Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὀπτανεύς

См. также в других словарях:

  • οπτανεύς — ὀπτανεύς, ὁ (Α) [οπτανός] άτομο που εργάζεται σε μαγειρείο, μάγειρας …   Dictionary of Greek

  • οπτάνιον — ὀπτάνιον και ὀπτανεῑον και ὀπτανήϊον, τὸ (Α) 1. τόπος όπου μαγειρεύουν, μαγειρείο 2. φούρνος, κλίβανος 3. ξηρό ξύλο για καύση, καυσόξυλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπτανός. Οι τ. ὀπτανεῖον και ὀπτανήϊον μπορούν να εξηγηθούν ως παρ. τού ὀπτανεύς, αν ο τ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»