-
81 Ἱστί'
-
82 Ιστίαι
-
83 Ἱστίαι
-
84 Ιστίαν
-
85 Ἱστίαν
-
86 Ιστίας
-
87 Ἱστίας
-
88 ιστιάν
ἑστίαhearth of a house: fem gen pl (epic doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act masc voc sg (doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act neut nom /voc /acc sg (doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act masc nom sg (doric ionic aeolic)ἱστιᾶ̱ν, ἑστιάωreceive at one's hearth: pres inf act (epic doric ionic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres inf act (attic doric ionic) -
89 ἱστιᾶν
ἑστίαhearth of a house: fem gen pl (epic doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act masc voc sg (doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act neut nom /voc /acc sg (doric ionic aeolic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres part act masc nom sg (doric ionic aeolic)ἱστιᾶ̱ν, ἑστιάωreceive at one's hearth: pres inf act (epic doric ionic)ἑστιάωreceive at one's hearth: pres inf act (attic doric ionic) -
90 ιστιάς
-
91 ἱστιᾶς
-
92 ιστιάτορας
-
93 ἱστιάτορας
-
94 ιστιάτορες
-
95 ἱστιάτορες
-
96 ιστιάτωρ
-
97 ἱστιάτωρ
-
98 ιστίαι
ἑστίαhearth of a house: fem nom /voc pl (epic ionic)ἱστίᾱͅ, ἑστίαhearth of a house: fem dat sg (attic epic doric ionic aeolic) -
99 ἱστίαι
ἑστίαhearth of a house: fem nom /voc pl (epic ionic)ἱστίᾱͅ, ἑστίαhearth of a house: fem dat sg (attic epic doric ionic aeolic) -
100 ἀνά
1 of placea in, throughoutἀν' Ἑλλάδα P. 2.60
δώδεκ' ἂν δρόμων τέμενος (Thiersch: δωδεκαδρομον, -ων codd.) P. 5.33τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52
Ποσειδάνιον ἂν τέμενος N. 6.41
δάπεδον ἂν τόδε N. 7.83
οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12
ἁδυπνόῳ τέ νιν ἀσπάζοντο φωνᾷ γαῖαν ἀνὰ σφετέραν I. 2.27
εὐανθἔ ἀπέπνευσας ἁλικίαν προμάχων ἀν' ὅμιλον I. 7.35
Ἴσθμιον ἂν νάπος Δωρίων ἔλαχεν σελίνων (Hermann: ἀνάπος codex) I. 8.63 [Δᾶλ]ον ἀν' εὔοδμον Pae. 2.97
[ἂν Ζεάθου πόλιν (coni. Wil.: καὶ Ζ. Π.) Πα...] ἂν δὲ Ῥόδον κατῴκισθεν fr. 119. 1.b upon, alongεἰ δὲ τέτραπται θεοδότων ἔργων κέλευθον ἂν καθαράν I. 5.23
ἐλαύνεις ἀν' ἀμβροτ[ Pae. 3.16
]ἰόντι τηλαυγἔ ἀγ κορυφὰν[ (Π̆{5}: ἂν Π̆.) Πα.. 12. ἀνὰ Δώτιον ἀνθεμόεν πεδίον πέταται (sc. κύων.) *fr. 107a. 4* πρῶτον μὲν Ἀλκμήνας σὺν υἱῷ Τρώιον ἂμ πεδίον ἦλθεν fr. 172. 4.c dub. ἢ πόντου κενέωσιν λτ;γτ; ἂμ πέδον (Hermann: ἀλλὰ codd. Dion. Hal.) Pae. 9.162 of time, in the course of, duringὅτ' ἀμφότεροι κράτησαν μίαν ἔργον ἀν ἁμέραν O. 9.85
ἑξέτης τὸ πρῶτον, ὅλον δ' ἔπειτ ἂν χρόνον N. 3.49
Χρομίῳ κεν ὑπασπίζων ἔκρινας, ἂν κίνδυνον ὀξείας ἀυτᾶς (ἂν = κε Σ cum ἔκρινας coniunxit) N. 9.35 B prep. c. dat., uponχρυσέαισί τ' ἀν ἵπποις O. 1.41
ἀν' ἵπποις χρυσέαις O. 8.51
ἀν' ἵπποισι δὲ τέτρασιν O. 10.69
ἀνὰ βωμῷ θεᾶς O. 13.75
