-
1 ευλάιγγι
-
2 εὐλάιγγι
-
3 λάιγγι
λά̱ϊγγι, λᾶιγξsmall stone: fem dat sg -
4 φόρμιγξ
1 lyreἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν O. 1.17
φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι πρεπόντως O. 3.8
ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν O. 7.12
ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων O. 9.13
χρυσέα φόρμιγξ P. 1.1
οὐδέ μιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκον-ται P. 1.97
χάριν ἑπτακτύπου φόρμιγγος P. 2.71
δαιδαλέαν φόρμιγγα βαστάζων P. 4.296
εὐλογία φόρμιγγι συνάορος N. 4.5
ἐξύφαινε, γλυκεῖα, καὶ τόδ' αὐτίκα, φόρμιγξ, Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ μέλος N. 4.44
ἐν δὲ μέσαις φόρμιγγ' Ἀπόλλων ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων ἁγεῖτο παντοίων νόμων N. 5.24
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν N. 9.8
οἱ μὲν πάλαι φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον κλυτᾷ φόρμιγγι συναντόμενοι I. 2.2
κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς I. 5.27
τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ... λιγυσφαράγων κλυτᾶν ἀυτά. Ἑκαβόλε, φορμίγγων fr. 140a. 61 (35). -
5 ἰβυκτήρ
A one who begins a war-song, Hsch. (- βηκ- cod.). [full] ἰβύκχα· σεμνότης, ἢ σωρὸς κρεῶν, Id. (- ύηχ- cod.). [full] ἶβυξ, υκος,= ἶβις, Id. [full] ἴβυς, υος, ὁ,= εὐφημία, στιγμή, Id. [full] ἰβύω, shout: strike, Id.; cf. [full] ἰβῶν· εὐφημῶν, στάζων, Id. [full] ἴγα, in Cretan,= σίγα, Id. [full] ἴγγι τινί: ἐπιθυμίᾳ τινὶ ἑλκομένη, Id. (leg. ἴυγγι). [full] ἴγγια· εἷς (Cypr.), Id. [full] ἴγδην and [full] ἴγνην· ἄρσην, Id.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἰβυκτήρ
Перевод: со всех языков на английский
с английского на все языки- С английского на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Английский