Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ὑάκινϑος

См. также в других словарях:

  • Ὑάκινθος — Hyacinthus masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑάκινθος — Hyacinthus masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υάκινθος — I Γένος φυτών. Βλ. λ. ζουμπούλι. Υάκινθος ο ανατολικός. II Διαφανές, κιτρινέρυθρο ορυκτό, που αποτελεί παραλλαγή του ζιρκόνιου. Βρίσκεται στους ηφαιστειακούς σχηματισμούς του Εσπαλύ, στον Άνω Λείγηρα, και κατατάσσεται στην κατηγορία των πολύτιμων …   Dictionary of Greek

  • υάκινθος — ο 1. το καλλωπιστικό φυτό ζουμπούλι ή γιούλι καθώς και το λουλούδι του. 2. ημιπολύτιμος λίθος διαφανής και κιτρινοκόκκινος, παραλλαγή του ζιρκονίου. 3. ως κύρ. όν., Υάκινθος νέος της ελληνικής μυθολογίας ξακουστός για την ομορφιά του, που μετά το …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ὑακίνθοις — Ὑάκινθος Hyacinthus masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑακίνθοις — ὑάκινθος Hyacinthus masc/fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὑακίνθου — Ὑάκινθος Hyacinthus masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑακίνθου — ὑάκινθος Hyacinthus masc/fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὑακίνθους — Ὑάκινθος Hyacinthus masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑακίνθους — ὑάκινθος Hyacinthus masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὑακίνθων — Ὑάκινθος Hyacinthus masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»