εὕδει δ' ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς αἰετός P. 1.6
ἀνὰ δ' ἡμιόνοις ξεστᾷ τ ἀπήνᾳ προτροπάδαν Πελίας ἵκετο P. 4.94
θοαῖς ἂν ναυσὶ N. 7.29
ἐπικράνοισι γὰρ ἂν κιόνων fr. 6b. d. ἂν δ' ἐπικράνοις σχέθον πέτραν ἀδαμαντοπέδιλοι κίονες fr. 33d. 7. ἀλ]λοτρίαις ἀν' ἵπποις Πα. 7B. 12. C in tmesis ἀνὰ δ' ἔπαλτ v.ἀναπάλλω O. 13.71
ἂν δ' εὐθὺς ἁρπάξαις v.ἀναρπάζω P. 4.34
ἀνὰ βωλακίας δ' ὀρόγυιαν σχίζε v. ἀνασχίζω ( ἀναβωλακίας iunctim codd.) P. 4.228 ἀνὰ δ' ἱστία τεῖνον v.ἀνατείνω N. 5.51
ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν v.ἀνόρνυμι N. 9.8
ἀνὰ δ' ἔλυσεν v.ἀναλύω N. 10.90
ἀνὰ δ' ἄγαγον (Er. Schmid: ἀν δ codd.) v.ἀνάγω I. 6.62
ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε v.ἀναείρω Pae. 20.10
См. также в других словарях:
ἱστία — ἱστίᾱ , ἑστία hearth of a house fem nom/voc/acc dual (epic ionic) ἱστίᾱ , ἑστία hearth of a house fem nom/voc sg (attic epic doric ionic aeolic) ἱ̱στίᾱ , ἑστιάω receive at one s hearth imperf ind act 3rd sg (ionic) ἱστίᾱ , ἑστιάω receive at… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱστία — Ἱστίᾱ , Ἑστία hearth of a house fem nom/voc sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱστίᾳ — Ἱστίᾱͅ , Ἑστία hearth of a house fem dat sg (attic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιστία — Πανιά από φυσικό ή συνθετικό ύφασμα που εκμεταλλεύονται τον άνεμο ως κινητήρια δύναμη για τα ιστιοφόρα σκάφη. Η ωφέλιμη δύναμη για την πρόωση δίνεται από τη διαφορά πίεσης μεταξύ της εξωτερικής και της εσωτερικής πλευράς του ι. (φαινόμενο… … Dictionary of Greek
ἱστίᾳ — ἱστίαι , ἑστία hearth of a house fem nom/voc pl (epic ionic) ἱστίᾱͅ , ἑστία hearth of a house fem dat sg (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστίαν — ἱστίᾱν , ἑστία hearth of a house fem acc sg (attic epic doric ionic aeolic) ἱ̱στίᾱν , ἑστιάω receive at one s hearth imperf ind act 3rd pl (doric ionic aeolic) ἱ̱στίᾱν , ἑστιάω receive at one s hearth imperf ind act 1st sg (doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστίας — ἱστίᾱς , ἑστία hearth of a house fem acc pl (epic ionic) ἱστίᾱς , ἑστία hearth of a house fem gen sg (attic epic doric ionic aeolic) ἱ̱στίᾱς , ἑστιάω receive at one s hearth imperf ind act 2nd sg (ionic) ἱστίᾱς , ἑστιάω receive at one s… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστιᾶς — ἱστιᾶ̱ς , ἑστιάω receive at one s hearth pres ind act 2nd sg (doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστιάτορας — ἱστιά̱τορας , ἱστιάτωρ feast masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστιάτορες — ἱστιά̱τορες , ἱστιάτωρ feast masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱστιάτωρ — ἱστιά̱τωρ , ἱστιάτωρ feast masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)