Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ἔξεστις

См. также в других словарях:

  • έξεστις — ἔξεστις, η (Α) η έξαστις. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. έξαστις] …   Dictionary of Greek

  • έξαστις — ἔξαστις και ἔξεστις, η (Α) 1. παρυφή, ούγια 2. κρόσσι. [ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος αβέβαιης ετυμολ. Η υπόθεση ότι έξαστίς < *εξ αν στις < εξανίστημι με αποκοπή και απώλεια τού έρρινου δεν είναι ικανοποιητική. Πρόκειται πιθ. για όνομα δηλωτικό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»