Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ἡφαιστότευκτον

См. также в других словарях:

  • Ἡφαιστότευκτον — Ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus masc/fem acc sg Ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡφαιστότευκτον — ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus masc/fem acc sg ἡφαιστότευκτος wrought by Hephaestus neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ηφαιστότευκτος — ἡφαιστότευκτος, ον (Α) ηφαιστόπονος, κατασκευασμένος από τον Ήφαιστο («παγκρατὲς σέλας ἡφαιστότευκτον», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Ήφαιστος + τευκτος (< τευκτός < τεύχω), πρβλ. νεό τευκτος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»