ionic)… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μειρακιώδης — μειρακιώδης, ῶδες (Α) [μειράκιον] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή αρμόζει σε μειράκιο («μειρακιώδες μορφώματι», Πλάτ.) 2. νεαρός 3. (για ύφος λόγου) αυτό που έχει ζωηρή έκφραση και αποτελείται από πολλές λέξεις, νεανικό 4. το ουδ. ως ουσ. τὸ… … Dictionary of Greek
υπενάντιος — α, ο / ὑπεναντίος, α, ον, ΝΑ νεοελλ. φρ. «υπενάντιες κρίσεις» (λογ.) αντίθετες κρίσεις από τις οποίες η μία είναι μερική καταφατική και η άλλη μερική αποφατική, όπως είναι λ.χ. οι κρίσεις: μερικοί πολιτικοί είναι αξιόπιστοι και μερικοί πολιτικοί… … Dictionary of Greek