-
1 οξίδιον
-
2 ὀξίδιον
-
3 ὀξίδιον
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὀξίδιον
-
4 οξίδια
-
5 ὀξίδια
-
6 ὄξος
Grammatical information: n.Meaning: `wine vinegar' (IA.).Compounds: Compp., e.g. ὀξο-πώλης m. `vendor of wine vinegar' (Lib., Poll.), ὀξ-άλμη f. `broth made of ὄ. and ἅλμη' (com.; Risch IF 59, 58), κάτ-οξος `drenched with wine vinegar' (Posidipp. Com.).Derivatives: 1. Subst.: Dimin. ὀξίδιον n. (pap.); ὀξίς, - ίδος f. `vinegar flask' (com., pap.; Chantraine Form. 343, Mayser Pap. I: 3, 54); ὀξίνης ( οἶνος) m. `sour wine', also metaph. and as adj. of men `sour, illtempered' (Hp., Ar., Thphr.; cf. e.g. κεγχρίνης, ἐλαφίνης and Chantraine Form. 203); ὀξαλίς, - ίδος f. `sorrel, Rumex' (Nic., Ps.-Dsc.; like φυσαλίς a.o., Chantraine 252) wit ὀξάλ-ειος `tartish' (Apollod. Car.: *ὄξαλος), ὀξηλίς f. plantname (Theognost.). 2. Adj.: ὀξ-ηρός `concerning wine vinegar, acetic' (S., Ar., medic.; Chantraine 233), - ωτός `in salt' (Ar. Fr. 130; Ammann Μνήμης χάριν 1, 18), - ώδης `wine vinager-like, sour' (Gal.), - ῖτις f. `tasting like wine vinegar' ( PHolm., Redard 58). 3. Verb ὀξίζω `to taste or smell like w.' (medic.).Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]Page in Frisk: 2,399-400Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ὄξος
См. также в других словарях:
ὀξίδιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀξίδια — ὀξίδιον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξίδι — το (Μ ξίδι και ξίδιν και ὀξίδιον) ξινό υγρό που παρασκευάζεται από μία ποικιλία ποτών, και ιδίως τού κρασιού, ή άλλων αλκοολούχων διαλυμάτων με οξική ζύμωση η οποία τα μετατρέπει σε υγρά που περιέχουν οξικό οξύ και που χρησιμοποιείται ως… … Dictionary of Greek
οξ(ε)ίδιο — το (Α ὀξείδιον και ὀξίδιον) νεοελλ. χημικό σώμα που σχηματίζεται από την ένωση τού οξυγόνου με ένα στοιχείο ή με μία ρίζα (α. «βασικά οξείδια» τα ιοντικά οξείδια μετάλλων που σχηματίζουν, όταν είναι διαλυτά, αλκαλικά διαλύματα β. «όξινα οξείδια»… … Dictionary of Greek