-
1 ομοιοτης
- ητος ἥ тж. pl. сходство, подобиеὁμοιότητι εἶναι κατά τι Plat. — сохранять сходство с чем-л.;
εἰς ὁμοιότητά τινι Plat. — по подобию кого-л., в подражание кому-л.;καθ΄ ὁμοιότητα Arst. — на основании сходства, по аналогии, NT. подобным (же) образом -
2 ὁμοιότης
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ὁμοιότης
-
3 ομοιότης
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ομοιότης
-
4 ὁμοιότης
подобие, сходство.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ὁμοιότης
-
5 3665
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > 3665
См. также в других словарях:
ὁμοιότης — likeness fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὁμοιότης φιλότητος μήτηρ. — См. Кому на ком жениться, тот в того и родится … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
ὁμοιοτήτων — ὁμοιότης likeness fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότησι — ὁμοιότης likeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότησιν — ὁμοιότης likeness fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητα — ὁμοιότης likeness fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητας — ὁμοιότης likeness fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητες — ὁμοιότης likeness fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητι — ὁμοιότης likeness fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὁμοιότητος — ὁμοιότης likeness fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ομοιότητα — Δύο σχήματα χαρακτηρίζονται όμοια αν είναι δυνατό να καθοριστεί μεταξύ των σημείων τους μια αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία, η οποία διατηρεί τα σημεία που βρίσκοντα σε ευθεία, έτσι ώστε ο λόγος (έστω λ) μεταξύ δύο οποιωνδήποτε αντίστοιχων τμημάτων… … Dictionary of Greek