-
1 Οσιριάζουσαν
-
2 Ὀσιριάζουσαν
-
3 Ὄσιρις
Ὄσῑρις, ὁ,A Osiris, Hdt.2.42, etc.; gen.Ὀσείριδος IG11(4).1234
(Delos, ii B. C.),Ὀσίριος Hdt.
l. c., OGI90.10 (Rosetta, ii B. C.),Ὀσίρεως Man.
ap. J.Ap.1.26 ; dat.Ὀσίριδι IG22.1367.4
, (Canopus, iii B. C.): Ὀσίριδος ἀστήρ, = the planet Jupiter, Ach.Tat. Intr.Arat.17: [full] Ὀσῑρίειον, τό, temple of O., Sammelb.5022 ([place name] Ptolemaic) ; later [full] Ὀσῑρεῖον, Theognost.Can.129:—Verb [full] Ὀσῑριάζω, to be given to his worship, Dam. ap. Suid. s.v. Ἀσκληπιόδοτος (- ράζ- codd.):—Adj. [full] Ὀσῑριακός,τὰ -κά Plu.2.360f
: fem. Adj. [full] Ὀσῑριάς, Dam.Isid. 107; πόα, = ὄσιρις, Aët.1.304.
См. также в других словарях:
οσιριάζω — ὀσιριάζω (Α) [Όσιρις] λατρεύω τον Όσιρι, έχω παραδοθεί στη λατρεία τού Οσίριδος … Dictionary of Greek
Ὀσιριάζουσαν — Ὀσιριάζω Osiris pres part act fem acc sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Οσιριασταί — Ὀσιριασταί, οι (Α) [οσιριάζω] όμιλος τών λάτρεων τού Οσίριδος … Dictionary of Greek