-
1 ομοιότης
-
2 ὁμοιότης
-
3 ὁμοιότης
ὁμοιότης, ητος, ἡ, Aehnlichkeit, Plat. Theaet. 144 e u. öfter; εἰς ὁμοιότητα τῇ γυναικὶ διαφόρως ἀπειργασμένον εἴδωλον, Pol. 13, 7, 2; Sp., wie Luc. Pisc. 42.
-
4 ομοιοτης
- ητος ἥ тж. pl. сходство, подобиеὁμοιότητι εἶναι κατά τι Plat. — сохранять сходство с чем-л.;
εἰς ὁμοιότητά τινι Plat. — по подобию кого-л., в подражание кому-л.;καθ΄ ὁμοιότητα Arst. — на основании сходства, по аналогии, NT. подобным (же) образом -
5 ὁμοιότης
ὁμοιότης, ητος, ἡ, Ähnlichkeit -
6 ὁμοιότης
ὁμοιότης, ητος, ἡ (ὅμοιος; Pre-Socr., Pla., Isocr.+; Polyb. 6, 53, 5; 13, 7, 2; Plut., Mor. 25b; 780e; Epict. 4, 11, 28; Lucian, Dial. Deor. 6, 5; pap, LXX; ParJer 9:26f; Philo; Ath. 17, 2; κατὰ ἄναλογίαν ἡ ὁ λημπτέα Did., Gen. 57, 18; ὁμ. πρὸς τὴν … εἰκόνα Hippol., Ref. 4, 27, 2) state of being similar to someth., likeness, similarity, agreement πάντας ὑμᾶς αὐτῷ ἐν ὁμ. εἶναι you are all to be like (Jesus Christ) IEph 1:3. ἐκπλήττεσθαι ἐπὶ τῇ ὁμ. τινος be amazed at the similarity w. someth. 7:10. καθʼ ὁμοιότητα (Philo, Fuga 51; Herm. Wr. 464, 29; 518, 13 Sc.; BGU 1028, 15; PSI 107, 2; PGM 1, 211; Gen 1:11, 12) in quite the same way Hb 4:15. W. gen foll. (Dionys. Byz. §29; BGU 1028, 15 [II A.D.]; POxy 1202, 24; PSI 107, 2; Philo, Rer. Div. Her. 232, Spec. Leg. 1, 296; Iren., 1, 15, 5 [Harv. I 154, 7]) κατὰ τὴν ὁμ. Μελχισέδεκ in the same way as M. 7:15.—DELG s.v. ὅμοιο. M-M. TW. -
7 ὁμοιότης
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ὁμοιότης
-
8 ομοιότης
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ομοιότης
-
9 ὁμοιότης
подобие, сходство.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ὁμοιότης
-
10 ὁμοιότης
-ητος + ἡ N 3 2-0-0-0-2=4 Gn 1,11.12; 4 Mc 15,4; Wis 14,19likeness, resemblanceCf. WEVERS 1993, 6; →TWNT -
11 ὁμοιότης
A likeness, resemblance, Democr.164, Pl.Phd. 109a, al.: pl., ib. 82a, Sph. 231a ; ἡ αὑτοῖς ὁ. τῆς διαγωγῆς mode of passing life like themselves, Id.Tht. 177a ; ὁμοιότητι τετάχθαι κατά τι correspond to.., Id.R. 555a ; so ὁμοιότητι εἶναι κατά τι ib. 576c ; equally,Id.
Ti. 75d : c. dat., resemblance to.., Id.Phdr. 253b, al. ;[ὁμοιότητες] γίνονται τοῖς τέκνοις πρὸς τοὺς γεννήσαντας Arist.Pol. 1262a16
, cf. EN 1108b31 ; τίνι τῶν ζῴων εἰς ὁμοιότητα ; in likeness of what animal ? Pl.Ti. 30c, cf. 81d ; καθ' ὁμοιότητα λέγεσθαι, opp. ἁπλῶς, Arist.EN 1147b34 ; καθ' ὁ. σημειοῦσθαι, ἡ καθ' ὁ. σημείωσις, Phld.Sign.31,34 ; ὁ κατὰ τὴν ὁ. τρόπος ib.8 ; later καθ' ὁμοιότητα c. gen., in the same way as,ἀξιῶν ἐνταγῆναι κἀμοῦ τὸν υἱὸν τῇ τῶν ἐφήβων γραφῇ καθ' ὁ. τῶν σὺν αὐτῷ POxy.1202.24
(iii A. D.), cf. 237 vi6 (ii A. D.), BGU1028.15 (ii A. D.), PSI1.107.2 (ii A. D.), Ep.Hebr.7.15 : without gen., ib.4.15.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁμοιότης
-
12 ἀν-ομοιότης
ἀν-ομοιότης, ητος, ἡ, Unähnlichkeit, Ungleichheit, öfter bei Plat. u. sonst; auch plur.
-
13 εἰκασία
εἰκασία, ἡ (εἰκάζω), Abbildung; γραφικὴ ἡ εἰκ. τῶν ὁρωμένων Xen. Hem. 3, 10, 1; Hesych. ὁμοιότης. – Vergleichung, Plut. Them. 29; bei den Rhett. = εἰκών, Gleichniß, Demetr. eloc. 80. – Vermuthung, Plat. Rep. VI, 511 e VII, 534 a; Luc. Amor. 8.
-
14 ὁμαλότης
ὁμαλότης, ητος, ἡ, die Ebenheit, Glätte; καὶ ὁμοιότης, Plat. Legg. VI, 779 b; übertr., τὴν τῶν παίδων ὁμαλότητα αὐτῶν αὑτοῖς, 773 d, öfter; Gleichmäßigkeit, Arist. u. Sp.
-
15 ομοιοτήτων
-
16 ὁμοιοτήτων
-
17 ομοιότησι
-
18 ὁμοιότησι
-
19 ομοιότησιν
-
20 ὁμοιότησιν
- 1
- 2
См. также в других словарях:
ὁμοιότης — likeness fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὁμοιότης φιλότητος μήτηρ. — См. Кому на ком жениться, тот в того и родится … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
ὁμοιοτήτων — ὁμοιότης likeness fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότησι — ὁμοιότης likeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότησιν — ὁμοιότης likeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητα — ὁμοιότης likeness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητας — ὁμοιότης likeness fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητες — ὁμοιότης likeness fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητι — ὁμοιότης likeness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητος — ὁμοιότης likeness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ομοιότητα — Δύο σχήματα χαρακτηρίζονται όμοια αν είναι δυνατό να καθοριστεί μεταξύ των σημείων τους μια αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία, η οποία διατηρεί τα σημεία που βρίσκοντα σε ευθεία, έτσι ώστε ο λόγος (έστω λ) μεταξύ δύο οποιωνδήποτε αντίστοιχων τμημάτων… … Dictionary of Greek