Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἦνϑον

См. также в других словарях:

  • ἦνθον — ἔρχομαι ibo aor ind act 3rd pl (doric) ἔρχομαι ibo aor ind act 1st sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ελεύθω — ἐλεύθω (Α) έρχομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Τού ενεστ. ελεύθω χρησιμοποιείται κυρίως ο μέλλ. ελεύσομαι (εκτός τής αττικής διαλέκτου, στην οποία απαντά το τ. είμι*), ο αόρ. ήλθον και επικ. ήλυθον και ο παρακμ. ελήλυθα ιων. αττ. και επικ. ειλήλουθα. Ως ενεστώτας… …   Dictionary of Greek

  • Λ, λ — (αρχ. λάβδα, μεταγενέστερα λάμβδα). Το ενδέκατο γράμμα το ελληνικού αλφαβήτου. Προέρχεται από το σημιτικό lâmedh, που γραφόταν  ή  και σήμαινε βούκεντρο. Οι αρχαίοι Έλληνες παράστησαν κατά ποικίλους τρόπους το λ:  (αρχαιότερα αλφάβητα Κρήτης,… …   Dictionary of Greek

  • el-6, elǝ- : lā-; el-eu-(dh-) —     el 6, elǝ : lā ; el eu (dh )     English meaning: to drive; to move, go     Deutsche Übersetzung: “treiben, in Bewegung setzen; sich bewegen, gehen”     Material: Arm. eɫanim “I become”, Aor. 1. sg. eɫē (*eɫei), 2. sg. eɫer, 3. sg. eɫeu ,… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»