Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὀμίχλ-η

См. также в других словарях:

  • ομφήεις — ὀμφήεις, εσσα, εν (ΑΜ) αυτός που αφήνει φωνή η οποία προλέγει το μέλλον, μαντικός, προφητικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀμφή (Ι) «φωνή θεού» + κατάλ. ήεις (πρβλ. ομιχλ ήεις, τολμ ήεις)] …   Dictionary of Greek

  • ορφνήεις — ὀρφνήεις, εσσα, εν (Α), ορφνός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρφνη «σκοτάδι» + κατάλ. ήεις (πρβλ. ομιχλ ήεις)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»