Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὁπλομαχίας

См. также в других словарях:

  • ὁπλομαχίας — ὁπλομαχίᾱς , ὁπλομαχία fighting with heavy arms fem acc pl ὁπλομαχίᾱς , ὁπλομαχία fighting with heavy arms fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οπλομαχία — Η τέχνη του χειρισμού των όπλων και ιδιαίτερα του ξίφους (ξιφασκία), της σπάθας (σπαθασκία) και της λόγχης (λογχομαχία). Η ο. αποτέλεσε αναγκαία άσκηση στο παρελθόν, όχι μόνο στον πόλεμο αλλά και ως μέσο για την επίλυση των ατομικών διαφορών.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»